Με μεράκι, πρώιμα και ποιοτικά κηπευτικά στη Μεσσηνία


Αγώνας αγροτών για να μην εγκαταλείψουν τις καλλιέργειές τους 
Καλά δείχνει να έχει ξεκινήσει η συγκομιδή πρώιμων κηπευτικών στην Τριφυλία και υπάρχει συγκρατημένη αισιοδοξία για την περαιτέρω πορεία, αφού ήδη γίνονται εξαγωγές των ποιοτικών προϊόντων που με μεράκι και μόχθο παράγουν οι αγρότες της περιοχής, οι οποίοι ωστόσο αντιμετωπίζουν πολλά προβλήματα και με τα αλλεπάλληλα σε βάρος τους μέτρα, και κυρίως με το νέο φορολογικό, οδηγούνται, όπως τονίζουν, σε εγκατάλειψη των καλλιεργειών τους.
Οι αγρότες της Τριφυλίας είναι δυναμικοί και προοδευτικοί, αγαπάνε τη γη τους και φροντίζουν να παράγουν ποιοτικά και ασφαλή κηπευτικά. Δίνουν μάχη στα χωράφια, κοπιάζουν και μοχθούν για την παραγωγή, αλλά είναι αντιμέτωποι με αντιξοότητες και δυσκολίες. Δύσκολα τα βγάζουν πέρα, σε ένα εχθρικό περιβάλλον, με την Πολιτεία να μην είναι στο πλάι τους αλλά απέναντί τους, ενώ αν συνεχιστεί η σημερινή κατάσταση, θα σταματήσουν να παράγουν, με οδυνηρές συνέπειες για τη ζωή τους αλλά και την ελληνική γεωργία και την εθνική οικονομία.
Όπως είπε στο «Θ» ο πρόεδρος Αγροτικού Συλλόγου Φιλιατρών, Γιώργος Αλεξανδρόπουλος, «τα αγγούρια κυρίως έχουν ξεκινήσει. Διοχετεύονται και στην ελληνική αγορά, αλλά έχουν ξεκινήσει εξαγωγές προς βαλκανικές χώρες. Υπάρχει ζήτηση στις χώρες αυτές. Στην ελληνική αγορά η ζήτηση είναι μειωμένη. Οι τιμές είναι γύρω στο 1– 1.10 ευρώ το κιλό στην εξαγωγή και γύρω στα 0.60 με 0.70 το ζευγάρι τ’ αγγούρια τιμή παραγωγού στην εσωτερική αγορά, ανάλογα τα αγγούρια. Οι ντομάτες αργούν ακόμα.
Η τιμή, σύμφωνα με τα δεδομένα της αγοράς, μπορεί να θεωρηθεί σχετικά καλή. Το θέμα είναι τουλάχιστον να διατηρηθεί και να έχει μια συνέχεια όσο μεγαλώνει η συγκομιδή, αν δεν μπορεί ν’ ανέβει και λίγο, αλλά θα δείξει.
Η κατάσταση, πάντως, στον αγροτικό τομέα δεν είναι καθόλου καλή, είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα. Τα μέτρα και το φορολογικό είναι πολύ μεγάλα προβλήματα για τους αγρότες. Δεν μπορούμε, πια, να καλλιεργήσουμε. Με το φορολογικό ο κόσμος είναι ανάστατος και εξαγριωμένος. Τα υπουργεία παίρνουν μέτρα, φτιάχνουν νόμους και μετά, τώρα, προσπαθούνε να τα ξεκαθαρίσουνε. Ο μεγάλος συντελεστής, το 13%, είναι πρόβλημα για τους παραγωγούς. Το κόστος παραγωγής ανεβαίνει και δεν έχει γίνει τίποτα από την Πολιτεία για να μειωθεί. Έχουμε μια αύξηση του κόστους σε σχέση με πέρυσι, σε φάρμακα, σε φυτοφάρμακα, σε σπόρια, της τάξης του 15%, μπορεί και 20%, σε δε εξειδικευμένα φυτοφάρμακα μεγαλύτερη αύξηση. Δηλαδή, το κόστος αυξάνεται και προσπαθούνε να βάλουνε φόρους για να εισπράξει το κράτος, αλλά αντί να εισπράξει θα είναι πολύ λιγότερα τα έσοδα, γιατι ο κόσμος θα σταματήσει να καλλιεργεί. Θα εγκαταλείψει την παραγωγή, γιατί με αυτά δεν τον συμφέρει να καλλιεργεί. Να προσπαθεί με κόπο και να μη βγάζει τίποτα. Ό,τι έγινε με τα αυτοκίνητα, με τα τέλη κυκλοφορίας, το ίδιο θα γίνει και με τις καλλιέργειες.
