Αυτές οι γιορτές ήταν πιο γλυκές για τον Νίκο Στράγκα, αφού είχε ένα λόγο παραπάνω για να τις γιορτάσει. Ο Έλληνας patissier κέρδισε, όχι μόνο την πρωτιά στον πιο σημαντικό διαγωνισμό γαστρονομίας της Δανίας, αλλά «εκθρόνισε» και μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα του χώρου.
Το να διαγωνίζεται κανείς μαζί με τον Rene Redzepi, τον καλύτερο σεφ του κόσμου, που για μία ακόμη χρονιά βρίσκεται στη νούμερο ένα θέση με το εστιατόριό του, “Noma”, σίγουρα δεν είναι εύκολη υπόθεση. Ούτε, βέβαια, μπορεί να συγκριθεί το διάσημο παγκοσμίως restaurant του με ένα ζαχαροπλαστείο που λειτουργεί μόλις ενάμιση χρόνο σε μια πόλη υψηλών απαιτήσεων, όπως η Κοπεγχάγη.
Ο Νίκος Στράγκας, όμως, μας έκανε να φουσκώσουμε από υπερηφάνεια. Ο Έλληνας ζαχαροπλάστης, με καταγωγή από την Καλαμάτα και τη Μάνη, απέδειξε ότι είναι σπουδαίος τεχνίτης, αφού κατάφερε, όχι μόνο να κερδίσει στο διαγωνισμό με τις γευστικότατες δημιουργίες του, αλλά και να ανεβάσει ακόμη περισσότερο τον πήχυ στο γαστρονομικό χάρτη της Δανίας.
-Πώς αισθάνεσαι που κέρδισες την πρώτη θέση σε έναν τόσο σημαντικό διαγωνισμό;
Ήταν πολύ όμορφη στιγμή και ταυτόχρονα λίγο αμήχανη. Όλοι οι μεγάλοι σεφ ήταν εκεί. Και στην πρώτη σειρά ο Rene Redzepi να με κοιτάει με απορία. Ήταν απίστευτα σημαντικό για μένα. Το να κερδίζεις εσύ το καλύτερο γλυκό της χρονιάς και να είσαι και ξένος, είναι μεγάλη υπόθεση.
-Έχεις περίπου εννέα χρόνια στη Δανία…
Ναι, αλλά δεν παύω να είμαι Έλληνας. Η γυναίκα μου, η Lotte, είναι Δανή, και αυτός ήταν και ο λόγος που παρέμεινα εδώ στην Κοπεγχάγη.
-Το ζαχαροπλαστείο σου έχει μόλις ενάμιση χρόνο λειτουργίας. Πόσο δύσκολο ήταν να ξεκινήσεις τη δική σου επιχείρηση εκεί;
Πολύ! Όχι τόσο με τα διαδικαστικά θέματα, τα χαρτιά κ.λπ., αλλά με το κεφάλαιο. Πουλήσαμε τα διαμερίσματα που είχαμε, επειδή η τράπεζα δε μας έδινε χρήματα. Πήραμε, λοιπόν, αυτή την απόφαση και προσπαθούμε με τη γυναίκα μου να βελτιωνόμαστε μέρα με την ημέρα. Πάμε σιγά σιγά. Είμαστε μια μικρή οικογενειακή επιχείρηση. Τώρα σχεδιάζουμε τα κουτιά μας.
-Από ανταγωνισμό;
Ουσιαστικά δεν υπάρχουν πολλά «καθαρά» ζαχαροπλαστεία εδώ στην Κοπεγχάγη. Είναι ένα – δύο. Υπάρχουν πολλοί φούρνοι οι οποίοι προσφέρουν και κάποια γλυκά. Το γλυκό για τους Δανούς δεν είναι πρώτη προτεραιότητα, αλλά μια πολυτέλεια με τελείως διαφορετική καταναλωτική φιλοσοφία. Παρ’ όλα αυτά, αγαπούν τα μάφιν μας!
