Η διαδικασία επιλογής της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης


Σύμφωνα με την με αρ. 445/2014/ΕΕ της 16ης Απριλίου 2014 απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ανακήρυξη μίας πόλης σε Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, συγκροτείται ομάδα ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων, η οποία απαρτίζεται από 10 άτομα (ορίζονται 3 από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 3 από το Συμβούλιο, 3 από την Επιτροπή και 1 από την Επιτροπή των Περιφερειών) και στην οποία ανατίθενται η επιλογή των πόλεων και η παρακολούθηση των δράσεων.
Κάθε κράτος μέλος (για το 2021 η Ελλάδα και η Ρουμανία) είναι υπεύθυνο για τη διοργάνωση του διαγωνισμού μεταξύ των πόλεών του και δημοσιεύουν πρόσκληση υποβολής υποψηφιότητας τουλάχιστον έξι έτη πριν από το έτος εορτασμού. Ως προθεσμία για την υποβολή αιτήσεων από τις υποψήφιες πόλεις, σε αυτό το πλαίσιο πρόσκλησης υποβολής αιτήσεων υποψηφιότητας, ορίζεται χρονικό όριο που απέχει τουλάχιστον 10 μήνες από την ημερομηνία δημοσίευσης της πρόσκλησης. Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος κοινοποιεί τις αιτήσεις στην Επιτροπή και ξεκινά η διαδικασία επιλογής, η οποία γίνεται σε δύο στάδια.

Α. Προεπιλογή από τα κράτη μέλη
1. Κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος συγκαλεί την ομάδα των εμπειρογνωμόνων σε συνεδρίαση προεπιλογής μαζί με τις υποψήφιες πόλεις το αργότερο έως πέντε έτη πριν από το έτος εορτασμού.
2. Η ομάδα, μετά την αξιολόγηση των αιτήσεων βάσει των κριτηρίων, καταλήγει σε κατάλογο προεπιλογής με τις επικρατέστερες υποψήφιες πόλεις και καταρτίζει έκθεση προεπιλογής για όλες τις αιτήσεις, απευθύνοντας, μεταξύ άλλων, συστάσεις προς τις προεπιλεγείσες υποψήφιες πόλεις.
3. Η ομάδα υποβάλλει την έκθεση προεπιλογής στα οικεία κράτη μέλη και στην Επιτροπή.
4. Κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος εγκρίνει επισήμως το συνοπτικό κατάλογο βάσει της έκθεσης της ομάδας.

