Ο ανθυπαστυνόμος της Ελληνικής Αστυνομίας αποτάχθηκε με ομόφωνη απόφαση του δευτεροβάθμιου πειθαρχικού συμβουλίου της ΕΛΑΣ, ενώ καταδικάστηκε και από τα ποινικά δικαστήρια σε φυλάκιση έξι μηνών με τριετή αναστολή για ελευθέρωση κρατουμένων εξ αμελείας.
Ο ανθυπαστυνόμος, σύμφωνα με αποφάσεις δικαστηρίων, έκανε πάρτι με αλλοδαπές κρατούμενες στο Μεταγωγών, με αποτέλεσμα να αποδράσουν δύο και άλλες δύο να τραυματιστούν κατά την απόπειρα απόδρασής τους.
Το Συμβούλιο της Επικρατείας καλείται να αποφανθεί, καθώς ο ανθυπαστυνόμος άσκησε αναίρεση κατά της απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του να ακυρωθεί ως παράνομη η πειθαρχική ποινή του.
Σύμφωνα με το Πειθαρχικό Συμβούλιο ο ανθυπαστυνόμος υπέπεσε σε αντιπειθαρχική και ποινικά κολάσιμη συμπεριφορά, με αποτέλεσμα λόγω της καταφανούς παραμέλησης και παράβασης των υπηρεσιακών του καθηκόντων, να καταστεί υπαίτιος απόδρασης δύο κρατουμένων προς απέλαση αλλοδαπών γυναικών από τα κρατητήρια της Υποδιεύθυνσης Μεταγωγών Δικαστηρίων Αθηνών (ΥΜΔΑ), να βλάψει και να προσβάλει, όχι μόνο την τιμή και υπόληψή του ως αστυνομικού, αλλά και το κύρος της υπηρεσίας του, η οποία εξετέθη στην κοινή γνώμη εξαιτίας των δυσμενών δημοσιευμάτων όλων των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την πειθαρχική απόφαση, το πρώτο δεκαήμερο του 1998 ο ανθυπαστυνόμος, ενώ «εκτελούσε καθήκοντα αξιωματικού υπηρεσίας και αφού διαπίστωσε ότι στα κρατητήρια κρατούνταν αλλοδαπές γυναίκες, διοργάνωσε μέσα στο γραφείο του αξιωματικού υπηρεσίας στο ισόγειο του κτιρίου, πάρτι διατάσσοντας τον βοηθό δεσμοφύλακα να βγάλει από τα κρατητήρια του υπογείου έξι αλλοδαπές κρατούμενες, προκειμένου αυτές να συμμετάσχουν στη διασκέδαση».
Στην συνέχεια, προσκάλεσε τρεις συναδέλφους του και έναν ιδιώτη να συμμετάσχουν στο πάρτι. Μάλιστα, όπως του αποδίδεται, φρόντισε για την αγορά πέντε μπουκαλιών ουίσκι, αναψυκτικών και φρούτων, τα οποία καταναλώθηκαν μέσα στο γραφείο του, «υπό τους ήχους μουσικής». Κατά τη διάρκεια του πάρτι, «παραμελώντας σοβαρά τα καθήκοντά του, που αφορούσαν όχι μόνο την ασφαλή κράτηση των προς απέλαση αλλοδαπών γυναικών και των λοιπών περίπου 26 ανδρών κρατουμένων, αλλά και την ασφάλεια γενικότερα του κτιρίου της ΥΜΔΑ, συμμετείχε ενεργά στη διασκέδαση, έχοντας κοντά του μία αλλοδαπή, την οποία κατά διαστήματα τοποθετούσε στα γόνατά του, ενώ διαρκούσης της μουσικής ανέβηκε μαζί με αυτή πάνω στο έπιπλο του γραφείου και χόρευε, επιδιδόμενος σε άσεμνες πράξεις».
