Για να μη ναυαγήσουν οι ελπίδες…λόγο στη νέα γενιά της πόλης

Για να μη ναυαγήσουν οι ελπίδες…λόγο στη νέα γενιά της πόλης

Οι προβλέψεις για την εξέλιξη κρίσιμων οικονομικών δεικτών στο άμεσο μέλλον είναι δραματικές. Η ανεργία μέσα στα επόμενα τρία χρόνια θα εκτιναχθεί στο αδιανόητο ποσοστό του 34%, κάτι που ισοδυναμεί με περισσότερους από 2 εκατομμύρια ανέργους!
Είναι προφανές ότι, με αυτά τα τρομακτικά ποσοστά, η κατάσταση είναι αβίωτη στην κοινωνία. Κι εδώ είναι που βρίσκει έδαφος η φασιστική γάγγραινα, αναπτύσσεται πάνω στο κορμί της κοινωνίας και απειλεί ευθέως την ομαλότητα και τη Δημοκρατία. Δίχως νέα προτάγματα και ορίζοντες, τα «θηρία» βρίσκουν» την καλύτερη «τροφή». Γιατί, τι να πει το σύστημα εξουσίας στον άνεργο των καταστημάτων Spriders που προχθές βράδυ καθόταν μέσα στη βροχή, στην προσπάθειά του να διαφυλάξει το εμπόρευμα του καταστήματος, στον οικογενειάρχη που αδυνατεί να τα βγάλει πέρα, στο νέο άνθρωπο που μεγαλώνει σ’ ένα αβέβαιο περιβάλλον με προβληματικό δημόσιο σύστημα Παιδείας;
Το «Θάρρος», μόλις πριν από λίγες ημέρες, υποστήριζε σε κεντρικό του άρθρο ότι «όποιος δεν ακούει και δεν ενδιαφέρεται για τον κόσμο που βράζει και φλέγεται», θα τον βρει μπροστά του. Όχι με λαϊκή εξέγερση ή αλλαγή της υπάρχουσας πολιτικής κατάστασης, αλλά με την ηθική του απαξίωση και ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Η εφημερίδα σήμερα δίνει χώρο σε ένα νέο άνθρωπο να μας περιγράψει πώς βλέπει την κοινωνία που ζει. Η κραυγή του, περί αυτού πρόκειται, σώφρον είναι να βρει ευήκοα ώτα σε όλο το κομματικό φάσμα, αλλά και στους θεσμούς εξουσίας.
Το κείμενο που ακολουθεί είναι μια εργασία με θέμα το «νεοέλληνα» σήμερα:
«Ζούμε στην Ελλάδα. Σε μια από τις πιο όμορφες χώρες του κόσμου. Γεμάτη ιστορία, πολιτισμό, ήθη, αρχές και έθιμα. Γεμάτη ζωντάνια, χορό, τραγούδι. Γεμάτη λεβεντιά. Ζούμε στη χώρα, η οποία, παρόλες τις καταστροφές που έχει βιώσει, συνεχίζει ακόμα ζωντανή. Ζούμε στη χώρα που έχει νιώσει τι θα πει πόλεμος και κατοχή, τι θα πει δικτατορία και εξέγερση, τι θα πει εμφύλιος, πόνος, φόβος, πείνα, αρρώστια, θάνατος, απώλεια… Ζούμε στη χώρα που, μετά απ’ όλα αυτά, είναι ελεύθερη. Που κατάφερε να διατηρήσει τη γλώσσα, τη θρησκεία, τον πολιτισμό της. Από τον Σωκράτη μέχρι τον Καβάφη, από τον Πλάτωνα μέχρι τον Ελύτη. Από τον Αχιλλέα μέχρι τον Κολοκοτρώνη, από την αρχαία ελληνική λύρα μέχρι το μπουζούκι, από τον Παρθενώνα μέχρι την Αγία Σοφιά. Αυτό καταφέραμε εμείς. Οι Έλληνες. Καταφέραμε να ζούμε περήφανοι στη χώρα μας.
