Περιμένοντας τη λύση για τα απορρίμματα…


 

Πρέπει να αποζημιωθούν

 

Του Χάρη Χαραλαμπόπουλου 

 

Κόλαφο για την Τράπεζα Κύπρου ως προς τους χειρισμούς της στην προώθηση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου (ΜΑΕΚ) σε ιδιώτες επενδυτές αποτελεί το πόρισμα του Συνηγόρου του Καταναλωτή, στον οποίο προσέφυγαν ζητώντας δικαίωση δεκάδες άτομα σε όλη την Ελλάδα που αγόρασαν το συγκεκριμένο τραπεζικό προϊόν, χωρίς να γνωρίζουν τους κινδύνους.

Η εν λόγω Ανεξάρτητη Αρχή απευθύνει σύσταση προς την Τράπεζα Κύπρου να προβεί σε αποκατάσταση των ζημιωθέντων καταγγελλόντων – πελατών της, καταβάλλοντας σε αυτούς τα ποσά κεφαλαίου που επένδυσαν στους επίμαχους τίτλους απομειωμένα κατά τους ήδη καταβληθέντες τόκους.

Καλεί την Τράπεζα Κύπρου να της γνωστοποιήσει εγγράφως, εντός δέκα ημερών, αν αποδέχεται τα διαλαμβανόμενα στην παρούσα έγγραφη σύσταση, ενώ αποφάσισε ότι σε περίπτωση που δεν αποδεχθεί, ο Συνήγορος του Καταναλωτή δύναται να ενεργήσει σύμφωνα με όσα προβλέπονται από τη νομοθεσία.

 

Η «πρώτη σημαντική δικαίωση»

«Το πόρισμα (που έχει ήδη αναρτηθεί στο μπλογκ maek.gr.blogspot.gr) είναι η πρώτη σημαντική δικαίωση του αγώνα μας, μετά από 15 μήνες, για όλους τους παραπλανημένους κατόχους», σχολίασε μιλώντας στο «Θάρρος» η εκ των νομικών συμβούλων του Συλλόγου Κατόχων ΜΑΕΚ, Ευαγγελία Καούρη.

Όπως μας είπε, τρεις ημέρες πριν από την έκδοση του πορίσματος (στις 22 Φεβρουαρίου) τέσσερα μέλη του Συλλόγου και η ίδια συναντήθηκαν με τον πρώτο αναπληρωτή διευθύνοντα σύμβουλο του Ομίλου της Τράπεζας Κύπρου, Ι. Πεχλιβανίδη, το διευθυντή της Τράπεζας στην Ελλάδα Ι. Σειραδάκη και τη νομική της σύμβουλο. «Προσπαθήσαμε να δούμε αν υπάρχουν σενάρια αποζημίωσης, αλλά από τη συζήτηση διεφάνη ότι οι όποιες λύσεις δε θα ήταν αποτελεσματικές, δεδομένου ότι η άλλη πλευρά επικαλέστηκε την τρόικα και τις δυσκολίες που υπάρχουν», ανέφερε και πρόσθεσε ότι μέλος του Συλλόγου διαπίστωσε μια προσπάθεια από πλευράς της τράπεζας να απαλλαγεί των ηθικών ευθυνών της, καθώς δε δίστασε να αφήσει «ξεκρέμαστους» τους υπαλλήλους της με το σκεπτικό ότι «στα τόσα καταστήματα, με τόσους υπαλλήλους, μπορεί κάποιος να μην τα κατάλαβε σωστά». Όπως σχολίασε το μέλος του Συλλόγου στην κα Καούρη, «οι υπάλληλοι θα χρησιμοποιηθούν ως αποδιοπομπαίοι τράγοι. Έχουν και αυτοί τη δική τους ευθύνη λόγω της τυφλής εμπιστοσύνης που είχαν στην τράπεζα, που, κατά τα φαινόμενα, δε θα διστάσει να τους “αδειάσει” στην πρώτη ευκαιρία».     

Θα πρέπει να αναφερθεί ότι ο Σύλλογος έχει περί τα 150 μέλη, πανελλαδικά και συνεχώς προστίθενται και νέα. Εκτός από την Καλαμάτα και την Αθήνα, ΜΑΕΚ έχουν αγοράσει άτομα από Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Αγρίνιο, Λειβαδιά, Βόλο, Τρίκαλα, Γρεβενά, Αλεξανδρούπολη, Μύκονο, Λευκάδα, Ηγουμενίτσα, Κέρκυρα, Ρόδο, Λάρισα και Κρήτη.

Πλέον, αν δεν γίνει δεκτή από την Τράπεζα Κύπρου η σύσταση του Συνηγόρου του Καταναλωτή, θα ξεκινήσει η κατάθεση αγωγών. Θα επιληφθεί του θέματος η Δικαιοσύνη και ο χορός των υποθέσεων θα αρχίσει. Σε πρώτη φάση θα υποβληθούν περί τις 20 αγωγές σε διάφορα σημεία της Ελλάδας.                  

