Ένα επίκαιρο και πολύ ενδιαφέρον θέμα θα συζητηθεί στο στρογγυλό τραπέζι που διοργανώνει το Εργαστήριο Γευσιγνωσίας Ελαιολάδου του ΤΕΙ Καλαμάτας, την Παρασκευή στις 11.00 το πρωί στο Elite. «Η γευσιγνωσία του ελαιολάδου στο περιβάλλον της οικονομικής κρίσης της Νότιας Ευρώπης» έχει τίτλο η εκδήλωση, που διοργανώνεται στο πλαίσιο του Διεθνούς Σεμιναρίου Γευσιγνωσίας Ελαιολάδου, το οποίο διεξάγεται αυτές τις μέρες στην Καλαμάτα.
Στο στρογγυλό τραπέζι μπορεί να πάρει μέρος όποιος ενδιαφέρεται (με κόστος συμμετοχής 15 ευρώ), ενώ το πρόγραμμα έχει ως εξής:
11:00 – 11:30 Βασίλης Δημόπουλος, επιστημονικός υπεύθυνος Εργαστηρίου Γευσιγνωσίας Ελαιολάδου ΤΕΙ: Εισαγωγή.
11:30 – 12:00 Antonio Lauro, εκπαιδευτής γευσιγνωσίας: Η ιταλική άποψη.
12:00 – 12:30 Αngeles Calvo Fandos, εκπαιδεύτρια γευσιγνωσίας: Η ισπανική άποψη.
12:30 – 13:00 Paul Vossen, εκπαιδευτής γευσιγνωσίας: Η αμερικανική άποψη.
13:00 – 13:30 Ελαφρύ γεύμα.
13:30 – 15:00 Βασίλης Δημόπουλος: Συζήτηση με τη συμμετοχή του κοινού.
15:00 – 15:15 Βασίλης Δημόπουλος: Αξιολόγηση της δράσης.
Ερωτήσεις Στρογγυλού Τραπεζιού
1. Η οικονομική κρίση είναι εχθρός της ποιότητας. Οι επιλογές των καταναλωτών ολισθαίνουν προς προϊόντα χαμηλότερης τιμής και χαμηλότερης ποιότητας. Η προσπάθεια συμπίεσης του κόστους παραγωγής συνήθως συνοδεύεται και από δραματική μείωση της ποιότητας των προϊόντων. Οι ελεγκτικοί μηχανισμοί χαλαρώνουν και ο καταναλωτής γίνεται ευάλωτος στην αισχροκέρδεια και την εξαπάτηση.
Η Νότια Ευρώπη είναι η περιοχή που κυρίως πλήττεται από την οικονομική κρίση. Ταυτόχρονα είναι και η κύρια περιοχή παραγωγής αλλά και κατανάλωσης ελαιολάδου. Οι τιμές και το κόστος παραγωγής του συμπιέζονται. Θα πιεσθεί ανάλογα και η ποιότητά του; Θα αντέξει το ποιοτικό ελαιόλαδο;
Η γευσιγνωσία, ως λυδία λίθος της ποιότητας, μπορεί να σώσει την παρτίδα; Οι δύσκολες οικονομικές συνθήκες που διαμορφώνονται στη Νότια Ευρώπη, εμπεριέχουν κινδύνους για την ποιότητα του ελαιολάδου; Η οργανοληπτική αξιολόγηση που στα χρόνια της ευημερίας στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες, δεν κατάφερε να ενταχθεί σε σημαντικό βαθμό στον ποιοτικό έλεγχο του ελαιολάδου, θα μπορέσει να αντέξει τις πιέσεις; Η οικονομική κρίση θα σημάνει την κατάρρευσή της ή μήπως είναι μια πρόκληση για την παραπέρα ανάπτυξή της;
2. Είναι γενικά αποδεκτό ότι το εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο που διακινείται στη διεθνή αγορά διακρίνεται ασαφώς σε δύο βασικές κατηγορίες. Αυτό της υψηλής ποιότητας και τιμής με άριστα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά και αυτό της μαζικής κατανάλωσης, χαμηλότερης τιμής που συχνά υστερεί οργανοληπτικά.
Τι γίνεται λοιπόν με την κατηγορία του εξαιρετικά παρθένου ελαιολάδου; Θα πρέπει να αυξηθούν τα επίπεδα οργανοληπτικών απαιτήσεων στην κατηγορία αυτή; Θα πρέπει να παραμείνει η κατηγορία ως έχει και να ενταθούν οι έλεγχοι και οι πιέσεις ως προς τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του ή θα πρέπει να δημιουργηθεί μια νέα κατηγορία ελαιολάδου με ανώτερα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά; Και αν ναι, πως θα μπορέσει να ορισθεί αυτή η κατηγορία για ελαιόλαδα διαφορετικών ποικιλιών και κατά συνέπεια διαφορετικών οργανοληπτικών χαρακτηριστικών; Θα πρέπει να φτιάξουμε και να εφαρμόσουμε οργανοληπτικό πρότυπο για κάθε ποικιλία χωριστά;
3. Στην Ελλάδα αλλά και στην Ιταλία, η παραγωγή του ελαιολάδου γίνεται από πολλούς μικρούς παραγωγούς, με αποτέλεσμα ο οργανοληπτικός έλεγχος σε επιμέρους μικρές ποσότητες ελαιολάδου να είναι τεχνικά δύσκολος και οικονομικά ασύμφορος. Έτσι, η ανάμειξη έστω και μικρών ποσοτήτων μειονεκτικού μπορεί να υποβαθμίσει σημαντικά μεγαλύτερες ποσότητες ελαιολάδου εξαιρετικής ποιότητας.
Μπορεί το πρότυπο παραγωγής ελαιολάδου από μικρές γεωργικές εκμεταλλεύσεις να ανταποκριθεί στην ανάγκη της εφαρμογής του οργανοληπτικού ελέγχου;
4. Στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη διατίθενται ευρέως σπορέλαια προερχόμενα από υβρίδια ηλιόσπορου και ελαιοκράμβης, γνωστά σαν High Oleic. Τα έλαια αυτά που χαρακτηρίζονται από υψηλή περιεκτικότητα σε ελαϊκό οξύ, πολυακόρεστα και μάλιστα και σε ω λιπαρά, είναι από διατροφικής άποψης απολύτως ανταγωνιστικά προς το ελαιόλαδο και διατίθενται σε χαμηλότερη τιμή.
Είναι τα σπορέλαια High Oleic επικίνδυνοι ανταγωνιστές του ελαιολάδου; Πως μπορούμε να υπερασπιστούμε το ελαιόλαδο; Η οργανοληπτική αξιολόγηση μπορεί να συνεισφέρει στην υπεράσπιση του ελαιολάδου;
5. Το φάντασμα που πλανιέται πάνω από την οργανοληπτική αξιολόγηση είναι ότι αφορά κατά κύριο λόγο λίγους και εξευγενισμένους ουρανίσκους και όχι τόσο τον απλό καταναλωτή, που ενδιαφέρεται κυρίως για την διατροφική αξία του ελαιολάδου και άρα γιατί να επιβαρύνεται το κόστος παραγωγής του με την οργανοληπτική αξιολόγηση.
Τα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά του ελαιολάδου αφορούν μόνο μια μικρή γευσιγνωστικά απαιτητική και πιθανά οικονομικά εύρωστη ομάδα καταναλωτών; Πως μπορούν να πεισθούν οι καταναλωτές ότι τα θετικά και αρνητικά γευσιγνωστικά χαρακτηριστικά συνδέονται με τη διατροφική αξία του ελαιολάδου;