Τα αμνοερίφια της Μεσσηνίας υπερκαλύπτουν τις ανάγκες για το Πάσχα

Τα αμνοερίφια της Μεσσηνίας  υπερκαλύπτουν τις ανάγκες για το Πάσχα

 
Μεγάλη πτώση σημειώνει η τιμή της Ελιάς Καλαμών στη Μεσσηνία και όσοι είχαν αποθηκεύσει το προϊόν τους ελπίζοντας ότι η τιμή θα ανέβαινε, τώρα αντιμετωπίζουν πρόβλημα.
Συγκεκριμένα, όπως μας έλεγε χθες ο πρόεδρος της Κοινότητας Τρικόρφου και πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Μεσσήνης, Ηλίας Πατσιώτης, οι τιμές κυμαίνονται ως εξής:
Στις 200άρες (200 ελιές / 1 κιλό) είναι από 1,10 έως 1,20, όταν πέρυσι ήταν 1,60 ευρώ το κιλό.
Οι 300άρες έχουν 65 λεπτά το κιλό, όταν πέρυσι είχαν 1,40 ευρώ.
Οι 400άρες έχουν πέσει στα 25 λεπτά, όταν πέρυσι είχαν 80 λεπτά το κιλό.
«Και το χειρότερο είναι ότι οι παραγωγοί δεν ξέρουν πότε θα δουν τα χρήματά τους. Δίνουν το προϊόν έτσι, χωρίς να γνωρίζουν πότε θα πληρωθούν. Τοις μετρητοίς δεν υπάρχει. Δυστυχώς έτσι έχουν τα πράγματα και στο Τρίκορφο (κατεξοχήν παραγωγό περιοχή της Ελιάς Καλαμών), όπου αυτή τη στιγμή έχουν μείνει αποθηκευμένοι 500 τόνοι ελιάς».
 
Μέχρι και από Χιλή
Τώρα, για το πώς γίνεται το εκλεκτό και πιο φημισμένο προϊόν της Μεσσηνίας, με την Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης «Καλαμάτα» (την οποία πολλοί άλλοι νομοί «ζηλεύουν» και θα ήθελαν να έχουν), να μένει στα αζήτητα ή να πωλείται σε εξευτελιστικές τιμές, ο κ. Πατσιώτης λέει: «Οι ελιές μας χάνονται μέσα στις ελιές Καλαμών των άλλων περιοχών της Ελλάδας. Ακόμη και έμποροι από την περιοχή μας προτιμούν να αγοράσουν από αλλού. Μέχρι και από τη Χιλή φέρνουν ελιές. Έτσι είναι το εμπόριο, ο έμπορος κοιτάζει το κέρδος του. Φταίμε κι εμείς, όμως, γιατί είχαμε ένα συνεταιρισμό, αλλά δεν μπορέσαμε να τον λειτουργήσουμε όπως έπρεπε. Αν συγκεντρώναμε το προϊόν ενιαία, θα ήταν αλλιώς τα πράγματα. Θα μπορούσαμε να το διαχειριστούμε στην αγορά.
Ευτυχώς που η ελιά δεν αλλοιώνεται και κρατάει για ένα χρόνο. Πάντως, είναι κρίμα, αμαρτία, ένα προϊόν άριστο της περιοχής μας να βρίσκεται σε αυτή τη θέση. Ενώ η χρονιά είχε ξεκινήσει καλά και φαινόταν ότι θα συνέχιζε ακόμη καλύτερα, τελικά όχι μόνο δεν έχει τιμή, αλλά δεν μπορούμε και να το πουλήσουμε».

Της Μαρίας Νίκα