Αναγνώστης της εφημερίδας μάς έστειλε το εξής μήνυμα: «Η κυρία στεκόταν όρθια έξω από ένα φούρνο. Ήταν ντυμένη απλά αλλά καλόγουστα και φαινόταν σαν να περίμενε κάποιον.
Προσπερνώντας, την άκουσα να μου ψιθυρίζει: “Συγγνώμη, πεινάμε”. Σταμάτησα κατάπληκτος, βέβαιος πως δεν είχα ακούσει καλά. Όμως, η κυρία, με χαμηλωμένο βλέμμα, επανέλαβε τη φράση.
Μπήκα βιαστικός στο φούρνο, αγόρασα, έκανα ψιλά και, φεύγοντας, της έβαλα στο χέρι ένα μικρό χαρτονόμισμα. Δε μου πήγε να δώσω κέρμα. Πρόσεξα το χέρι. Ήταν περιποιημένο. Το ψιθυριστό “ευχαριστώ” σχεδόν δεν ακούστηκε.
Το συναπάντημα αυτό με συγκλόνισε σαν γροθιά στο στομάχι. Σίγουρα κάθε φτώχεια είναι οδυνηρή, αλλά η φτώχεια του νεόπτωχου αξιοπρεπούς αστού είναι πιο σκληρή. Δεν έχει μάθει την ένδεια, ζούσε μια καλή ζωή, και ξαφνικά τα χάνει όλα. Ο άλλος, που ζει χρόνια στη φτώχεια, έχει ξεδιπλώσει στρατηγικές και άμυνες τις οποίες ο νεόπτωχος δεν υποψιάζεται καν.
Προσέξτε λοιπόν: η νέα φτώχεια φαίνεται περιποιημένη. Και ξεγελάει. Αφήστε που κρύβεται διότι ντρέπεται. Δεν έχει το θάρρος της ανάγκης της. Αναζητήστε την εκεί που δεν την περιμένετε. Δε ζητιανεύει στις γωνίες, ούτε επαιτεί φανερά. Αλλά, ψάχνοντας, θα μάθετε για την οικογένεια του απολυμένου πενηντάρη στελέχους που στερείται, που κρυώνει γιατί δεν μπορεί να πληρώσει θέρμανση, που δεν έχει για το χαράτσι και κινδυνεύει να μείνει χωρίς ρεύμα. Κι αν μπορείτε, βοηθήστε. Διακριτικά…”.
Για την αντιγραφή,
Α.Π.