Β. Επιλογή στα κράτη μέλη
1. Οι προεπιλεγείσες υποψήφιες πόλεις συμπληρώνουν και αναθεωρούν τις αιτήσεις τους, ώστε να είναι σύμφωνες προς τα κριτήρια και να λαμβάνουν υπόψη τις συστάσεις που περιέχονται στην έκθεση προεπιλογής, και τις υποβάλλουν στο οικείο κράτος μέλος, το οποίο τις διαβιβάζει στην Επιτροπή.
2. Κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος, το αργότερο εννέα μήνες μετά τη συνεδρίαση προεπιλογής, συγκαλεί την ομάδα σε συνεδρίαση για την επιλογή μαζί με τις προεπιλεγείσες υποψήφιες πόλεις. Κατά περίπτωση, τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη μπορούν, ύστερα από διαβούλευση με την Επιτροπή, να παρατείνουν την εν λόγω εννεάμηνη προθεσμία για εύλογο χρονικό διάστημα
3. Η ομάδα αξιολογεί τις συμπληρωμένες και αναθεωρημένες αιτήσεις.
4. Η ομάδα συντάσσει έκθεση επιλογής για τις αιτήσεις των υποψήφιων χωρών που είναι στον κατάλογο προεπιλογής, εισηγούμενη την υποψηφιότητα μιας το πολύ πόλης στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος. Η έκθεση επιλογής περιλαμβάνει, επίσης, συστάσεις προς την ενδιαφερόμενη πόλη σχετικά με την πρόοδο που πρέπει να συντελεστεί μέχρι το έτος εορτασμού και υποβάλλεται στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και στην Επιτροπή.
Κάθε ενδιαφερόμενο κράτος μέλος προτείνει την ανακήρυξη μιας πόλης να φέρει τον τίτλο, βάσει των συστάσεων που περιέχονται στην έκθεση επιλογής της ομάδας, και το αργότερο τέσσερα έτη πριν από το έτος εορτασμού, κοινοποιεί την πρότασή του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο, την Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών.
Όταν μια πόλη περιλαμβάνει και τη γύρω περιοχή, η ανακήρυξη αφορά στην πόλη. Εντός δύο μηνών από τις κοινοποιήσεις της ανακήρυξης, η Επιτροπή δημοσιεύει τον κατάλογο των πόλεων που ανακηρύχθηκαν πολιτιστικές πρωτεύουσες της Ευρώπης στη σειρά C της Επίσημης Εφημερίδας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι πόλεις που έχουν ορισθεί για το ίδιο έτος επιδιώκουν την ανάπτυξη δεσμών μεταξύ των πολιτιστικών τους προγραμμάτων και η συνεργασία αυτή μπορεί να εξεταστεί στο πλαίσιο της διαδικασίας παρακολούθησης από την ομάδα των εμπειρογνωμόνων η οποία παρακολουθεί την προετοιμασία των ορισθεισών πόλεων για το έτος εορτασμού και τους παρέχει στήριξη και καθοδήγηση από τη στιγμή της ανακήρυξής τους έως την έναρξη του έτους εορτασμού.
Προς τούτο, η Επιτροπή οργανώνει τρεις διασκέψεις παρακολούθησης με την ομάδα και τους εκπροσώπους των πόλεων που έχουν ανακηρυχθεί, ως εξής:
α) τρία έτη πριν από το έτος εορτασμού του τίτλου
β) 18 μήνες πριν από το έτος εορτασμού του τίτλου
γ) δύο μήνες πριν από το έτος εορτασμού του τίτλου.
Το κράτος μέλος μπορεί να διορίσει παρατηρητή στις εν λόγω συνεδριάσεις.
Οι πόλεις που έχουν ανακηρυχθεί υποβάλλουν στην Επιτροπή εκθέσεις προόδου έξι εβδομάδες πριν από κάθε διάσκεψη παρακολούθησης. Κατά τις διασκέψεις παρακολούθησης, η ομάδα προβαίνει σε επισκόπηση των προετοιμασιών και παρέχει συμβουλές, με σκοπό να βοηθήσει τις ορισθείσες πόλεις να καταρτίσουν ένα πολιτιστικό πρόγραμμα υψηλής ποιότητας και μια αποτελεσματική στρατηγική. Η ομάδα δίνει ιδιαίτερη προσοχή στις συστάσεις που ορίζονται στην έκθεση επιλογής και στις προηγούμενες εκθέσεις παρακολούθησης.
Έπειτα από κάθε διάσκεψη παρακολούθησης, η ομάδα συντάσσει έκθεση παρακολούθησης σχετικά με την πορεία των προετοιμασιών και τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Η ομάδα διαβιβάζει τις εκθέσεις της στην Επιτροπή, καθώς και στις πόλεις που φέρουν τον τίτλο και στο οικείο κράτος μέλος. Εκτός από τις συνεδριάσεις παρακολούθησης, η Επιτροπή δύναται να διοργανώνει επισκέψεις της ομάδας στις ορισθείσες πόλεις, οποτεδήποτε κρίνεται αναγκαίο.

