Ένα Σαββατοκύριακο στα Τσίντζινα με τον Ορειβατικό Σύλλογο Καλαμάτας (φωτογραφίες)


Όλα ξεκίνησαν πριν από 3 εβδομάδες, όταν ο Ορειβατικός Σύλλογος ανακοίνωσε το πρόγραμμα εξορμήσεων για το τέλος του 2014. Όλες οι εξορμήσεις είναι δελεαστικές, αλλά ποιος θα μπορούσε να αρνηθεί ένα διήμερο στα βουνά, όταν η θερμοκρασία στην πόλη είναι υψηλή;
Αποφάσισα, λοιπόν, να κάνω την πρώτη μου εξόρμηση με τον Ορειβατικό Καλαμάτας. Έτσι, Σάββατο μεσημέρι μαζευτήκαμε έξω από τα γραφεία του και αφού όλα ήταν έτοιμα, ξεκινήσαμε για το χωριό Τσίντζινα στον Πάρνωνα. Στα μισά της διαδρομής κάναμε μια στάση για φρέσκο βουνίσιο αέρα στο Τουριστικό, ανεφοδιαστήκαμε με καφέ και συνεχίσαμε για τον τελικό μας προορισμό στα όμορφα Τσίντζινα.
Φτάνοντας στο χωριό, το πρώτο πράγμα που μαγεύει τον κάθε επισκέπτη είναι η απίστευτη παραδοσιακή αρχιτεκτονική του, τα βυζαντινά εκκλησάκια και τα τρεχούμενα νερά από τις πηγές του χωριού. Τα Τσίντζινα μπορούν να αποτελέσουν ιδανικό καταφύγιο μακριά από τη βαβούρα της πόλης, αλλά και ορμητήριο για τις εξερευνήσεις σας στον καταπράσινο Πάρνωνα. Εφόσον είχαμε ακόμα φως, αποφασίσαμε να ακολουθήσουμε μία από τις μικρές διαδρομές και να επισκεφτούμε το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη. Ακολουθήσαμε τη σήμανση που οδηγεί στο μοναστήρι, περνώντας μέσα από το χωριό και φτάσαμε στο σημείο που ξεκινά το δάσος και αρχίσαμε την ανάβαση. Το τοπίο ήταν μαγευτικό, το φως του ηλίου περνούσε μέσα από τα δέντρα και σε συνδυασμό με την απότομη ανάβαση (που για εμένα ήταν η πρώτη του φετινού καλοκαιριού), η ανάσα μας έγινε βαριά. Έπειτα από 25 περίπου λεπτά φτάσαμε στη μονή, βρήκα πάλι την ανάσα μου, μέχρι που γύρισα να δω τη θέα. Ο ήλιος είχε αρχίσει να πέφτει, τα χρώματα στον ουρανό ήταν σαν πίνακας ζωγραφικής. Θα μπορούσα να μείνω μέρες ολόκληρες και να χαζεύω τη θέα. Επισκεφτήκαμε το μοναστήρι, το οποίο είναι χτισμένο μέσα σε μία σπηλιά στο βουνό, χωρισμένο σε τρία επίπεδα, το χώρο λειτουργίας, τα κελιά των μοναχών και, τέλος, το καμπαναριό, το οποίο βρίσκεται σε ένα μπαλκόνι που μπορείς να δεις το χωριό και τα υψίπεδα του Πάρνωνα.
Ο ήλιος ήταν έτοιμος να δύσει και έτσι αρχίσαμε την κατάβαση στο χωριό. Φτάνοντας στο χωριό ψάξαμε να βρούμε χώρο να κατασκηνώσουμε. Ήταν δύσκολο να αποφασίσουμε, γιατί είχαμε αρκετές επιλογές και, τελικά, κατασκηνώσαμε στο πλάτωμα στην αρχή του χωριού, κάτω από τρία μεγάλα πλατάνια. Κατεβήκαμε στο καφενείο του χωριού, όπου οι ντόπιοι μας καλωσόρισαν και είπαμε να απολαύσουμε τη θέα και τη δροσιά με λίγο τσιπουράκι και να μιλήσουμε για την ανάβαση της επόμενης μέρας. Αν και πρώτη μου εξόρμηση με το σύλλογο, ένιωσα σαν να γνωριζόμουν καιρό με την υπόλοιπη ομάδα. Εφόσον συνεννοηθήκαμε για το πρωινό ξύπνημα, χαλαρώσαμε και χαρήκαμε το βράδυ μας. Ο πρόεδρος του χωριού μάς κέρασε το τελευταίο καραφάκι και ο ιδιοκτήτης του καφενείου κάθισε στην παρέα μας, καθώς το κλίμα ήταν υπερβολικά εύθυμο. Κάποια στιγμή καταλάβαμε ότι η ώρα είναι περασμένη και αποχωρήσαμε στις σκηνές μας για ύπνο.
