«ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΙΠΠΟΣ» ΓΙΑ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥΡΚΙΚΩΝ ΒΑΣΕΩΝ ΤΟ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΩΝ ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΙΤΟΝΑ ΧΩΡΑ ΝΑ ΕΠΕΝΔΥΣΟΥΝ ΣΕ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΜΑΡΙΝΕΣ
Η μαρίνα της Καλαμάτας και το ενδιαφέρον της Dogus
Του Αντώνη Πετρόγιαννη
Η ιστορία με το ενδιαφέρον της εταιρείας «ΚΥΡΙΑΚΟΥΛΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΑΚΑΙ ΚΡΟΥΑΖΙΕΡΑΙ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΗ Α.Ε.», που διαχειρίζεται τη μαρίνα Καλαμάτας, να συνεργαστεί με τον τουρκικό κολοσσό Dogus είναι γνωστή.
Από ρεπορτάζ του «Θ» έγινε γνωστή και η πρόταση για την επιχειρηματική είσοδο του τουρκικού κολοσσού στη μεσσηνιακή πρωτεύουσα μέσω της διαχειρίστριας εταιρείας της μαρίνας, αλλά με ομόφωνη απόφασή της η δημοτική επιχείρηση «Διοκλής Α.Ε.», όπως και ο Δήμος Καλαμάτας, αρνήθηκαν ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Στο σκεπτικό του αιτήματος της εταιρείας ήταν ότι αναζητά νέα στρατηγικά και αναπτυξιακά σχέδια στον τομέα επέκτασης των δραστηριοτήτων της στη διαχείριση και εκμετάλλευση τουριστικών λιμένων. Λόγω, όμως, της οικονομικής κρίσης των τελευταίων ετών, η εκτέλεση των σχεδίων αυτών μόνο από την εταιρεία συναντά σημαντικές δυσκολίες. Γι’ αυτό το λόγο και αναζητά στρατηγικές συμμαχίες στην παγκόσμια αγορά. Ήδη, μάλιστα, έχει πραγματοποιήσει επαφές με διεθνείς επιχειρηματικούς και χρηματοδοτικούς ομίλους με θετικά αποτελέσματα.
Η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της «Διοκλής» έχει ήδη σταλεί στην εταιρεία, η οποία μέχρι σήμερα δεν έχει προχωρήσει σε καμία ενέργεια.
Από εκεί και πέρα, το φως της δημοσιότητας έχει δει και η υπογραφή συμφωνίας στρατηγικής σημασίας μεταξύ της Dogus και της Lamda Development. Οι δύο εταιρείες θα συστήσουν κοινή εταιρεία, όπου καθεμία θα κατέχει 50%. Σκοπός του joint venture είναι η υλοποίηση επενδύσεων σε μαρίνες, κάνοντας αρχή από τη μαρίνα «Φλοίσβου».
Η Dogus Group, που δραστηριοποιείται στους κλάδους των τραπεζών, του τουρισμού και των κατασκευών στην Τουρκία, είχε εκδηλώσει το περασμένο καλοκαίρι ενδιαφέρον για την αξιοποίηση τεσσάρων μαρινών στην Αθήνα, την Κέρκυρα, τη Λευκάδα και την Πελοπόννησο (μεταξύ αυτών και της Καλαμάτας), έναντι 20 εκατ. ευρώ.
Στο πρώτο… ημίχρονο του παιχνιδιού φαίνεται ότι ο Δήμος και η «Διοκλής» κέρδισαν στα σημεία. Το κρίσιμο ερώτημα, όμως, μετά και τις εξελίξεις με τη μαρίνα του Φλοίσβου, είναι τι θα γίνει στην περίπτωση που η κυβέρνηση θέλει να εντάξει τη μαρίνα Καλαμάτας στο ΤΑΙΠΕΔ (Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων) για την προσέλκυση επενδυτών.
Τότε, σύμφωνα με το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, οι υφιστάμενες συμβάσεις παραχώρησης μαρίνων λύνονται σε διάστημα έξι μηνών, με αποζημίωση του παραχωρησιούχου. Και η τύχη της μαρίνας αλλάζει κατεύθυνση.
Μάλιστα, το ερώτημα έχει κεφαλαιώδη σημασία, από τη στιγμή που το επιχειρηματικό σχέδιο της εταιρείας συμφερόντων Κυριακούλη έχει λάβει όλες τις απαραίτητες εγκρίσεις από τους αρμόδιους κυβερνητικούς φορείς (Υπουργείο Τουρισμού, Διεύθυνση Τουριστικών Λιμένων και ΕΤΑΔ ΑΕ), ενώ έχει συναινέσει και μια σειρά Δήμων (Λευκάδος) και Περιφερειών (Αττικής) για δημιουργία νέου καθεστώτος στις κατά τόπους μαρίνες.
