Επιμέλεια: Αντώνης Πετρόγιαννης
Στις μέρες μας που, κατ’ εξοχήν, «Ζητείται ελπίς», τίτλος του αριστουργηματικού βιβλίου με διηγήματα για τον απλό καθημερινό άνθρωπο που αγαπούσε να συναναστρέφεται ο Aντώνης Σαμαράκης, διοργανώθηκε χθες από τις εκδόσεις Ψυχογιός αφιέρωμα στο μεγάλο συγγραφέα για τα 10 χρόνια από το θάνατό του. Η εκδήλωση έγινε στον Πολυχώρο της Μουσικής Βιβλιοθήκης του Συλλόγου «Oι Φίλοι της Μουσικής» στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών.
O Σαμαράκης, ο άνθρωπος, ο συγγραφέας, εξακολουθεί να ’ναι ανάμεσά μας, μιλώντας μας μέσα από τα βιβλία του. Αυτά που τα συστήνουμε, για μια δεύτερη ανάγνωση, και σ’ εκείνους που συνεχώς μιλούν «για τις θυσίες του λαού» και ιδίως σ’ εκείνους που κάνουν «πολιτικό χιούμορ», ενώ δε γνωρίζουν τίποτα για τον καημό του λαού, γενικώς.
Μπορεί ο Αντώνης Σαμαράκης να ’βρισκε καλύτερα λόγια για να δώσει κουράγιο στον απλό καθημερινό άνθρωπο που υπομένει, περιμένοντας «καλύτερες μέρες», όχι για αυτόν, αλλά για τα παιδιά του – που τόσο αγαπούσε ο Σαμαράκης, και εκείνα τού το ανταπέδιδαν!
Ήταν ένα «αφιέρωμα», όπως θα το ’θελε ο ίδιος, γιατί μίλησαν για το έργο του πνευματικοί άνθρωποι και φίλοι του: Βασίλης Βασιλικός, συγγραφέας, Γιάννης Ξανθούλης, δημοσιογράφος-συγγραφέας, Τίτος Πατρίκιος, ποιητής-πεζογράφος, Λευτέρης Παπαδόπουλος, δημοσιογράφος-στιχουργός, Έλλη Στάη, δημοσιογράφος, Παναγιώτης Τέτσης, ζωγράφος, και Σεραφείμ Φυντανίδης, δημοσιογράφος. Αποσπάσματα από τα έργα του διάβασαν οι ηθοποιοί Άγγελος Aντωνόπουλος και Κατερίνα Λέχου. Συντονίστρια ήταν η Εύη Kυριακοπούλου, δημοσιογράφος, ενώ στο χώρο λειτούργησε και έκθεση.
Ο Αντώνης Σαμαράκης, πέραν όλων των άλλων, ήταν κι ένα κομμάτι της Μεσσηνίας, αφού στην Πύλο είναι το πατρικό της Ελένης Σαμαράκη, αλλά και αγαπημένο καταφύγιο των δύο μέχρι τις 8 Αυγούστου 2003. Μάλιστα, σε ένδειξη σεβασμού και εκτίμησης προς το πρόσωπό του, ο πρώην Δήμος Πύλου έδωσε το όνομά του σε έναν από τους δρόμους της όμορφης πόλης.
Λίγα λόγια
Από τους πολυδιαβασμένους και πολυμεταφρασμένους νεοέλληνες συγγραφείς, ο Αντώνης Σαμαράκης (πτυχιούχος της Νομικής, υπάλληλος στο υπουργείο Εργασίας ως το 1963, καταδικασμένος από τους Γερμανούς σε θάνατο για την αντιστασιακή του δράση) είχε κατά τα άλλα τη χαρά να απολαύσει εν ζωή όλες τις τιμές (τις οποίες δεν καταφρονούσε): να πολυβραβευτεί, εδώ και στο εξωτερικό, να ανακηρυχθεί επίτιμος δημότης σε 37 (μοναδικό ρεκόρ) πόλεις της Ελλάδας και της Κύπρου, πρεσβευτής Καλής Θέλησης της UNICEF, να αγαπηθεί από τους νέους, που τον είχαν αποδεχθεί ως πρόεδρό τους στη Βουλή των Εφήβων – όντας «αιώνιος έφηβος» και ο ίδιος. Το πιο σημαντικό, μολονότι η συγγραφική του ακμή σταματά, κατά τους μελετητές του, στο μυθιστόρημά του «Το Λάθος» (1965), εξακολουθούσε ως το τέλος του να βρίσκεται στην επικαιρότητα, με τις παρεμβάσεις και τη συμμετοχή του στα κοινά.
Υπήρξαν, βέβαια, και οι επικριτές του έργου του, όπως ο Δημήτρης Ραυτόπουλος, ο οποίος σε εκτενή κριτική του στο περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης» (Μάιος – Ιούνιος 1966) γράφει μεταξύ άλλων: «Όλα σχεδόν όσα έχει γράψει ο Αντ. Σ. είναι κομμάτια μιας κορυφαίας στιγμής. Και δεν πρόκειται για καμιά κορυφαία αφηγηματική στιγμή –τον πυρήνα του διηγήματος της κλασικής μορφής– αλλά για τη στιγμή μιας ποιοτικής μεταβολής, θα λέγαμε, στον ψυχισμό και στη συνείδηση ενός προσώπου που αναλαμβάνει την ευθύνη του μηνύματος […]
Έτσι αποκαλύπτεται, όμως, ότι έχουμε να κάνουμε με μια μηχανική εγκεφαλική σύλληψη ενός ευρήματος με βάση τη μόνιμη ιδεοληψία του συγγραφέα, που εξυπηρετείται αισθηματικά μα όχι και αισθητικά».