Από τη μακρινή Αριζόνα στα Μετέωρα με τον Ορειβατικό Σύλλογο Καλαμάτας (φωτογραφίες)


Σταθμός Λαρίσης, Αθήνα: 7.50 π.μ. Ολοκληρώνοντας μια γεμάτη βραδιά στην Αθήνα, έκανα σχέδια να επισκεφτώ τα Μετέωρα και έκλεισα δωμάτιο σε ένα ξενοδοχείο online. Έπειτα από λίγη ώρα, καθώς τριγύριζα στο σταθμό, αγοράζω ένα εισιτήριο για Καλαμπάκα και άρχισα να ψάχνω μια πρίζα να φορτίσω για λίγο το κινητό μου. Χωρίς να το γνωρίζω, πήγα και κάθισα στο ελεγκτήριο εισιτηρίων του σταθμού. Μία ηλικιωμένη κυρία προσέγγισε το θάλαμο που βρισκόμουν και άρχισε να μου μιλάει ακατάπαυστα. Γέλασα νευρικά και της απάντησα: Μιλάτε αγγλικά; Απογοητευμένη έφυγε, βρήκε κάποιον υπάλληλο του σταθμού και μουρμούρισε κάτι στα ελληνικά. Καθώς απομακρυνόταν άκουσα ένα μικρό γελάκι, γύρισα στα αριστερά μου για να δω από πού έρχεται και είδα ένα μυστήριο άντρα με λίγο μούσι. Προσεγγίζοντάς με, με ρώτησε με μια ελληνική προφορά: «Από πού είσαι;». Αρχίσαμε να μιλάμε για αρκετή ώρα και για να μην τα πολυλογώ, με κατάφερε να ακυρώσω την κράτηση στο ξενοδοχείο και να ακολουθήσω την ορειβατική ομάδα που τον περίμενε στα Μετέωρα. Ήμουν μόνος, δεν είχα σχέδια και ένιωθα λίγο μετέωρος, οπότε είπα μέσα μου: «και τι έχω να χάσω;».
Έτσι αποδέχτηκα την πρόσκληση του άγνωστου σε μένα άντρα. Πού να φανταστώ ότι τις επόμενες μέρες ο Μανώλης και ο ΕΟΣ Καλαμάτας θα μου προσέφεραν μια από τις καλύτερες εμπειρίες από το δίμηνο ταξίδι μου στην Ευρώπη; Πήραν έναν ξένο «m…ka» υπό την καθοδήγησή τους, μου πρόσφεραν απαράμιλλη φιλοξενία, προσφέροντας μου μια απίστευτη περιπέτεια, αγνή καλοσύνη και μου έδειξαν τι θα πει «καλή παρέα».
Από το να προκαλέσουμε άγνωστα παιδιά στην Καλαμπάκα σε ένα παιχνίδι μπάσκετ, μέχρι και να περπατήσω μαζί τους στο χιονισμένο βουνό της νότιας Πίνδου, φορώντας τη δεύτερη αλλαξιά του Μανώλη, γιατί δεν είχα κατάλληλα ρούχα. Δεν υπήρξε ούτε μια βαρετή στιγμή. Κάθε φορά που νύχτωνε βρισκόμουν ανάμεσα σε ζεστά χαμόγελα, μικρά φαγοπότια και σε φιλικές συζητήσεις. Δε θα μπορούσα να έχω ζητήσει κάτι καλύτερο.
Παρόλο που ήμουν μόνο 48 ώρες με την ομάδα, φεύγοντας ένιωθα ότι αποχαιρετούσα μια οικογένεια. Θα θυμάμαι πάντα το χρονικό διάστημα που περάσαμε μαζί και τις ιδιαιτερότητες και προσωπικότητες καθενός από την ομάδα. Από τον Γιώργο με τις ατάκες του και τα πικάντικα αστειάκια του, τον Ηλία που είναι σαν ανοιχτή εγκυκλοπαίδεια, την Ανθή και τον Μανώλη που μονίμως με στούμπωναν με φαγητό, το οποίο παρεμπιπτόντως μου άρεσε παρόλο που φαινόμουν ντροπαλός.
Κάθε ένας από αυτούς τους ανθρώπους είχε κάτι μοναδικό να μου προσφέρει στην εμπειρία που έζησα. Ήταν απίστευτα και στο μέλλον δε θα δίσταζα να τους ακολουθήσω πάλι σε κάποια άλλη περιπέτεια που θα αποφασίσουν να ζήσουν.
Στην υγειά μας, φίλοι μου!
Connor Sohns