Βραβείο
1. Η Επιτροπή μπορεί να απονείμει χρηματικό βραβείο προς τιμήν της Μελίνας Μερκούρη («το βραβείο») σε μια ορισθείσα πόλη, ανάλογα με τα κονδύλια που διατίθενται στο πλαίσιο του σχετικού πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου. Μέχρι σήμερα το ποσόν του βραβείου είναι 1,5 εκατ. ευρώ.
2. Το χρηματικό βραβείο καταβάλλεται έως τα τέλη Μαρτίου του έτους εορτασμού, υπό τον όρο ότι η πόλη που έχει ορισθεί πολιτιστική πρωτεύουσα της Ευρώπης εξακολουθεί να τηρεί τις δεσμεύσεις που ανέλαβε κατά το στάδιο της υποβολής της αίτησης, συμμορφώνεται προς τα κριτήρια και λαμβάνει υπόψη τις συστάσεις που περιέχονται στις εκθέσεις επιλογής και παρακολούθησης.
Θεωρείται ότι η ορισθείσα πόλη έχει τηρήσει τις δεσμεύσεις που ανέλαβε κατά το στάδιο υποβολής της αίτησης, εάν δεν έχει προβεί σε ουσιαστική τροποποίηση του προγράμματος και της στρατηγικής της μεταξύ του σταδίου υποβολής των αιτήσεων και του έτους εορτασμού και ειδικότερα, εάν:
α) ο προϋπολογισμός έχει διατηρηθεί σε επίπεδο ικανό να προσφέρει ένα πολιτιστικό πρόγραμμα υψηλής ποιότητας σύμφωνα με την αίτηση και τα κριτήρια
β) έχει προστατευθεί δεόντως η ανεξαρτησία της καλλιτεχνικής ομάδας
γ) η ευρωπαϊκή διάσταση παρέμεινε επαρκώς ισχυρή στην τελική μορφή του πολιτιστικού προγράμματος
δ) στην εμπορική και επικοινωνιακή στρατηγική και στο υλικό επικοινωνίας που χρησιμοποιείται από την ορισθείσα πόλη αποτυπώνεται σαφώς το γεγονός ότι η δράση είναι δράση της Ένωσης
ε) έχουν καταρτιστεί σχέδια για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση του αντίκτυπου του τίτλου στην ορισθείσα πόλη.
Από τα μέχρι σήμερα υπάρχοντα δημοσιεύματα η υποψηφιότητα του Πειραιά θεωρείται φαβορί από ελληνικής πλευράς για να πάρει το χρίσμα, καθώς ποντάρει στο γεγονός ότι το 2021 συμπληρώνονται 2.500 χρόνια από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, ενώ φαίνεται να έχει εξασφαλίσει και την απαραίτητη πολιτική στήριξη για αυτό.
Ο πρώην υπουργός Παιδείας, Κων. Αρβανιτόπουλος, αποκάλυψε πριν από μήνες δημοσίως ότι είχε ενημερώσει τον πρωθυπουργό κ. Αντώνη Σαμαρά για το θέμα και ότι για την κατάρτιση του φακέλου της υποψηφιότητας θα βοηθήσει το υπουργείο Πολιτισμού.
Τέλος, τη στήριξή του έχει εκφράσει και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Ευάγγελος Βενιζέλος.
Η Καλαμάτα έχει πολλά πλεονεκτήματα (συμπλήρωση 200 ετών από την Ελληνική Επανάσταση του 1821 η οποία ξεκίνησε από την πόλη, δυνατή πολιτιστική παρουσία με κορυφαία το Διεθνές Φεστιβάλ Χορού, άριστη προσβασιμότητα με αυτοκινητόδρομο, αεροδρόμιο, λιμάνι, μαρίνα, υποδομές εκδηλώσεων με κορωνίδα το Μέγαρο Χορού, σημαντικά αρχαία μνημεία στην ευρύτερη περιοχή, υποδομές υποδοχής επισκεπτών κ.λπ.) για να διεκδικήσει με αξιώσεις τον τίτλο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης για το 2021.
Ανεξάρτητα, πάντως, από το αποτέλεσμα της διαδικασίας επιλογής, η πόλη θα έχει αξιολογήσει τις δυνατότητές της στο πολιτιστικό και πολιτισμικό πεδίο, τις ευκαιρίες ανάπτυξης που αυτές προσφέρουν, τις συμμαχίες που μπορεί να συνάψει, την πολιτική στήριξη που μπορεί να έχει, τις σχέσεις της με τις περιοχές έξω από το στενά διοικητικά όρια του Δήμου και, τελικά, θα έχει ένα καλά επεξεργασμένο σχέδιο πάνω στο οποίο μπορεί να σχεδιάσει (έστω και σταδιακά, σύμφωνα με τους διαθέσιμους κάθε φορά πόρους) τις δράσεις και τις προτεραιότητές της για τα επόμενα χρόνια.

 Του Βασίλη Κοσμόπουλου
Πολιτικού Μηχανικού