Κατέβηκε τα 999 σκαλιά με ποδήλατο


Με την ανάλυση των ισχυρισμών των κατηγορουμένων, από τους συνηγόρους υπεράσπισης, προκειμένου να αντικρουστεί η πρόταση της εισαγγελέως, συνεχίσθηκε χθες, για μια ακόμη ημέρα, η δίκη στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων για τη διπλή δολοφονία πατέρα και γιου Μεσάι.
Η δίκη ξεκίνησε νωρίς το πρωί και συνεχίσθηκε μέχρι τις 9.00 το βράδυ, σε μια εξαντλητική διαδικασία. Περίπου τότε διεκόπη, για να συνεχισθεί τη Δευτέρα.
 
Αρνείται ηθική αυτουργία
Η πρώτη συνήγορος υπεράσπισης του 50χρονου που κατηγορείται ως αρχηγός της οργάνωσης και της συντρόφου του, Σταυρούλα Γιαννοπούλου, ξεκίνησε την αγόρευσή της, εκφράζοντας τα συλλυπητήρια των κατηγορουμένων στην οικογένεια των θυμάτων και κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στο κλητήριο θέσπισμα και τη διαδικασία.
Όπως είπε, το κλητήριο θέσπισμα έχει διογκωμένες κατηγορίες και η διαδικασία πάσχει από ακυρότητα, αφού από την Αστυνομία απαγορεύτηκε η δημοσιότητα, καθώς δεν επιτρεπόταν η πρόσβαση στην αίθουσα σε όποιον ήθελε. Επίσης, είπε ότι η παρουσία κουκουλοφόρων αστυνομικών μέσα στην αίθουσα μόνο Δικαιοσύνη δε θυμίζει, ενώ κατήγγειλε πως δύο κατηγορούμενοι χτυπήθηκαν άσχημα στην Αστυνομία κατά τη σύλληψή τους, σε σημείο να «ουρούν αίμα».
Αναλύοντας τις κατηγορίες, για το αν υπάρχει εγκληματική οργάνωση είπε πως δεν προκύπτει καμία συλλογική θέληση. Δεν αποδείχθηκε, κατά την κα Γιαννοπούλου, η κοινή ένωση και, κατά συνέπεια, δεν πληρούνται οι αντικειμενικές προϋποθέσεις για την κατηγορία αυτή. Για τις ανθρωποκτονίες και την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας, ανέφερε ότι το Δικαστήριο πρέπει να δικαιολογήσει ότι υποκινητής των δραστών ήταν ο 50χρονος. Πρόσθεσε πως, αν είχε πρόθεση να σκοτώσει τον 35χρονο Φελίμ Μεσάι, είχε πολλές ευκαιρίες να το κάνει ο ίδιος, αφού εργάζονταν πολλές ώρες μαζί και το Δικαστήριο πρέπει να αποφασίσει αν, τελικά, θεωρεί ότι ο 50χρονος είναι έμπειρος και σκληρός κακοποιός ή ατζαμής και βλάκας. Χαρακτήρισε, λοιπόν, ανυπόστατη την κατηγορία για ηθική αυτουργία, ενώ για τις παρακολουθήσεις των τηλεφώνων, είπε ότι απομαγνητοφωνήθηκαν αποσπάσματα και έγινε ανεπίτρεπτη αξιολόγηση του αποδεικτικού υλικού.
Για την επίσης κατηγορούμενη σύντροφό του, η κα Γιαννοπούλου είπε ότι κατέστρεψε τη ζωή της από τα ναρκωτικά, αλλά δεν έχει καμία σχέση με διακίνηση τέτοιων ουσιών.
 
Ποινικός μύθος
Για τη συγκεκριμένη κατηγορούμενη ξεκίνησε την αγόρευσή του και ο έτερος συνήγορό τους, κ. Κανελλόπουλος, ο οποίος τόνισε ότι ο ρόλος της στην υπόθεση είναι το ερωτικό πάθος για τον 50χρονο κατηγορούμενο και το κοινό τους πάθος για τα ναρκωτικά, τα οποία κατείχαν για προσωπική χρήση. Πρόσθεσε δε, ότι από πουθενά δεν αποδείχτηκαν ποσότητες ναρκωτικών και, κατά συνέπεια, σύμφωνα με τον κ. Κανελλόπουλο, δεν μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα για προσδοκώμενο όφελος άνω των 75.000 ευρώ.
