Στο άκουσμα ότι το Θέατρο της Αρχαίας Μεσσήνης επαναλειτουργεί ενθουσιαστήκαμε, μας προβλημάτισε, όμως, η επιλογή της Ιταλικής Όπερας.
Το συζητήσαμε επί ώρες με το δάσκαλο και καταλήξαμε ότι υπήρχε ένα κενό σε αυτή την απόφαση. Ήταν η γλώσσα μας. Ο πρώτος ήχος που θα δονούσε τις αρχαίες πέτρες μετά από 1.600 χρόνια θα ήταν ιταλικά σύμφωνα και φωνήεντα; Επιθυμούσαμε πολύ η πρώτη γλώσσα που θα ακουστεί να είναι η αρχαιοελληνική.
Υπάρχουν πολλοί αξιόλογοι Έλληνες ερευνητές- συνθέτες, έναν από τους οποίους τυγχάνει να γνωρίζω προσωπικά και τον οποίο αποκαλούμε όλοι Δάσκαλο. Πολλοί στην πόλη μας δεν τον γνωρίζουν, παρά το γεγονός ότι είναι Μεσσήνιος.
Ο κατά κόσμον ερευνητής μουσικολόγος, συνθέτης Γιώργος Λυκούρας, έχει διακριθεί με το 1ο Εμπειρίκειο Βραβείο για τα Μαθηματικά, μια από τις μεγαλύτερες διακρίσεις για τις Θετικές Επιστήμες στην Ελλάδα. Οι μελέτες του επεκτείνονται στο παρελθόν, στη Μυκηναϊκή Εποχή και τα Ανατολικά Έπη της 2η χιλιετίας π.Χ. Φτάνουν μέχρι την αρμονική επιστήμη της βυζαντινής και ανατολικής μουσικής στο ρεμπέτικο και στο πεντατονικό μουσικό ιδίωμα της μουσικής της Ηπείρου και των Βαλκανίων. Από το 2008 συνεργάζεται με το Ελληνικό Ίδρυμα του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ στο Ναύπλιο και κατόπιν παραγγελίας του Χάρβαρντ μελοποίησε τους ομηρικούς στίχους του Τραγουδιού των Σειρήνων στην Οδύσσεια. Επιπροσθέτως, έχει μελοποιήσει Αλκμάνα, Τυρταίο, τον 3ο Ολυμπιόνικο του Πινδάρου, και μέρος από την Τειχοσκοπία της Ιλιάδας. Έργα του έχουν παρουσιαστεί στην Ελληνική Ραδιοφωνία, στην Αρχαία Ολυμπία, σε φιλοσοφικά συνέδρια κ.α.
Η πολυετής συνεργασία μας με το δάσκαλο μου έχει χαρίσει μοναδικές στιγμές, τραγουδώντας τις Σειρήνες αρχικώς στο Μουσείο της Ακρόπολης κι εν συνεχεία στο Μέγαρο Μουσικής. Οι δε Σειρήνες μού χάρισαν υποτροφία το Δεκέμβριο του 2012.
Η Ιταλική Όπερα είναι σαγηνευτική πρόταση και ιδανική, γι’ αυτό κανείς δε χρειαζόταν να το συζητήσει περαιτέρω. Υπάρχει, όμως, μια ιερότητα γύρω από τον αρχαιοελληνικό χώρο, μία άυλη διάσταση που δεν αγνοεί κανείς. Δεν ανήκομεν σε καμίαν Δύση, σε καμίαν Ανατολή. Έχουμε δική μας μουσική παράδοση και, μάλιστα, οικουμενική, γι’ αυτό το λόγο αν οφείλουμε κάπου κάτι, τότε οφείλουμε στο θέατρο. Διότι για το θέατρο ο χρόνος έχει σταματήσει εκεί, στο παρελθόν. Καλούμαστε τώρα να το επαναφέρουμε σε λειτουργία, κάνοντας όμως μια ομαλή μετάβαση στο σύγχρονο κόσμο. Δε θα μπορούσε να γίνει αυτή η μετάβαση με την ιταλική γλώσσα, όχι τουλάχιστον χωρίς ένα αρχαιοελληνικό προοίμιο.
Ορμώμενοι από αυτήν την ιδέα, εισήλθαμε δια της πύλης, ως μουσικοί «εισβολείς», υποδυόμενοι τους τουρίστες, επιχειρώντας όμως να τραγουδήσουμε στην αρχαιοελληνική γλώσσα, την πρώτη γλώσσα που άκουσε το θέατρο. Οι εργάτες ακόμα έκαναν ετοιμασίες… αλλά με το που ξεκίνησαν οι Σειρήνες του Ομήρου κοντοστάθηκαν και μας κοιτούσαν εμβρόντητοι. Αιωρούνταν ένας φόβος ότι κάποιος θα μας σταματούσε. Βλέπετε, ήταν για μας πρόκληση να αναμετρηθούμε, όχι με τη γραφειοκρατική διαδικασία της οποίας την οδό αν είχαμε ακολουθήσει θα απομακρυνόμασταν έτη πολλά από το θέατρο, αλλά με τον εαυτό μας. Ήταν κάτι για το οποίο δεν είχαμε πάρει άδεια, επομένως ήταν τυπικώς απαγορευμένο, επί της ουσίας, όμως, κανείς δεν είχε σκοπό να προβάλει κάποια αντίρρηση. Άλλωστε, αυτή η πράξη είναι ικανή μόνο να ευχαριστήσει, διότι ό,τι κάναμε, το κάναμε ως χρέος απέναντι στην επιστήμη, απέναντι στη μουσική, απέναντι στο θέατρο, λειτουργώντας συμπληρωματικά προς τις αποφάσεις των αρμοδίων, με σεβασμό, χωρίς να εναντιωνόμαστε επ’ ουδενί σε αυτές.
Αυτό που έμεινε; Η ακουστική εκπληκτική. Η στιγμή πολύ συγκινητική, κάναμε τα δικά μας εγκαίνια του θεάτρου και τώρα είναι έτοιμο να υποδεχτεί το μεγάλο βράδυ της 3ης Αυγούστου, που θα γραφτεί στην ιστορία του τόπου μας.
Της Μυρτώς Καμβυσίδη