-Ποιο είναι το ιδανικό ζαχαροπλαστείο για σένα;
Χωρίς δεύτερη σκέψη θα σου πω ότι είναι εκείνο που θα μπορεί να έχει τις δικές του πρώτες ύλες. Να έχω, δηλαδή, τη δική μου μικρή φάρμα και να μπορώ να παίρνω καθαρό φρέσκο γάλα, το δικό μου βούτυρο, τη δική μου κρέμα γάλακτος, τα δικά μου αυγά. Ακόμη και σοκολάτα από τα δικά μας κακαόδεντρα!
-Είπες για τις καταναλωτικές συνήθειες των Δανών στα γλυκά. Οι Έλληνες πώς ψωνίζουν;
Πρέπει ν’ αλλάξουμε τη νοοτροπία του φθηνού υλικού. Δε μας πειράζει να πληρώσουμε 4,5 και 5 ευρώ για έναν καπουτσίνο που γίνεται σ’ ένα λεπτό και δυσανασχετούμε όταν μια πάστα έχει τα ίδια χρήματα, η οποία – εκτός του κόστους των υλικών – χρειάζεται μέχρι και 4 ώρες για να την ετοιμάσεις. Είναι λίγο παράλογο, δε νομίζεις;
-Για όσους ταξιδέψουν στην Κοπεγχάγη, τι θα τους κεράσεις όταν έρθουν στο μαγαζί σου;
Χειροποίητα σοκολατάκια με γέμιση καραμέλας σε ειδική συσκευασία, πολύχρωμα μακαρόν και ολόφρεσκα παστάκια και τούρτες! Επίσης, το δικό μας μείγμα για ζεστή σοκολάτα. Όχι αρωματισμένη, αλλά καθαρή γεύση, με άριστης ποιότητας πρώτη ύλη. Τα αρωματικά χρησιμοποιούνται για να καλύψουν τη γεύση, όταν η σοκολάτα δεν είναι καλής ποιότητας.
-Η εκπομπή σου στη δανέζικη τηλεόραση πώς πάει; Έχει τηλεθέαση; Έμαθα ότι απέκτησες πολλές φανατικές θαυμάστριες, είναι αλήθεια;
(Γέλια) Πήγε πολύ καλά. Παρουσιάζει τις συνταγές μου κάθε δύο εβδομάδες. Για να λέμε, πάντως, και του στραβού το δίκιο, δεν έχω το μυαλό μου στη δημοσιότητα και όλα αυτά που την περιβάλλουν. Το ζήτημα – και το λέω ειλικρινά – είναι να βλέπεις και τα οικονομικά σου. Έρχεται και δεύτερο παιδάκι στην οικογένεια!
-Αλήθεια, ετοιμάζεις γλυκά με την κόρη σου;
Βεβαίως! Τη βάζω να διακοσμεί με το κορνέ, τα πλάθει, τα ανακατεύει. Περνάμε υπέροχα κάθε φορά.
-Να υποθέσω ότι το ίδιο έκανες κι εσύ μικρός;
Ε, ναι… Θυμάμαι ακόμη τη μυρωδιά από το κέικ πορτοκάλι με βανίλια που έφτιαχνε η μητέρα μου. Να φανταστείς, τόσο πολύ μου άρεσε, που έβαζα το χέρι στην ωμή ζύμη και την έτρωγα! Δεν περίμενα να ψηθεί! Έφτιαχνε, επίσης, και τέλειο γαλατομπούρεκο. Ένα γλυκό που – όσο περίεργο και αν ακουστεί – δεν ξέρω να φτιάχνω.
-Μπορείς να μας αποκαλύψεις τα επόμενα σχέδιά σου;
Καταρχάς, το πρώτο που έχω στο μυαλό μου να κάνω είναι να σχεδιάσω τη συγγραφή ενός βιβλίου με συνταγές ζαχαροπλαστικής και, βέβαια, να προχωρήσω τη βελτίωση ακόμη περισσότερο του επιπέδου στο μαγαζί. Όσον αφορά στο βιβλίο, θα κυκλοφορήσει αρχικά στη Δανία και έπειτα, αν όλα πάνε καλά, και στην Ελλάδα.
ΠΗΓΗ: «Ο Κόσμος του Επενδυτή»