Για τον 50χρονο κατηγορούμενο, είπε ότι είναι πολυτοξικομανής εδώ και 20 χρόνια, ενώ έχει 12 ιατροδικαστικές πραγματογνωμοσύνες και 6 δικαστικές αποφάσεις ως τοξικομανής. Θεωρείται, όπως είπε, ποινικός μύθος στις φυλακές, ενώ η κοινή γνώμη και τα δικαστήρια τον αντιμετωπίζουν πάντα με προκατάληψη.
Ο κ. Κανελλόπουλος συνέχισε ότι από το 1998 έως σήμερα έχει αποδεχτεί όλες τις πράξεις που έχει κάνει, αλλά γίνεται παράφρων όταν του καταλογίζουν πράξεις που δεν έχει κάνει. Γι’ αυτό, όπως είπε, «αντρίκεια» παραδέχθηκε ότι έπαιρνε κάποια χρήματα από καταστήματα, αλλά δεν πήγε σε κανέναν να «βάλει το πιστόλι στο κρόταφο». Αρνείται δε την όποια σχέση με τις δολοφονίες.
Καταλήγοντας αναφέρθηκε και στις εγκληματικές οργανώσεις, λέγοντας: «Στην Ελλάδα έχουμε τόσες, όσες δεν υπάρχουν στον κόσμο όλο». Όπως εξήγησε, είναι η μοναδική κατηγορία που επιτρέπει την παρακολούθηση τηλεφωνικών συνομιλιών.
 
Αρνείται ηθική αυτουργία
Τη σκυτάλη των αγορεύσεων πήρε στη συνέχεια ο άλλος συνήγορος του κατηγορούμενου ζευγαριού, Γιώργος Ράλλης, τονίζοντας ότι η τοξικομανία είναι δεύτερη φύση του 50χρονου και δεν έχει καμία σχέση με τις δολοφονίες. «Υπήρξε υπερβολή», είπε, «στην αγόρευση της εισαγγελέως, εξαιτίας του χαμού με αυτό τον τρόπο ενός παιδιού. Και δεν τολμώ ούτε συγγνώμη να πω σε μια μάνα που έσφαξαν το παιδί της». Ακολούθως, παρατήρησε ότι ο 50χρονος με «λεβεντιά» παραδέχθηκε τις συναλλαγές με τα καταστήματα και προσπάθησε να εξηγήσει ότι αυτά μπορεί να ξενίζουν την κοινή γνώμη, αλλά συμβαίνουν, επισημαίνοντας πως ένας άνθρωπος σαν τον 50χρονο που βγαίνει από τη φυλακή, το βλέπει, δυστυχώς, ως το μόνη τρόπο για να βγάλει μεροκάματο. Ζήτησε, δε, από τους δικαστές να δουν το συγκεκριμένο θέμα με κοινωνική προσέγγιση.
Για την εγκληματική οργάνωση, είπε πως ό,τι έκαναν ήταν άθλια ερασιτεχνικό και δεν είχαν καμία δομή, ενώ για τα ναρκωτικά σημείωσε ότι είναι δεδομένη η τοξικομανία του και δε βρέθηκαν ποσότητες που να αναφέρονται στις κατηγορίες.
Έκλεισε την αγόρευσή του με το θέμα των ανθρωποκτονιών, τονίζοντας ότι δε δέχεται με τίποτα την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας. Ιδιαίτερα για το παιδί, σημείωσε ότι δεν είχε κανένα προηγούμενο μαζί του, ακόμα και αν το δικαστήριο δεχθεί ότι είχε προηγούμενα με τον πατέρα του μικρού. Μάλιστα, επισήμανε ότι το παιδί ήταν αυτόπτης μάρτυρας της δολοφονίας του πατέρα του και για το δολοφόνο ήταν μονόδρομος η τύχη του.