Συγχρόνως, «ανέχθηκε την ενέργεια παρόμοιων πράξεων και εκ μέρους των υπολοίπων παρισταμένων, οι οποίοι είχαν μεταβάλει τον χώρο σε αίθουσα κακόφημου μπαρ, ενώ οι κρατούμενες περιφέρονταν ανεξέλεγκτα σε όλους τους χώρους του ισογείου χωρίς περιορισμούς».
Με τη λήξη του πάρτι, που κράτησε μέχρι τις 4 το πρωί, ενώ όλοι οι συμμετέχοντες τελούσαν σε μέθη διέταξε έναν αρχιφύλακα να οδηγήσει δύο εκ των κρατούμενων γυναικών στις τουαλέτες του πέμπτου ορόφου, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να επιχειρήσουν απόδραση, χωρίς να γίνουν αντιληπτές από τον συνοδό αστυνομικό, με τον οποίο προηγουμένως είχαν έλθει σε σαρκική επαφή. Οι αλλοδαπές, σύμφωνα πάντα με την πειθαρχική απόφαση, «εκμεταλλευόμενες την ανυπαρξία ελέγχου εκ μέρους των αστυνομικών, επιχείρησαν να αποδράσουν πηδώντας στην ταράτσα διπλανού κτιρίου, ανεπιτυχώς όμως, λόγω τραυματισμού από την πτώση τους, με αποτέλεσμα να συλληφθούν αργότερα, ύστερα από ενημέρωση της υπηρεσίας από ιδιώτιδα που διαμένει παραπλεύρως».
Τέλος, υπογραμμίζεται στην πειθαρχική απόφαση: «Ο ανθυπαστυνόμος επιδεικνύοντας έτσι βαρύτατη αμέλεια, δεν φρόντισε να επανεγκλησθούν ασφαλώς στα κρατητήρια οι υπόλοιπες τέσσερις αλλοδαπές, οι οποίες κατέβηκαν μόνες τους, ευρισκόμενες σε μέθη, και εισήλθαν στο κρατητήριο, του οποίου η πόρτα στη συνέχεια παρέμεινε ανασφάλιστη και ανοικτή. Αποτέλεσμα τούτου ήταν να αποδράσουν δύο κρατούμενες».
Στο Πειθαρχικό Συμβούλιο οι συνάδελφοι του ανθυπαστυνόμου κατέθεσαν ότι ήταν εξαίρετος αστυνομικός και δεν αδιαφορούσε για τα καθήκοντά του, αλλά λόγω των άθλιων συνθηκών κράτησης στο κτίριο της υπηρεσίας του, για λόγους ανθρωπιστικούς συνέδραμε τους κρατούμενους δίνοντάς τους τη δυνατότητα να τηλεφωνούν και να κάνουν μπάνιο στον 5ο όροφο. Ο ίδιος, απολογούμενος, αποδέχθηκε την ευθύνη του, όχι όμως στον υπέρτατο βαθμό που του αποδόθηκε, ενώ ισχυρίστηκε ότι «δεν στοιχειοθετείται η διαφθορά χαρακτήρα ελλείψει αποδείξεως της σαρκικής επαφής».
Το Συμβούλιο, τελικώς, έκρινε ότι ο ανθυπαστυνόμος με τις πράξεις και παραλείψεις του παραβίασε τις διατάξεις του άρθρου 9 του π.δ. 22/1996, πράξεις που μαρτυρούν διαφθορά χαρακτήρα, σε συνδυασμό με το άρθρο 172 του Ποινικού Κώδικα που αφορά ελευθέρωση κρατουμένων εξ αμελείας κατ’ εξακολούθηση.
Από ποινικής πλευράς, στον ανθυπαστυνόμο επιβλήθηκε η ποινή της εξάμηνης φυλάκισης με τριετή αναστολή, αλλά τελικά παραγράφηκε με ευεργετική διάταξη νόμου (3346/2005).
Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