Πιέσεις, όχι μόνο στη χώρα μας λόγω των γνωστών παραγόντων (κακές καιρικές συνθήκες, ακαρπία, πλημμελής δακοκτονία), αλλά και στην υπόλοιπη Ευρώπη, έχουν δημιουργηθεί στην αγορά ελαιολάδου. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της γειτονικής Ιταλίας, με τις προβλέψεις για την παραγωγή να κάνουν λόγο για μείωση της τάξης του 8%.
Αναφορικά με την εξέλιξη των τιμών, τα τελευταία στοιχεία για το μεν έξτρα παρθένο ελαιόλαδο κυμαίνονται λίγο πάνω από τα 2,80 ευρώ ανά κιλό (τιμή παραγωγού), μειωμένες 3,6% σε σχέση με πέρυσι. Για το δε παρθένο ελαιόλαδο το χάσμα είναι ακόμη πιο έντονο, με τιμές περί τα 1,80 ευρώ ανά κιλό σε εθνικό μέσο όρο, περίπου 12% λιγότερο σε σύγκριση με το 2012.
Μεσσηνία
Στάση αναμονής κρατούν πολλοί παραγωγοί μέχρι την ολοκλήρωση της παραγωγής, καθώς τότε θα κριθούν οι πραγματικές ποσότητες και η ζήτηση στην αγορά – αφού εδώ και αρκετό καιρό εξελίσσεται ένα παιχνίδι με τα μεγέθη της ισπανικής παραγωγής.
Το βέβαιο είναι ότι ως τάση εμφανίζεται μια μικρή άνοδος της τιμής του λαδιού στην Ελλάδα (ήδη η ΕΑΣ Μεσσηνίας αγοράζει προς 2,80 ευρώ το κιλό με τρίμηνη επιταγή).
Εκτιμάται ότι με το κλείσιμο των ελαιοτριβείων θα υπάρχει μια πιο καθαρή εικόνα στην αγορά, και πάντα υπάρχει η κρυφή ελπίδα της ανόδου λόγω της εξαιρετικά μειωμένης παραγωγής στην Ελλάδα.
Ενδεικτικό του παιχνιδιού που γίνεται με την ποσότητα του ελαιόλαδου στην Ισπανία είναι ένα κείμενο το οποίο αναρτήθηκε προσφάτως στην ιστοσελίδα του Συνδέσμου Ελαιοκομικών Δήμων Κρήτης (ΣΕΔΗΚ) και στο οποίο σημειώνονται τα εξής:
«Εκτιμήσεις από κρατικούς και ιδιωτικούς φορείς για την παραγωγή της Ισπανίας, που συνεχώς αναθεωρούνται και αντιφάσκουν μεταξύ τους, δημιουργούν ένα τοπίο αβεβαιότητας για τις εξελίξεις στις τιμές παραγωγού, και στην Ισπανία αλλά και στην Ιταλία και Ελλάδα.
Πράγματι, η παραγωγή της Ισπανίας που αρχικά, στα μέσα του θέρους, εκτιμήθηκε από ισπανικές οργανώσεις σε 1.300.000 τόνους, αργότερα στις αρχές Οκτωβρίου, από το Διεθνές Συμβούλιο Ελαιόλαδου αυξήθηκε σε 1.500.000 τόνους. Στη συνέχεια στις 20 Οκτωβρίου η Εταιρεία GEA Westfalia (κατασκευάστρια εξοπλισμού ελαιουργείων) με εκτιμήσεις εμπειρογνωμόνων της τη μείωσε σε 1.350.000 τόνους, ενώ λίγο αργότερα το υπουργείο Γεωργίας της Ισπανίας την ανέβασε σε 1.615.000 τόνους και πριν από μερικές ημέρες (18 Νοεμβρίου) η Οργάνωση Νέων Αγροτών της Σεβίλλης (Asaja Sevilla) την κατέβασε με ανακοίνωσή της σε 1.500.000 τόνους.
Έτσι, σύμφωνα με τις διάφορες εκτιμήσεις, η παραγωγή της Ισπανίας μπορεί να κυμανθεί από 1.300.000 έως 1.611.000 τόνους, γεγονός που δημιουργεί τεράστια σύγχυση, αφού η διαφορά των 300.000 τόνων, που υπερβαίνει κατά πολύ την παραγωγή της Ελλάδας, είναι πολύ σημαντική».
Αλέξανδρος Μπίκας