 
Εκβιάσεις
Για το δίδυμο αδελφό του 50χρονου που καταζητείται, η συνήγορος υπεράσπισής του, Γιώτα Παντελεάκη, άρχισε λέγοντας ότι μόνο το 2011 παρακολουθήθηκαν στην Ελλάδα 1,5 εκατ. τηλέφωνα και πως η κατηγορία της εγκληματικής οργάνωσης είναι ο μόνος τρόπος για να γίνουν παρακολουθήσεις. Επίσης, πως ο κατηγορούμενος είναι τοξικομανής και δεν αποδείχθηκε τίποτα για μεγάλες ποσότητες. Χαρακτήρισε δε επικίνδυνο να γίνεται λόγος για άγνωστες ποσότητες. Για την κατηγορία της απλής συνέργειας σε ανθρωποκτονία, σημείωσε ότι δεν αποδείχτηκε τίποτα που να τη στοιχειοθετεί. Για την κατηγορία των εκβιασμών, τόνισε ότι κανείς δεν κατέθεσε ότι τον ενόχλησε ο κατηγορούμενος για χρήματα.
Η ίδια συνήγορος για τη σύντροφο του καταζητούμενου που κάθεται στο εδώλιο είπε ότι για να σταθεί η κατηγορία ότι είναι μέλος εγκληματικής οργάνωσης, πρέπει να αποδειχτεί ότι με τη θέλησή της εντάχθηκε. Επίσης, σημείωσε ότι είναι χρόνια τοξικομανής και δεν προκύπτει από πουθενά η διακίνηση ποσοτήτων. Στο ίδιο πνεύμα, συμπλήρωσε για το δεύτερο αυτό ζευγάρι και ο έτερος συνήγορος Γ. Ράλλης.
Για τον υπάλληλο δημόσιου οργανισμού, η δικηγόρος του Γιώτα Πολυμενέα είπε ότι δεν εκβίασε κανέναν και δε συμμετείχε σε εγκληματική οργάνωση. Πρόσθεσε ότι στις συνομιλίες δεν υπάρχει κανένα στοιχείο βίας και απειλής, καθώς, όπως υποστήριξε, η βία πρέπει να είναι άμεση και όχι μέσω τηλεφώνου. Για την υπόθαλψη εγκληματία, σημείωσε ότι δεν αποδείχθηκε ότι παρέλαβε την καραμπίνα του φόνου, ούτε πως γνώριζε ότι ζήτησε από το φίλο του δημόσιο υπάλληλο να μεταφέρει στην Αθήνα έναν δολοφόνο.
Ο έτερος συνήγορος του κατηγορουμένου, Παναγιώτης Μπαλακτάρης, τόνισε ότι η πρόταση της εισαγγελέως ήταν μόνο για να ικανοποιηθεί η κοινή γνώμη της Μεσσηνίας, χαρακτηρίζοντας λάθος το κλητήριο θέσπισμα. Επιβεβαιώθηκε, όπως είπε, ότι συνεργαζόταν με νυχτερινά καταστήματα για να βγάζει μεροκάματο, ενώ από πουθενά δεν αποδείχτηκε ότι υπάρχει εκβιασμός.
Για την κατηγορία ότι πήρε την καραμπίνα του φόνου και την εξαφάνισε, ο κ. Μπαλακτάρης τόνισε πως ούτε από συνομιλία ούτε από άλλο στοιχείο αποδείχθηκε κάτι τέτοιο και πως χωρίς αυτή την κατηγορία, ο πελάτης του δεν μπορεί να κατηγορηθεί για συμμετοχή στην εγκληματική οργάνωση.
Για την κατηγορία της υπόθαλψης εγκληματία, τόνισε πως ο κατηγορούμενος δε γνώριζε ποιον θα ζητήσει από το φίλο του να μεταφέρει στην Αθήνα και η αίσθησή του ήταν πως θα μεταφέρει την κόρη του 50χρονου κατηγορούμενου.
