Για τις ιστορικές θύμησες: Βασίλης Ι. Μανιάτης
Τα παλιά χρόνια, και εννοώ μέχρι να κάνει την εμφάνισή του ο κινηματογράφος στην πόλη μας, οι Καλαματιανοί στερούνταν θεαμάτων. Γύρω στα 1920 πρωτοεμφανίστηκε το θέατρο σκιών ή, όπως είναι πιο γνωστό, «Ο Καραγκιόζης».
Η προέλευσή του παραμένει άγνωστη, αλλά έχει επικρατήσει ότι μας ήρθε απ’ τη μακρινή Ανατολή, Κίνα ή Ινδίες.
Το θέατρο σκιών αποτελούνταν από χάρτινες φιγούρες, στις οποίες είχαν δώσει και ονομασίες. Ο Καραγκιόζης, η γυναίκα του Αγλαΐα, τα παιδιά του, τα λεγόμενα κολλητήρια, ο Χατζηαβάτης, ο μπάρμπα – Γιώργος, ο σιορ Διονύσιος, ο Σταύρακας, ο ομορφονιός, ο πασάς, η όμορφη κόρη του, ο Βέλη – Γκέκας κ.ά. βοηθητικά πρόσωπα.
Τα έργα τους αφορούσαν, κυρίως, τα κατορθώματα ηρώων του ’21, από την κωμική τους πλευρά και με κεντρικούς ήρωες τον Αθανάσιο Διάκο, τον Μάρκο Μπότσαρη, τον Παπαφλέσσα, τον Κατσαντώνη κ.ά.
Ο καραγκιοζοπαίχτης ήταν ικανός άνθρωπος που ήξερε την ιστορία μας και με τη μιμητική τέχνη της φωνής ζωντάνευε τις χάρτινες φιγούρες.
Οι Καλαματιανοί τον προτιμούσαν για τρεις λόγους. Ο ένας ήταν η μεγάλη ποικιλία θεμάτων των παραστάσεων, βγαλμένα μέσα από την καθημερινή ζωή και την ιστορία μας. Ο δεύτερος λόγος ήταν η φτώχεια της εποχής εκείνης και ο τρίτος η έλλειψη άλλων θεαμάτων.
Για εμάς, τα παιδικά εκείνα χρόνια, ήταν όνειρο άπιαστο το να φτιάξεις δικό σου θίασο. Εάν διέθετες λίγες δεκάρες, μπορούσες ν’ αγοράσεις από τα βιβλιοπωλεία αυτές τις χάρτινες φιγούρες, να τις κολλήσεις σε χοντρό χαρτόνι και μετά με το «κοπίδι» να τις διαμορφώσεις.
Θυμάμαι ότι τότε είχε γίνει παιδικό πάθος αυτό. Όποιος είχε τις πιο πολλές φιγούρες, ήταν… δακτυλοδεικτούμενος. Στις αυλές των σπιτιών, οι παιδικές παρέες έστηναν ένα σεντόνι, το οποίο ονόμαζαν «μπερντέ», και με φώτα τα λαδολύχναρα, έπαιζαν Καραγκιόζη.
Από τους πρώτους επιχειρηματίες που έφεραν στην πόλη μας το θέατρο σκιών ήταν: ο Παπαδέας και ο Φραγκούλης, οι οποίοι είχαν ενοικιάσει συνεταιρικά το κέντρο «Πανελλήνιον» στην Παραλία. Μετά έφερε και ο Κίσκηλας, που είχε καφενείο στη Φαρών και Ναυαρίνου, μετά ο «Κήπος της Εδέμ» των Γαρατζιώτηδων και πιο ύστερα ο Αρφάνης Χαλκίδης, ο οποίος είχε καφενείο στο σημείο που σήμερα είναι η Αγροτική Τράπεζα.
Ξακουστοί καραγκιοζοπαίχτες τότε ήταν: ο Μάνος, ο Μίμαρος, ο Μόλλας, ο Χαρίδημος και, τέλος, ο ξακουστός Σπαθάρης, ο οποίος εθεωρείτο ο καλύτερος. Ο Σπαθάρης έζησε μέχρι πριν από λίγα χρόνια και άφησε εποχή για την τέχνη του, δημοσιεύοντας σε παιδικά περιοδικά ιστορίες του Καραγκιόζη. Επίσης, ένα βιβλίο μοναδικό στο είδος του.
Όμως, τα χρόνια κυλούν και οι εποχές αλλάζουν. Η εισβολή του κινηματογράφου παραγκώνισε αυτό το θέαμα, και βέβαια η χαριστική του βολή ήταν η τηλεόραση.
ΟΙ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΙ
Το 1930 εμφανίζονται στην πόλη μας οι δύο πιο παλιοί κινηματογράφοι.
Το «Τριανόν» και ο «Έσπερος».
