Σταυρούλα Κουράκου – Δραγώνα: Η Κυρά των Αμπελιών


Με ρίζες από τη Λακωνία και τη Μεσσηνία, της απονεμήθηκε η ανώτατη ελληνική διάκριση
 
Του Αντώνη Πετρόγιαννη
 
Μία οραματίστρια δημόσιος υπάλληλος, τεχνοκράτισσα, που είχε τη δύναμη να κάνει το όραμα πράξη και η οποία για την πλειοψηφία των ανθρώπων του χώρου της θεωρείται η κυρία του οίνου στην Ελλάδα, η Σταυρούλα Κουράκου-Δραγώνα, μισή Λάκωνας, μισή Μεσσήνια, έλαβε προχθές την αναγνώριση που της αρμόζει.
Στην πανηγυρική συνεδρίαση της Ακαδημίας Αθηνών έλαβε βραβείο σε αναγνώριση της προσφοράς της στην επιστημονική τεκμηρίωση και στον εμπλουτισμό των γνώσεών μας σχετικά με την αμπελοοινική παράδοση κατά την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα.
Το βραβείο, εκτός από τη διαδρομή της κυρίας Κουράκου- Δραγώνα, είναι και μια τιμή για το τελευταίο συγγραφικό έργο (κατά την ίδια Κύκνειο Άσμα) με τίτλο «Η Άμπελος και ο Οίνος στον αρχαίο ελληνικό κόσμο».
Πρόκειται για μια πολυτελή έκδοση 278 σελίδων, η οποία, όχι μόνο απουσίαζε από το χώρο των συγγραμμάτων για την περιγραφή της κουλτούρας των αρχαίων Ελλήνων σχετικά με το κρασί, αλλά επιπλέον καταδεικνύει τη σημαντική επίδραση που είχαν οι αρχαίοι Έλληνες στη μεταγενέστερη ανάπτυξη της οινικής κουλτούρας.
Από τον πρόλογο του έργου αυτού αντιγράφουμε τις σκέψεις της κας Στ. Κουράκου που την οδήγησαν στη συγγραφή του: «Στο πέρασμα του χρόνου είχα την καλή τύχη να επισκεφθώ με αποστολή όλες σχεδόν τις αμπελουργικές χώρες του κόσμου, να γνωρίσω τα κατάλοιπα άλλων αρχαίων πολιτισμών και να πλουτίσω τις γνώσεις μου σχετικά με προβιομηχανικές καταστάσεις, που σε ορισμένες περιοχές φυλάσσονται ως πολιτισμική κληρονομιά.
Όταν έπειτα από μια έντονη επιστημονική δραστηριότητα ήρθε η ώρα της σχόλης λόγω 35ετίας, σκέφθηκα να συμπληρώσω όλον αυτό το συσσωρευμένο πλούτο πληροφοριών και αναμνήσεων με αναδρομή στο απώτερο χθες: να αναζητήσω τις ρίζες ελληνικών οίνων της αρχαιότητας λιγότερο προβεβλημένων, να διερευνήσω την τεχνογνωσία των αρχαίων οινοποιών με βάση τα σωζόμενα αποσπάσματα στην αρχαιοελληνική, κυρίως, γραμματεία και να επιχειρήσω να ερμηνεύσω με σύγχρονες επιστημονικές γνώσεις τα μυστικά της τέχνης τους, που επέτρεπαν στους ελληνικούς οίνους να ταξιδεύουν στους δρόμους της θάλασσας ως πολύτιμο εμπόρευμα.
Έπειτα από πολύχρονες μελέτες, συγκέντρωσα αξιόλογο υλικό, αλλά και διαπίστωσα ουσιαστικά λάθη που έχουν γραφεί από διακεκριμένους ξένους, κυρίως ερευνητές σε σχετικές μελέτες και μεταφράσεις αρχαίων κειμένων δημοσιευμένων κατά τον 20ό και 21ο αιώνα, λάθη που διαιωνίζονται κατ’ αντιγραφή, με συνέπεια εσφαλμένες ερμηνείες και σοβαρές, ενίοτε, παρανοήσεις.