 
«Δεν είναι επαγγελματίας δολοφόνος»
Ο δικηγόρος Χρήστος Κουτσουρούπας, υπερασπιζόμενος τον Αλβανό που χρησιμοποιούσε το όνομα «Νίκο», τόνισε ότι δε στοιχειοθετείται από πουθενά η συμμετοχή του σε εγκληματική οργάνωση. Επίσης, ότι κανείς δεν μπορεί να μιλήσει για επαγγελματία δολοφόνο, καθώς δεν έχει καταδικαστεί για άλλες δολοφονίες, ενώ το συγκεκριμένο συμβάν, όπως υποστήριξε, δεν ήταν ούτε προσχεδιασμένο, ούτε οργανωμένο. «Δεν είναι ο ψυχρός εκτελεστής», όπως είπε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι ένας επαγγελματίας δε ρίχνει 3 βολές στο θύμα του από τόσο κοντινή απόσταση, ενώ όλα έγιναν όταν ο Φελίμ Μεσάι επιχείρησε να πιάσει όπλο. Τότε πυροβόλησε ο «Νίκο» και, όπως είπε ο δικηγόρος του, το έκανε για να αποτρέψει κίνδυνο για τη ζωή του. Επίσης, σημείωσε ότι τη στιγμή εκείνη ήταν μειωμένου καταλογισμού, καθώς είχε κάνει χρήση κοκαΐνης.
Η έτερος συνήγορος του κατηγορουμένου, Σοφία Εξουσίδου, σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή του σε εγκληματική οργάνωση, σημείωσε ότι δεν έχουν προκύψει συνεχείς συνομιλίες με τους υπόλοιπους κατηγορούμενους, ούτε βρέθηκαν ναρκωτικά και όπλα στην κατοχή του.
Η δουλειά η δική του, όπως είπε, ήταν η μεταφορά ναρκωτικών και έτσι είχε γνωριστεί με το Μεσάι. Ανέλυσε τον ισχυρισμό του κατηγορούμενου, πως ο Μεσάι τον εκβίαζε με τη δολοφονία του Σωτήρη Ψυχόπαιδα, την οποία είχε διαπράξει ο Μεσάι, επισημαίνοντας πως συνηθίζεται στον υπόκοσμο να εμπλέκεις κάποιον σε κάτι, για να το έχεις του «χεριού σου».
Υπογράμμισε ότι ο «Νίκο» δεν είχε πρόθεση να σκοτώσει τον Μεσάι και πως αν ήθελε κάτι τέτοιο θα το είχε κάνει και δεν τον έβρισκαν. Μάλιστα, είπε ότι γνώριζε από τακτικές, καθώς είναι γιος αστυνομικού, ο οποίος στην Αλβανία κατέχει υψηλό αξίωμα.
Συμπλήρωσε πως δεν ήρθε από την Αθήνα με όπλο και η καραμπίνα ανήκε στον ίδιο το Φελίμ Μεσάι, ενώ τη στιγμή που βρίσκονταν στο αυτοκίνητο την κρατούσε ο κατηγορούμενος.
Κλείνοντας την αγόρευσή της καθ’ υπόδειξη του κατηγορουμένου, είπε ότι τη στιγμή εκείνη, από τη χρήση κοκαΐνης και τον καυγά που είχε με το θύμα, ήταν τόσο «δοσμένος» που μπορούσε να κάνει τα πάντα. Θυμάται, όμως, μόνο μέχρι τη στιγμή που πυροβόλησε τον Φελίμ Μεσάι.
Ο συνήγορος υπεράσπισης του 24χρονου που η εισαγγελέας υπέδειξε ότι κρατούσε το μαχαίρι που αφαίρεσε τη ζωή του παιδιού, Φώτης Λαπιώτης, τόνισε πως δεν προέκυψε ούτε ένα στοιχείο για συμμετοχή του στις ανθρωποκτονίες. Προέκυψε, όπως είπε, ότι ο Αλβανός «Νίκο» είχε στη μέση του ένα μαχαίρι, κάτι που επιβεβαιώνει και ο επίσης κατηγορούμενος ξάδελφος του 24χρονου. Και με την καραμπίνα, όπως είπε και με το μαχαίρι, απείλησε τους δύο νεαρούς για να τον φυγαδεύσουν από τον τόπο του εγκλήματος.