Το «Τριανόν» ξεκίνησε ως καφεζαχαροπλαστείο, στο γνωστό κεντρικό σημείο της πόλης. Επιχειρηματίας ήταν ο Παν. Αντωνόπουλος, ο οποίος είχε έρθει το 1930 από την Αμερική. Ήταν ωραίος τύπος. Λεπτός, γκριζομάλλης και με πολύ ευγενικούς τρόπους. Παντρεύτηκε την Ευγενία, το γένος Κουντούρη και απέκτησαν δύο παιδιά, την Έφη και τον Κώστα. Ο έξυπνος επιχειρηματίας, αντιλαμβανόμενος ότι το καλαματιανό κοινό διψούσε για θεάματα και εκμεταλλευόμενος την πελατεία που είχε δημιουργήσει, έφτιαξε τον κινηματογράφο. Στην κάτω αίθουσα χειμερινό και πάνω στην ταράτσα του κτηρίου καλοκαιρινό.
Την ίδια εποχή άνοιξε απέναντι και ο επιχειρηματίας Γ. Αγγελόπουλος τον «ΕΣΠΕΡΟ». Ο χειμερινός ήταν παραπλεύρως της Λαϊκής Σχολής και ο θερινός απέναντι στη γωνία των οδών Γιατράκου και Κροντήρη, σημερινό άκτιστο οικόπεδο.
Οι δύο κινηματογράφοι γνώρισαν τότε δόξες. Είχαν περάσει απ’ τις αίθουσές τους πολλοί αθηναϊκοί θίασοι. Θυμάμαι, είχαν έρθει ο Χατζηχρήστος, η Σοφία Βέμπο, ο Μανέλης, η Ζωζώ Σαπουντζάκη, οι αδελφές Καλουτά κ.ά. Ακόμα, γίνονταν εκδηλώσεις και συναυλίες χορωδιών και πολιτιστικών συλλόγων του τόπου.
Τα έργα που έφερναν ήταν κυρίως ελληνικά. Ιστορίες της πόλης και του χωριού, αισθηματικά και δακρύβρεκτα, γιατί αυτά άρεσαν πολύ.
Λίγο αργότερα εμφανίστηκε και ο τρίτος κινηματογράφος, το «Σινέ – Αστέρια» στην παραλία, από τον Βασίλη Κοκκινογούλη. Βέβαια, ήταν μόνον καλοκαιρινός, αλλά με πιο σύγχρονα έργα, καουμπόικα, Ζορό, περιπέτειες κ.ά.
Στη συνέχεια, ένας άλλος ωραίος και σύγχρονος κινηματογράφος εμφανίζεται. Ήταν το «Σινέ – Κάστρο» στη θέση της σημερινής Αγροτικής Τράπεζας. Τον έφτιαξε ο Λεωνίδας Παπασπύρου, με πρωτοποριακή κατασκευή της οροφής, η οποία ήταν… κινούμενη. Έτσι, παρέμενε και χειμερινός και θερινός.
Το 1955 έγινε ο «Σινέ – κήπος Εδέμ», βέβαια μόνο θερινός.
Το 1962 άνοιξε το «Σινέ – Ηλέκτρα», στην οδό Αναγνωσταρά. Το έφτιαξε ο Σείριος Στασινόπουλος και ήταν το κάτι άλλο.
Σύγχρονος, όπως οι αθηναϊκοί, με τεράστιο φουαγιέ, με θαυμάσιο μπαρ, αίθουσα αμφιθεατρική, βελούδινα καθίσματα, τουαλέτες που έλαμπαν και υπερσύγχρονο σύστημα στερεοφωνικού ήχου.
Στον κινηματογράφο αυτόν ο Σείριος Στασινόπουλος δεν εφείσθη εξόδων και του έδωσε το όνομα της αγαπημένης του αδελφής. Υπήρξε το στολίδι της πόλης μας.
Το 1965 έγινε ο κινηματογράφος «Βακαλοπούλειος» στην οδό Ιατροπούλου. Πολύ σύγχρονος και αυτός, και ήταν δωρεά του Θανάση Βακαλόπουλου στην Ιερά μας Μητρόπολη, για να προικίζονται κάθε χρόνο άπορα Καλαματιανά κορίτσια.
Αυτοί ήταν οι κινηματογράφοι που παρήλασαν από την πόλη μας, μέχρι πριν από 30 χρόνια.
Όμως, από το 1975, που μπήκε η τηλεόραση στη ζωή μας, άρχισε η φθορά αυτού του θεάματος. Ένας ένας οι κινηματογράφοι έκλεισαν, και σήμερα είναι μια μακρινή ανάμνηση, με μοναδική εξαίρεση τον κινηματογράφο «Σινέ – Όασις», στην οδό Καλλιπατείρας, ο οποίος αντέχει στη φθορά του χρόνου, χάρις στις εκλεκτές ταινίες που φέρνει στην πόλη μας ο αξιέπαινος επιχειρηματίας.