Βέβαια, τα τελευταία χρόνια έχουμε επαναπαυθεί σε αυτό. “Είμαστε Έλληνες. Είμαστε περήφανοι. Έχουμε Ιστορία”. Αυτό, βέβαια, είναι ένα τεράστιο σφάλμα μας. Δεν μπορούμε να βασιζόμαστε μόνο στο παρελθόν. Αν εμείς οι ίδιοι δεν προχωρήσουμε μπροστά, αν δεν αναπτύξουμε το πνεύμα μας, αν δε μορφωθούμε, η Ιστορία θα χαθεί. Έχουμε καταντήσει υποχείρια άλλων λαών. Μας κάνουν ό,τι θέλουν και εμείς απλά το δεχόμαστε. Δεν έχουμε δική μας βούληση. Δεν έχουμε τη δύναμη των προγόνων μας. Δεν έχουμε τη θέληση να εξεγερθούμε. Έχουμε βολευτεί σε αυτό. Σε μερικούς αρέσει κιόλας. Μας έχουν «αποκοιμίσει” στα κινητά τηλέφωνα, στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, στις τηλεοράσεις. Μας έχουν “αποκοιμίσει” με την τεχνολογία. Καταστρέφουν το μυαλό μας. Και εμείς το μόνο που ξέρουμε να λέμε: “Είμαστε Έλληνες”.
Είμαστε Έλληνες και χρησιμοποιούμε ξένο λεξιλόγιο. Είμαστε Έλληνες και δεν αγοράζουμε ελληνικά προϊόντα. Είμαστε Έλληνες και δε δουλεύουμε ως αγρότες ή ψαράδες. “Είναι ντροπή”. Είμαστε Έλληνες και στον ελεύθερο χρόνο μας δε διαβάζουμε ένα ποίημα του Ρίτσου. Προτιμάμε τα κοινωνικά δίκτυα του Facebook και του Twitter. Είμαστε Έλληνες και αντί να είμαστε ενωμένοι μετά απ’ όλες αυτές τις δυσκολίες που έχουμε περάσει, “αλληλομαχόμαστε” για τις ομάδες, τα κόμματα, τις ιδεολογίες, τις απόψεις, μέχρι και για το είδος της μουσικής που ακούμε.
Ουσιαστικά, δεν είμαστε Έλληνες. Μόνο στην ταυτότητά μας το γράφει. Αυτό που δείχνουμε μας κάνει ανίκανους να είμαστε Έλληνες. Ανίκανους να υπερασπιστούμε αυτόν τον τίτλο. Τα κορίτσια στην ηλικία μου δεν τα νοιάζει πώς θα μορφωθούν, πώς να ξέρουν να υπερασπιστούν τα δικαιώματά τους, δεν τα νοιάζει τι είναι φεμινισμός. Θέλουν απλά να ασχοληθούν με το να γίνουν μοντέλα. Τα αγόρια δεν τα νοιάζει να γίνουν ήρωες, δεν τα νοιάζει να κάνουν κάτι για την πατρίδα, να ανατρέψουν την κατάσταση. Τα νοιάζει πώς να γίνουν ποδοσφαιριστές. Αυτό μας νοιάζει: ποδόσφαιρο και φωτογραφήσεις. Κι είμαστε εμείς το μέλλον της χώρας μας; Είμαστε εμείς που θα παλέψουμε για ένα καλύτερο αύριο; Για την ακρίβεια, εμείς είμαστε που θα δώσουμε την ευκαιρία στους ξένους να μας κατακτήσουν και να εισβάλλουν στη χώρα μας. Μόνο εκεί μπορούμε να καταλήξουμε. Εκεί θα καταλήξουν όλοι αυτοί οι αγώνες για την ελευθερία. Εκεί θα καταλήξουν. Και οι μόνοι υπεύθυνοι είμαστε εμείς.
Αυτός είναι ο νεοέλληνας. Αγαπάει την ιστορία της Ελλάδας. Αγαπάει το θάρρος και την ανδρεία που έχει δείξει. Αγαπά και επαναπαύεται εκεί. Στην αγάπη και όχι στην προσπάθεια. Και ίσως αυτό οφείλεται στο σκοταδισμό και στην απαιδευσιά μας. Όμως, το γεγονός ότι δεν έχουμε χρήματα και ότι ως λαός είμαστε φτωχοί, δε θα έπρεπε να μας καθιστά φτωχούς και στη γνώση. Ο μόνος τρόπος για να μην καταλήξουμε στο αναμενόμενο, είναι να τιθασεύσουμε τους εαυτούς μας και να τους βελτιώσουμε. Να γίνουμε σώφρονες άνθρωποι. Τότε και μόνο θα καταφέρουμε να διορθώσουμε και τα υπόλοιπα. Και το μόνο που μπορεί να μας κάνει να βελτιωθούμε είναι η Παιδεία. Μια λέξη άγνωστη στη χώρα μας. Μια λέξη τόσο παραμελημένη. Κι όμως, τόσο βασική. Τόσο χρήσιμη. Τόσο αναγκαία. Γιατί όπως είπε και ο Σωκράτης: “Η Παιδεία, όπως ακριβώς μια εύφορη γη, φέρνει όλα τα καλά”».
Γ.Χ.
14 χρόνων
Μαθήτρια Γυμνασίου Καλαμάτας

Του Αντώνη Πετρόγιαννη