Ένα ακόμη Διεθνές Φεστιβάλ Χορού έριξε χθες αυλαία. Αν κρίνουμε από τα δημοσιεύματα, τόσο του τοπικού όσο και του αθηναϊκού Τύπου, και η φετινή παραγωγή, τα συγκροτήματα που «γέμισαν» το πρόγραμμα, πρόσφεραν άφθονες συγκινήσεις στους θεατές. Επομένως, ο στόχος επετεύχθη.
Το φετινό 19ο Φεστιβάλ, όμως, είχε μία επιπλέον ιδιαιτερότητα, η οποία λάμπρυνε ακόμη περισσότερο τις εκδηλώσεις. Η πρεμιέρα, και ακόμη μία παράσταση, δόθηκε στο… σπίτι του, στο Μέγαρο Χορού Καλαμάτας. Το γεγονός αυτό «άνοιξε» και τη συζήτηση για το οικονομικό μέλλον του κτηρίου, πόσο μπορεί να καταστεί διαχειρίσημο. Τα ερωτήματα, για το μέλλον του πανέμορφου κτηρίου με τις μεγάλες δυνατότητες, πληθαίνουν. Η πολυθεματική λειτουργία του όλο το χρόνο είναι ένα στοίχημα.
Ο δήμαρχος Παν. Νίκας έχει αναφερθεί πολλές φορές στο συγκεκριμένο θέμα, τα τελευταία χρόνια, αλλά έμενε εκεί. Πρόσφατα, όμως, ήρθε σε συνεννόηση με την Εθνική Τράπεζα, για την εκπόνηση μιας οικονομοτεχνικής μελέτης με θέμα το μέλλον του κτηρίου. Επίσημα, «κρεμόμαστε» άπαντες από τα συμπεράσματά της.
Σίγουρα ένα τέτοιο μοναδικό κτήριο, ίσως ένα από τα καλύτερα στην Ελλάδα, έχει πολλές δυνατότητες. Είναι, βέβαια, ένα κτήριο που προέκυψε στην εποχή που ακόμα στην Ελλάδα δεν υπήρχε κρίση. Άρα, από μία άποψη μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι ένα σπάταλο κτήριο. Υποστηρίζεται, όμως, ότι ένας σοβαρός διαχειριστής του έργου θα μπορούσε να το κάνει να ζήσει και σε εποχές λιτότητας με μια αντίστοιχη πολιτική.
Εξ ου και φέτος οι συζητήσεις ανάμεσα στο κοινό δε σταματούν στο αν άρεσε ή μία ή δείνα παράσταση.
Πρόσφατα, η Βίκυ Μαραγκοπούλου μίλησε για το συγκεκριμένο θέμα στην «Εφημερίδα των Συντακτών» και στη Βένα Γεωργακοπούλου. Περιληπτικά, όπως φάνηκε από τη συζήτηση, η πρωτεργάτρια του Φεστιβάλ έχει ανάμεικτα αισθήματα. Σε κάθε περίπτωση η ολοκλήρωσή του, έστω και αν λείπουν ακόμα αρκετές παρεμβάσεις, όπως πιστεύει, «είναι ένα μεγάλο απόκτημα για την Καλαμάτα. Και υπάρχει μια ακόμα παράμετρος. Το Μέγαρο Χορού, που εγκαινιάζεται μέσα στην κρίση, είναι ένα μήνυμα ότι, ακόμα και τώρα, σ’ αυτές τις δύσκολες συνθήκες, μπορούν να γίνουν πράγματα, θεσμοί, που θα χαρούν οι μελλοντικές γενιές για πολλά πολλά χρόνια».
Η κρίση, όμως, το βάζει το προβληματάκι της. Θα καταφέρει η τοπική αρχή να λειτουργήσει, να συντηρήσει και να κρατήσει ζωντανό όλο το χρόνο, και το χειμώνα, το Μέγαρο Χορού ή θα το παραδώσει σιγά σιγά στην παρακμή και τη φθορά;
«Για μένα, η μελέτη βιωσιμότητας, που βρίσκεται υπό υλοποίηση, είναι απλώς ένας μπούσουλας. Πιστεύω ότι τρία είναι τα κλειδιά για την ιδανική λειτουργία του χώρου: γνώση, φαντασία και όραμα. Δεν παραγνωρίζω το οικονομικό πρόβλημα, αλλά στις μέρες μας, που η κρίση εξαπλώνεται σε όλη την Ευρώπη, υπάρχουν ευρεία συζήτηση, πλήθος προτάσεων και μεγάλη εμπειρία που μπορούν να μας βοηθήσουν, φτάνει βέβαια να υπάρξει πολιτική βούληση για συλλογικότητα και συνεργασία.
Ήδη άρχισαν να καταφτάνουν προτάσεις από τα μεγαλύτερα πολιτιστικά δίκτυα κέντρων χορού, που χρηματοδοτούνται από την Ε.Ε., να ενταχθεί σ’ αυτά και το Μέγαρο. Αλλά ο χορός είναι ένα μόνο μέρος της λειτουργίας του. Σε αντίθεση με το φεστιβάλ μας, πρέπει και θα είναι ανοιχτό σε όλες τις τέχνες: μουσική, θέατρο, εικαστικά.
Κομβικό ρόλο στο μέλλον του θα παίξει το πρώτο Διοικητικό του Συμβούλιο. Εκεί θα φανούν οι προθέσεις όλων. Μπορεί να αποδειχθεί θαυματουργό, αλλά και καταστροφικό. Θα είναι ανοιχτό, θα έχει τη γνώση και την ικανότητα να μεγιστοποιεί το έργο που πρέπει να γίνει; Θα αποφεύγει τις συγκρούσεις; Θα χρονοτριβεί; Θα σέβεται και θα αποζητά τον ρόλο των ειδικών; Είναι ξεκάθαρα θέμα πολιτικής βούλησης του Δήμου».
Κατά τη γνώμη της, χρειάζεται καλλιτεχνικός διευθυντής με ένα βασικό προσόν: «Να μην πιστεύει ότι είναι παντογνώστης, να έχει συμβούλους και επιτροπές για τα πιο εξειδικευμένα θέματα». Μου έρχεται στο νου το πετυχημένο μοντέλο της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών, με τους υπευθύνους τομέων (θέατρο, χορός, εικαστικά)».
«Έχω πολλά όνειρα για το Μέγαρο», λέει. «Δε θέλω να γίνει ένας αχταρμάς. Άλλο ο πολυθεματικός θεσμός και άλλο η έλλειψη κριτηρίων. Ένα είναι σίγουρο, ότι το Μέγαρο σίγουρα πρέπει να ανήκει σε όλη την πόλη, ακόμα και τη γύρω περιφέρεια. Όλα χωράνε. Τα μαθητικά φεστιβάλ, οι τοπικοί σύλλογοι, η παράδοση. Χρειάζεται, όμως, σοβαρότητα, μέθοδος και γνώση».
Του Αντώνη Πετρόγιαννη