Κυριακή, πρωί 7.30, ξυπνήσαμε και αρχίσαμε να ετοιμαζόμαστε για την ανάβαση. Ήπιαμε τον καφέ μας, φάγαμε την πρωινή μας πίτσα που η Ντιάνα μας είχε ετοιμάσει και 8.40 ξεκινήσαμε από το χωριό των Τσίντζινων.
Τα πρώτα 20 λεπτά ανεβαίναμε το ίδιο μονοπάτι που είχαμε πάρει το προηγούμενο απόγευμα για το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη. Το μονοπάτι για την κορυφή Ψαρή είναι τόσο καλά σηματοδοτημένο, που και να θέλεις να χαθείς δεν μπορείς, οπότε οι περιπέτειες έλειψαν. Η δροσιά του δάσους, σε συνδυασμό με την ανάβαση, έκαναν την προσπάθειά μου να ανεβώ εύκολη, έχοντας αφήσει πίσω μου τη ζέστη της Καλαμάτας. Μία ώρα αργότερα φτάσαμε στο εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία, όπου και κάναμε την πρώτη μας στάση. Δεν είχαμε ανέβει πολύ ψηλά, αλλά η θέα ήταν ήδη μαγευτική. Το μονοπάτι για την κορυφή περνάει από διάφορα σκηνικά, ακόμα και ένα κομμάτι που το 2007 είχε καεί και πολλά δέντρα είναι πεσμένα. Άσχημο να βλέπεις αυτές τις εικόνες, ειδικά όταν περπατάς μέσα στο δάσος και ξαφνικά εμφανίζεται μπροστά σου τόση έκταση καμένη και, παράλληλα, φαντάζεσαι πώς θα ήταν, αν δεν είχε καεί πριν χρόνια.
Η πορεία είχε και τα εύκολα και τα δύσκολα κομμάτια της, αλλά ύστερα από περίπου 4 ώρες φτάσαμε στην κορυφή. Είχα ανέβει στον Προφήτη Ηλία στον Ταΰγετο και η θέα ήταν απίστευτη, μα όταν έφτασα σε αυτή την κορυφή του Πάρνωνα, ένα νέο συναίσθημα με κατέλαβε. Ήταν η ικανοποίηση ότι τα είχα καταφέρει μετά από αυτή την προσπάθεια. Καθίσαμε να θαυμάσουμε τη θέα, να ξαποστάσουμε και να φάμε για να πάρουμε δυνάμεις. Έπειτα από αρκετή ώρα στην κορυφή, ξεκινήσαμε να κατεβαίνουμε ακολουθώντας διαφορετική διαδρομή αυτή τη φορά, πάνω στη ράχη της κορυφογραμμής, με κατεύθυνση το βορρά. Τελείως διαφορετικό σκηνικό, πραγματικά μοναδική και πρωτόγνωρη εμπειρία για μένα. Κατεβαίνοντας, η διαδρομή είναι εξίσου πρόκληση, αλλά αρκετά χαλαρή για να μπορεί κανείς να κάνει στάσεις και να απαθανατίσει στιγμές μοναδικές στην κάμερά του. Η κατάβαση μας πήρε περίπου την ίδια ώρα με την ανάβαση λόγω της μικρής μας αλλαγής στη διαδρομή, αλλά άξιζε κάθε λεπτό παραπάνω που ενδεχομένως κάναμε.
Μόλις φτάσαμε πίσω στο χωριό οι ντόπιοι μας καλωσόρισαν και μας ρώτησαν πώς ήταν η ανάβασή μας. Προτεραιότητά μας ήταν να ξεκουραστούμε και να ενυδατωθούμε και αποφασίσαμε συλλογικά ότι θα ήταν ιδανικό να απολαύσουμε έναν καφέ πριν μπούμε στο βανάκι του συλλόγου για να γυρίσουμε στην Καλαμάτα. Στον καφέ ήμασταν όλοι ευχαριστημένοι και ικανοποιημένοι από το αποτέλεσμα των προσπαθειών μας. Ήμασταν ικανοποιημένοι όλοι μας μαζί και ο καθένας ξεχωριστά για τους στόχους που είχαμε θέσει. Αποχαιρετήσαμε τους κατοίκους του χωριού και πήραμε το δρόμο της επιστροφής. Μπορώ να πω ότι για πρώτη εξόρμηση δεν ήταν εύκολη, γιατί είχε κάποια κομμάτια που ήταν απαιτητικά. Εμένα, πάντως, αυτή η εμπειρία με κέρδισε και θα συνεχίσω να ανεβαίνω. Αν θέσεις τους στόχους σου ψηλά, ψηλά θα φτάσεις! Και όπως λένε και στους προσκόπους: «Προχωρούμε ενωμένοι, όλο για πιο ψηλά ανεβάσματα!».

Της Φωτεινής Παπαδοπούλου