Επανέλαβε, όπως και ο 24χρονος στην απολογία του, πως όταν άκουσε μέσα στο αυτοκίνητο τους πυροβολισμούς, σοκαρίσθηκε τόσο που πήδηξε έξω. Πρόσθεσε ακόμη πως από πουθενά δεν προκύπτει ότι ο 50χρονος κατηγορούμενος ως αρχηγός της οργάνωσης έδωσε στον 24χρονο το μαχαίρι, ενώ έθιξε και την αξιοπιστία του μάρτυρα που βρήκε τα δύο πτώματα στο αρδευτικό κανάλι. Καταλήγοντας είπε ότι ο 24χρονος βρέθηκε τη λάθος στιγμή στον λάθος τόπο και πως δεν προκύπτουν γι’ αυτόν ούτε αποχρώσες ενδείξεις.
Η έτερος συνήγορος του 24χρονου, Μαρίνα Λαθούρη, αναφέρθηκε επίσης στην αξιοπιστία του μάρτυρα και υπογράμμισε ότι το παιδί ήταν μάρτυρας του φόνου του πατέρα του και ο Αλβανός «Νίκο» είχε κίνητρο.
 
Κατηγορούμενος αστυνομικός
Ο συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορούμενου πρώην αστυνομικού, Διονύσης Αλευράς, ξεκίνησε την αγόρευσή του παρουσιάζοντας φανταστική συνομιλία του με έναν πελάτη που έχει καταδικασθεί σε κάθειρξη για ναρκωτικά και σε αυτή υπάρχει οικειότητα.
«Ταυτίζομαι συνομιλώντας μαζί του και συγχρωτίζομαι. Αυτό σημαίνει ότι έχω κάνει αδίκημα; Μια τέτοια συνομιλία έχει κρατήσει έναν αστυνομικό που έχει πάρει εύφημους μνείες από το Νοέμβριο στη φυλακή», τόνισε ο κ. Αλευράς. Εξήγησε ότι κατά την απαγγελία των δύο κατηγοριών εις βάρος του (ως μέλος της οργάνωσης και ως πληροφοριοδότης) υπήρξε διαφωνία εισαγγελέα και ανακριτή και το αρμόδιο Δικαστικό Συμβούλιο την πρώτη φορά αποφάσισε υπέρ του και τη δεύτερη την προφυλάκισή του. Είπε ότι οι κατηγορίες δεν αντέχουν στην κοινή λογική και ότι ο κατηγορούμενος δεν μπόρεσε να αφομοιώσει τα όριά του, αλλά ηθικά και κοινωνικά και όχι νομικά. Αναφέρθηκε στη συνέχεια στη διάφανη, όπως τη χαρακτήρισε, διαδρομή και του ιδίου και της οικογένειάς του, ενώ επισήμανε πως η παροχή πληροφοριών πρέπει να προσδιορισθεί από το Δικαστήριο, ποιες είναι αυτές που βοήθησαν τη δράση της οργάνωσης και όχι να είναι αόριστες. Μάλιστα, είπε πως αν ο κατηγορούμενος ήταν πληροφοριοδότης της, τότε δε θα είχαν συλληφθεί.
Ο έτερος συνήγορος του κατηγορουμένου, Ευτύχης Αλιγιζάκης, είπε πως, αν αναπόδεικτα, ισχυρισθεί κάποιος ότι πράγματι μετά τη συνομιλία του με τον καταζητούμενο 50χρονο πήγε και πήρε όπλο από το σπίτι της συντρόφου του, δεν πρόκειται για παροχή πληροφοριών στην οργάνωση. Παράλληλα, είπε ότι κανείς συνάδελφός του, που αυθορμήτως κατέθεσαν, δεν άφησε να εννοηθεί, όχι ότι κάτι έκανε, αλλά και ότι είχε ποτέ ακουσθεί κάτι μεμπτό για τον κατηγορούμενο.

Της Βίκυς Βετουλάκη