Στο πλαίσιο διαφόρων διεπιστημονικών συμποσίων τόσο στο εσωτερικό όσο και το εξωτερικό, είχα την ευκαιρία να παρουσιάσω ανακοινώσεις σχετικές με τα θέματα που είχα μελετήσει και να επισημάνω τα ανά περίπτωση σφάλματα. Όμως, οι απόψεις που καταγράφηκαν στα πρακτικά των ελληνικών συμποσίων έμειναν άγνωστες στους ξένους μελετητές παρά τις ξενόγλωσσες περιλήψεις.
Γι’ αυτό, από εκείνες τις ανακοινώσεις επέλεξα να παρουσιαστούν σε ελληνική και γαλλική έκδοση είκοσι θέματα, τα οποία επεξεργάστηκα εκ νέου και συμπλήρωσα με νεώτερες πληροφορίες και παρατηρήσεις. Σε ορισμένα από αυτά προσέθεσα μάλιστα έναν επίλογο, με σκοπό να επιβεβαιώσω το κυρίως θέμα με σύγχρονα παραδείγματα που ενισχύουν την επιχειρηματολογία μου.
Το κάθε θέμα είναι ανεξάρτητο των άλλων, ώστε ο αναγνώστης να μπορεί να επιλέξει ανάλογα με τα ενδιαφέροντά του. Δεν επιβάρυνα τα κείμενα με πληθώρα επεξηγηματικών σημειώσεων, κουραστικών συνήθως για τους μη εξειδικευμένους αναγνώστες. Αντίθετα, τα τέσσερα ευρετήρια είναι “λαλίστατα” και έχουν συνταχθεί κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να καθίσταται εύκολη, ελπίζω, η αναζήτηση των σχετικών λημμάτων σύμφωνα με την έννοιά τους. Όσο για το εικαστικό υλικό, κύριος στόχος του η εικόνα να στηρίζει το λόγο».
Από την εισαγωγή του βιβλίου διαβάζουμε: «[…] Στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια ο Όμηρος δίνει πολλές ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τους οίνους, τα κελάρια και τη δίψα των ηρώων του. Τραγούδησε μάλιστα με τόση θέρμη τα εγκώμια του οίνου, ώστε ο Οράτιος τον ονόμασε vinosus Homerus.
Όμως, εάν αφήσουμε τις γενικότητες, μόνο δύο επώνυμοι οίνοι εμφανίζονται στα ομηρικά έπη: ο οίνος του Μάρωνος και ο Πράμνειος. Ο Όμηρος περιγράφει λεπτομερώς στην Οδύσσεια τους οργανοληπτικούς χαρακτήρες του πρώτου. Πρόκειται για τον πολύ γλυκό παλαιό ευωδιαστό οίνο από τον Ίσμαρο της Θράκης που προσέφερε στον Οδυσσέα δώρο ευγνωμοσύνης ο Μάρων, ιερέας του Απόλλωνα. Αναφορά στο δεύτερο οίνο γίνεται τόσο στην Ιλιάδα όσο και στην Οδύσσεια, αλλά γι’ αυτόν ο ποιητής δε δίνει στοιχεία,  ούτε περιγράφονται οι χαρακτήρες του ούτε μνημονεύεται η περιοχή παραγωγής του.
Γεννιέται, ως εκ τούτου, το εύλογο ερώτημα: γιατί άραγε ο ποιητής ακολούθησε τόσο διαφορετική τακτική στους μόνο δύο οίνους  που κατoνομάζονται στις ραψωδίες; Και ένα δεύτερο ερώτημα: υπήρξαν άραγε πραγματικά αυτοί οι δύο οίνοι ή ήταν ποιητικά αποκυήματα; Και ακόμη, πώς παρασκευάζονταν, ποιοι ήταν οι χαρακτήρες τους, πώς πίνονταν, τι γνωρίζουμε για τις ποικιλίες αμπέλου και τις περιοχές παραγωγής τους; Αυτά είναι μερικά από τα θέματα που εξέτασα στο πλαίσιο παλαιότερης μελέτης. Στην παρούσα θα περιοριστώ στον οίνο του Μάρωνος από άλλη οπτική γωνία…».