Τα παραπάνω είναι πραγματικά γεγονότα, με την όποια σημασία μπορεί να δώσει ο καθένας σ’ αυτά. Το τουρκικό ενδιαφέρον για τις μαρίνες της Ελλάδος, μεταξύ αυτών της Καλαμάτας, έχει ανοίξει, όμως, κι έναν κύκλο… σεναρίων για το πού αποσκοπούν όλες αυτές οι επιχειρηματικές κινήσεις.
Μέχρι στιγμής, η συζήτηση περιορίζεται σε οικονομικό και «αναπτυξιακό» επίπεδο, ωστόσο υπάρχει και μια άλλη, πολύ πιο σημαντική διάσταση, την οποία ανέδειξε το περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, οι Τούρκοι έχουν στόχο να μετατρέψουν τις ελληνικές μαρίνες σε τουρκικές βάσεις – παρατηρητήρια, από όπου θα ελέγχουν τον ελληνικό θαλάσσιο χώρο. Μάλιστα, η κυβέρνηση δείχνει να κωφεύει επιδεικτικά στις σφοδρές αντιρρήσεις του Πολεμικού Ναυτικού, ενώ το πρόσταγμα δεν το έχει άλλος από τον υπουργό Οικονομικών, Γιάννη Στουρνάρα, που μαζί με τους δανειστές κυβερνούν αυτή τη χώρα.
Συγκεκριμένα, το δημοσίευμα θέτει ευθέως ζήτημα εθνικής ασφαλείας: «H σημαντικότερη διάσταση του θέματος τίθεται από απόψεως εθνικής ασφαλείας, η οποία αγνοήθηκε τελείως παρά το γεγονός ότι ο νόμος απαγορεύει την πώληση ακινήτων ή παραχώρησή τους στη γειτονική χώρα, κάτι που προφανώς “ξεχάστηκε” μπροστά στην ανάγκη να καλύψουμε τις υποχρεώσεις μας έναντι των δανειστών μας.
Λίγα παραδείγματα από την άποψη αυτή: Oι τουρκικές εταιρείες θα μπορούν να εγκαταστήσουν στις μαρίνες ραντάρ επιφανείας με πρόσχημα την ασφαλή προσέγγιση σκαφών, με αποτέλεσμα οι Τούρκοι να αποκτήσουν αντίστοιχα με τα δικά μας παρατηρητήρια στο Αιγαίο.
Επίσης, κλειστό κύκλωμα τηλεοράσεως (CTV) για τους ίδιους λόγους (ασφάλεια των σκαφών της μαρίνας), με το οποίο θα ελέγχονται οι πάντες και τα πάντα σε ευρύτερη περιοχή και ακόμη και κάμερες νυχτερινής παρατηρήσεως, με τις οποίες ο έλεγχος αυτός θα μπορεί να γίνεται επί εικοσιτετραώρου βάσεως.
Αν δει κανείς τον έλεγχο αυτό, ρίχνοντας μια ματιά στο χάρτη (Αιγαίο, Ιόνιο, Κρήτη, άκρον της Πελοποννήσου) με όλες αυτές τις θέσεις αυτών, θα καταλάβει τη σημασία των εξελίξεων, όταν μόνο για παραχώρηση της μαρίνας της Μυτιλήνης οι αντιδράσεις του Πολεμικού Ναυτικού ήταν κάτι περισσότερο από έντονες, χωρίς φυσικά να ληφθούν υπ’ όψιν».
Επίσης, σημειώνεται ότι «οι Τούρκοι μεγαλοεπιχειρηματίες είναι πασίγνωστοι για τη στενή συνεργασία και διασύνδεσή τους με το τουρκικό κράτος, ακόμα και σε ζητήματα προμηθειών στρατιωτικού υλικού».
Σε νεότερο δημοσίευμά του το περιοδικό σχολιάζει ότι, εκτός από την έμπρακτη κυβερνητική στήριξη, το βαθύ κράτος της Τουρκίας βρίσκει «υποστήριξη και από τη στάση μέρους του εγχώριου επιχειρηματικού κόσμου, που, στην προσπάθειά του να διασωθεί, παραχωρεί αντί πινακίου φακής κρίσιμες ελληνικές υποδομές.
Απέναντι στο διττό ρόλο που παίζουν οι Τούρκοι επιχειρηματίες, οι Έλληνες περιορίζονται σε θέση άμυνας, προτάσσοντας το στενό οικονομικό συμφέρον, ακόμα και έναντι πιθανών κινδύνων για την εθνική ασφάλεια. Οι Έλληνες ιδιοκτήτες παίρνουν χρήματα και προσφέρουν “μάτια” και “αφτιά” στους Τούρκους “συνεταίρους” τους, αποδεικνύοντας ότι από τις αποφάσεις τους απουσιάζει η εθνική σκέψη και επικρατεί μόνο η λογική του κέρδους».
Όπως προείπαμε, τα δύο δημοσιεύματα δεν είναι παρά μια σεναριολογική ανάγνωση του τουρκικού ενδιαφέροντος για επενδύσεις στο χώρο των μαρινών. Το αν θα επαληθευτεί ή όχι είναι μια άλλη ιστορία…