 

Αναφορές από επενδυτές 

Όπως αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στο πόρισμα, η Ανεξάρτητη Αρχή «Συνήγορος του Καταναλωτή» δέχθηκε σημαντικό αριθμό αναφορών από επενδυτές που καταγγέλλουν την Τράπεζα Κύπρου για παραπλανητική προσυμβατική ενημέρωση κατά την προώθηση των Μετατρέψιμων Αξιόγραφων Ενισχυμένου Κεφαλαίου (ΜΑΕΚ). Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των καταναλωτών, αντιλήφθηκαν τον κίνδυνο που περιέκλειε η επένδυσή τους μετά από μια σειρά ανακοινώσεων και ενεργειών της τράπεζας από το Δεκέμβριο του 2011, όπως την αύξηση μετοχικού κεφαλαίου από εισαγωγή μετόχων λόγω μετατροπής ΜΑΕΚ, την τροποποίηση των όρων έκδοσης των ΜΑΕΚ (Μάιος 2032), με αποκορύφωμα την ειδοποίηση με ημερομηνία 15.6.2012 για υποχρεωτική ακύρωση πληρωμής τόκου των επίμαχων αξιόγραφων. Σύμφωνα με τις αναφορές των καταναλωτών -που προέρχονται από το σύνολο της ελληνικής επικρατείας-, το επενδυτικό προϊόν τους είχε πωληθεί ως παραπλήσιο προθεσμιακής κατάθεση πενταετούς διάρκειας, με προνομιακό επιτόκιο και εγγυημένη επιστροφή κεφαλαίου στη λήξη του. Το σύνολο των καταναλωτών αναφέρει, επίσης, ότι η όποια προσυμβατική πληροφόρηση ήταν προφορική και διατηρούσε επί σειρά ετών αγαστή συνεργασία με την εν λόγω τράπεζα, έχοντας αποκτήσει ισχυρούς δεσμούς εμπιστοσύνης με τους υπαλλήλους που τους εξυπηρετούσαν, ενώ σε αρκετές περιπτώσεις, κυρίως στην επαρχία, υπήρχαν και κοινωνικές σχέσεις μεταξύ τους. Ως αποτέλεσμα των παραπάνω ενεργειών της τράπεζας, οι καταγγέλλοντες έχουν ήδη απολέσει τόκους επί του κεφαλαίου τους λόγω της υποχρεωτικής ακύρωσης πληρωμής τόκου για το έτος 2012, ενώ το ύψος της επένδυσής τους εξαρτάται από μελλοντικούς αστάθμητους παράγοντες (ανακεφαλαιοποίηση τραπεζών, υποχρεωτική μετατροπή των αξιόγραφων σε μετοχές) με σημαντική πιθανότητα να απολέσουν σημαντικό μέρος του επενδυθέντος  κεφαλαίου τους.

 

Συνήγορος του Καταναλωτή  

Ο «Συνήγορος του Καταναλωτή» διαβίβασε στην Τράπεζα Κύπρου τις αναφορές και ζήτησε να εκτεθούν εγγράφως οι απόψεις της. Η τράπεζα απάντησε ότι η συμμετοχή στο συγκεκριμένο ομόλογο ήταν επιλογή των καταναλωτών, χωρίς να τους παρασχεθεί οποιαδήποτε επενδυτική συμβουλή, ενώ οι καταναλωτές έχουν λάβει όλα κατά το νόμο προβλεπόμενα ενημερωτικά έντυπα, όπως άλλωστε αναφέρεται στις αιτήσεις για την απόκτηση των ομολόγων. Επίσης, επισήμανε ότι η διάθεση ομολόγων μέσω δημόσιας εγγραφής προς το επενδυτικό κοινό δεν αποτελεί επενδυτική υπηρεσία.

Όμως, η Ανεξάρτητη Αρχή έλαβε υπόψη της και προσμέτρησε τους ισχυρισμούς των καταγγελλόντων για ενημέρωσή τους από άτομα μη πιστοποιημένα ως προς την επαγγελματική τους επάρκεια, πως η τράπεζα δεν ενημέρωσε κατάλληλα τους συναλλασσόμενους, πως οι πληροφορίες που παρέχουν σε πελάτες ή σε δυνητικούς πελάτες, συμπεριλαμβανομένων των διαφημιστικών ανακοινώσεων, πρέπει να είναι ακριβείς, σαφείς και μη παραπλανητικές. Οι διαφημιστικές ανακοινώσεις πρέπει να μπορούν να αναγνωρίζονται σαφώς ως τέτοιες. Επίσης, έκρινε ως παραπλανητική την εμπορική πρακτική που ακολουθήθηκε, η οποία τεκμαίρεται και όταν ο προμηθευτής αποκρύπτει ουσιώδεις πληροφορίες, ενώ αναγνωρίζει, ανάμεσα σε άλλα, ότι όποιος με πρόθεση ζημίωσε άλλον κατά τρόπο αντίθετο προς τα χρηστά ήθη, έχει υποχρέωση να τον αποζημιώσει.