Του Αντώνη Πετρόγιαννη
Ο τομέας των οπωροκηπευτικών είναι από τους πλέον δυναμικούς σε ανάπτυξη στο Νομό Μεσσηνίας. Ως εκ τούτου, το συνέδριο που ξεκίνησε χθες τις εργασίες του σε αίθουσα του ξενοδοχείου Elite έχει ιδιαίτερη σημασία για την περιοχή μας.
Διοργανωτές είναι η Ελληνική Εταιρεία της Επιστήμης των Οπωροκηπευτικών (ΕΕΕΟ) και η Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας του ΑΤΕΙ Καλαμάτας, ενώ θα διαρκέσει μέχρι μεθαύριο. Το συνέδριο τελεί υπό την αιγίδα του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και συνδιοργανωτές είναι: η Γενική Διεύθυνση Φυτικής Παραγωγής – υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, η Περιφερειακή Ενότητα Μεσσηνίας, το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος και ο Δήμος Καλαμάτας.
Τίτλος του «Η Παραγωγή των Οπωροκηπευτικών ως Μοχλός Εξόδου της Χώρας από την Οικονομική Κρίση».
Χθες, πρώτη ημέρα, μεταξύ των ομιλητών ήταν και ο Δ. Πετρόπουλος, με θέμα «Ανάλυση του δείκτη “αποκαλυφθέντος συγκριτικού πλεονεκτήματος” των οπωροκηπευτικών στην Ελλάδα (1981-2010)».
Σύμφωνα με τον ομιλητή, τα οπωροκηπευτικά χαρακτηρίζονται ως ένας σημαντικός κλάδος της γεωργικής μας οικονομίας. Η αξία των οπωροκηπευτικών κυμαίνεται διαχρονικά γύρω στο 30% περίπου της ακαθάριστης αξίας της συνολικής γεωργικής μας παραγωγής. Το ποσοστό αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό και μπορεί να συγκριθεί με την ποσοστιαία συμμετοχή ολόκληρης της κτηνοτροφίας μας. Σήμερα τα οπωροκηπευτικά αποτελούν το σημαντικότερο κλάδο της ελληνικής γεωργίας πολύ πιο σημαντικό από τα σιτηρά, το ελαιόλαδο ή το βαμβάκι.
Επίσης η σημασία των οπωροκηπευτικών προκύπτει και από τη συμμετοχή τους στη διάρθρωση των εξαγωγών αγροτικών προϊόντων. Για το 2010 τα οπωροκηπευτικά συμμετείχαν κατά 33,70% στο σύνολο των εξαγωγών, καταλαμβάνοντας την 1η θέση (με 2η θέση τα αλιεύματα 12,30%, Βαμβάκι 8,90%, Καπνός 8,50%, Γαλακτοκομικά 6,80%, Δημητριακά 6,60% και 7η τα Έλαια με 6,50%).
Ένα χαρακτηριστικό στοιχείο του κλάδου των οπωροκηπευτικών είναι ο υψηλός βαθμός αυτάρκειας, δηλαδή τι ποσοστό από την εγχώρια κατανάλωση καλύπτεται από την εγχώρια παραγωγή.
Τα περισσότερα προϊόντα παρουσιάζουν βαθμό αυτάρκειας πάνω από 100, δηλαδή παράγουμε παραπάνω από αυτά που καταναλώνουμε, σε αντίθεση με την ισχύουσα άποψη ότι δεν παράγουμε.
Το επόμενο χαρακτηριστικό στοιχείο του κλάδου των οπωροκηπευτικών είναι το θετικό εμπορικό ισοζύγιο που παρουσιάζουν, σε αντίθεση με το αρνητικό αγροτικό ισοζύγιο της χώρας. Το 2011 το ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων ήταν -2,6 τρισ. δολάρια, ενώ το ισοζύγιο των οπωροκηπευτικών ήταν +1,1 τρισ. δολάρια.
Τέλος, παρατηρούνται σημαντικές αλλαγές στις ροές εμπορίου των οπωροκηπευτικών. Οι εξαγωγές φρούτων και κηπευτικών έχουν ως τελικό προορισμό τα τελευταία χρόνια, κυρίως, Γερμανία, Ρουμανία, Βουλγαρία και Πολωνία. Στις χώρες αυτές κατευθύνεται σχεδόν το 50% των εξαγωγών που προορίζονται στην Ε.Ε.-27. Οι σημαντικοί εμπορικοί εταίροι στις εξαγωγές εκτός Ε.Ε. είναι οι χώρες των Βαλκανίων (Σερβία, Αλβανία, Σκόπια) και της πρώην Σοβιετικής Ένωσης (κυρίως Ρωσία και Ουκρανία).