Ο κόσμος δεν πρόκειται να βάλει ούτε λιπάσματα στις ελιές, ήδη έχουν βάλει πολύ λιγότερα λιπάσματα στις ελιές φέτος, απ’ ό,τι μιλάμε με τα καταστήματα φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων. Αδυνατούν οι παραγωγοί να πληρώσουν, δε δίνουν πίστωση τα καταστήματα, η παλιά Αγροτική – Τράπεζα Πειραιώς τα καλλιεργητικά τα έκοψε και όλοι οι παραγωγοί είναι στα όριά τους. Η περιοχή είναι στα όριά της. Με νύχια και με δόντια καταφέρνουν οι παραγωγοί να σταθούν, αλλά δε θα αντέξουν, θα σταματήσουν τις καλλιέργειες».
Με τη σειρά του, ο αγρότης Ηλίας Μπουντουβάς, από τους Γαργαλιάνους σημείωσε: «Σιγά σιγά μπαίνουν τα θερμοκήπια της περιοχής στην παραγωγή. Ήδη έχουν μπει τα θερμοκήπια με τα αγγούρια, ενώ αυτή την εβδομάδα και θερμοκήπια με φασόλια. Περιμένουμε, στη συνέχεια, την ντομάτα και την πιπεριά.
Είναι πολύ δύσκολη η κατάσταση που αντιμετωπίζουμε και παλεύουμε μόνοι μας, με αγώνα, στα χωράφια για την παραγωγή των ποιοτικών προϊόντων μας. Παλεύουμε μόνοι μας, υπό αντίξοες συνθήκες, με ένα εχθρικό περιβάλλον, με ένα υπουργείο που δε στέκεται καθόλου στο πλάι μας για να δημιουργήσουμε ένα αγροτικό προιόν το οποίο να είναι και προσιτό στον Έλληνα καταναλωτή και υγιεινό. Με τα μέτρα που μας επιβάλλουν και με το φορολογικό είναι σίγουρο ότι δε θα μπορέσουμε πλέον όλοι μας να καλλιεργούμε. Από το ’90 μέχρι σήμερα, απ’ το 27% που ήταν οι αγρότες, έχουμε μείνει αυτή τη στιγμή 7 – 8%. Με τα καινούργια μέτρα το ποσοστό των αγροτών θα πέσει στο 3 – 4%.
Θα έπρεπε, λοιπόν, να βοηθηθούμε, για να μπορέσουμε να καλλιεργήσουμε, να υπάρξει εισόδημα και από εκείνο το εισόδημα να ’ρθει το κράτος να εισπράξει φορολογίες και όχι από ανύπαρκτα εισοδήματα.
Να ξεκαθαρίσουνε την αγορά, γιατι αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ελεύθερη αγορά, υπάρχει ασυδοσία. Αυτή τη στιγμή ο παραγωγός των πρώιμων κηπευτικών της Τριφυλίας στέλνει στο χονδρέμπορα στην Αθήνα το προϊόν του και ύστερα από δύο μέρες τον παίρνει τηλέφωνο να του πει τι έχει πουλήσει! Άλλα μας λένε τα πουλήσανε με 10, άλλα με 5, άλλα τα πετάξανε, δεν μπορεί να ελεγχτεί αυτή η κατάσταση. Αυτό είναι ασυδοσία στην αγορά. Θα πρέπει, λοιπόν, αφού εμείς θα έχουμε τα τιμολόγια, να τιμολογούμε εμείς το προϊόν. Η τιμολόγηση να μπαίνει στο χωράφι και το τιμολόγιο αυτό να συνοδεύει το προϊόν μέχρι τον καταναλωτή, ώστε να φαίνεται η διαφορά.
Άλλωστε, δεν είναι η πρώτη φορά που προτείνεται να υπάρχει ενδεικτική τιμή παραγωγού πάνω στο προϊόν, πόσο το πούλησε ο παραγωγός και δίπλα η τελική τιμή, για να καταλαβαίνει ο κόσμος την αισχροκέρδεια. Δυστυχώς, φωνή βοώντος εν τη ερήμω. Μόνοι μας τα λέμε, μόνοι μας τ’ ακούμε. Είναι αδιανόητο να θέλουμε να σκεπάσουμε 1 στρέμμα θερμοκήπιο και να θέλουμε 2.000 ευρώ και από αυτά τα 2.000 ευρώ, τα 460 να πηγαίνουν στο κράτος για φόρο, αφού φορολογείται με 23%!
Είναι αδιανόητο να θέλει ένας νέος αγρότης να πάρει ένα τρακτέρ και να πρέπει να πληρώσει 5.000 ευρώ και 10.000 ευρώ στο κράτος.
Με αυτά, δεν μπορούμε να ανταγωνιστούμε τους Ευρωπαίους συναδέλφους μας, που έχουνε ΦΠΑ στο 5% και στο 6%. Αυτά τα πράγματα, όμως, έτσι όπως έχει γίνει η χώρα μας, δύσκολα θα αντιστραφούν. Το αποτέλεσμα θα είναι η όποια δυνατότητα παραγωγής είχαμε, σιγά σιγά να φθίνει και να γίνουμε μία χώρα που θα εισάγει προϊόντα. Και όταν το εμπορικό ισοζύγιο γέρνει προς τις εισαγωγές, τα λεφτά που θα χρειαζόμαστε ως χώρα να εισάγουμε προϊόντα θα αυξηθούν κι άλλο, τότε κανείς δεν έχει να κερδίσει. Εμείς θα εγκαταλείψουμε τις καλλιέργειες, το κράτος θα χάσει και όλοι θα πληρώνουμε για τις εισαγωγές προϊόντων ακριβά. Κανείς δε θα κερδίσει και όλοι θα χάνουμε».
Από την πλευρά του, ο διευθυντής Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής Τριφυλίας, Αντώνης Παρασκευόπουλος, επισήμανε: «Άρχισε η φετινή χρονιά για τα κηπευτικά προϊόντα, με τη συγκομιδή κυρίως στις πρώιμες περιοχές σε αγγούρι, όπως άρχισαν και οι πρώτες εξαγωγές, για Βουλγαρία κατά βάση, μικρών αγγουριών. Όπως γνωρίζετε, τώρα στην αρχή η ποιότητα είναι αρίστη των αγγουριών και τα χαρακτηριστικά τους εξαιρετικά. Παράγονται με το μεράκι των παραγωγών της Τριφυλίας. Είναι πιο μικρά από το κανονικό μέγεθος λόγω του ότι είναι τα πρώιμα αγγούρια. Γίνονται αναγγελίες στην Υπηρεσία και προωθούνται στις αγορές του εξωτερικού, όπως είπα, στη φάση αυτή κατά βάση στη Βουλγαρία και δευτερευόντως στη Ρουμανία. Οι ποσότητες βδομάδα με βδομάδα αυξάνονται σημαντικά.
Στην αρχή η διάθεση γίνεται με τιμή ανά κιλό, περίπου κυμαίνεται από 1 ευρώ – 1.10 – 1.20 ανά κιλό. Φαίνεται ότι η αγορά της Ανατολικής Ευρώπης αποτελεί για εμάς ένα συγκριτικό πλεονέκτημα και αυτό είναι πολύ σημαντικό με τα νέα οδικά δίκτυα. Αν ολοκληρωθεί και η παλιά Ιόνια (Ολυμπία οδός) θα είναι ακόμη καλύτερα, διότι θα αξιοποιήσουμε αυτό το πλεονέκτημα της κοντινής απόστασης και του μικρού κόστους μεταφοράς.
Όμως, χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή απ’ τους παραγωγούς μας στην καλή ποιότητα, στην τήρηση των κανόνων της ασφάλειας, παράγοντας ποιοτικά προϊόντα και με μεθόδους φιλικές στο περιβάλλον.
Σημειώνουμε ότι και για φέτος οι δύο κυριότερες καλλιέργειες είναι της αγγουριάς και της ντομάτας – υπάρχει μια αύξηση στην καλλιέργεια της αγγουριάς. Ακολουθούν οι καλλιέργειες του φασολιού και της πιπεριάς και τα λοιπά κηπευτικά. Άλλωστε, έχουμε ξαναπεί ότι η περιοχή μας είναι ένα κέντρο δυναμικό, το τρίτο θερμοκηπιακό της χώρας μας, με νέους ανθρώπους και με ένα μικροκλίμα μοναδικό, που μπορεί να μας δώσει και πρώιμα προϊόντα και καλή ποιότητα και ασφαλή προϊόντα. Χρειάζεται, όμως, ιδιαίτερη προσοχή στην τεχνική καλλιέργειας, στην ολοκληρωμένη φυτοπροστασία, αλλά και στη θρέψη των φυτών, κυρίως αυτή την περίοδο που οι συνθήκες είναι δύσκολες κι έχουμε διακυμάνσεις στην υγρασία, στη θερμοκρασία και πολλά προβλήματα οφείλονται σε επιπαρασιτικής φύσεως αίτια». 

Του Ηλία Γιαννόπουλου