Πριν από λίγες ημέρες η “Wall Street Journal” τόνιζε σε εκτενές αφιέρωμα στους ελληνικούς οίνους ότι η «Ελλάδα μπορεί να βασίζεται στα κρασιά της».
Τα τελευταία χρόνια, άλλωστε, όλο και περισσότεροι νέοι άνθρωποι αποφασίζουν να ασχοληθούν με το «μαγικό κόσμο» του κρασιού. Παράλληλα, αρκετοί είναι και οι νέοι οινοπαραγωγοί, ενώ και τα “Wine Bar” που ανοίγουν συνεχώς αποτελούν δείγμα του ενδιαφέροντος των καταναλωτών.
Στην Καλαμάτα το Bistrot “Luna Lounge” δουλεύει αποκλειστικά με Έλληνες παραγωγούς και ελληνικές ποικιλίες κρασιών. Τον περασμένο Οκτώβριο παρουσίασε με επιτυχία έξι Έλληνες παραγωγούς, ενώ απόψε θα παρουσιάσει ακόμα τέσσερις, όπως οι Γράμψας, Ντούγκος, Αϊβαλής και Τσιμπίδης.
Το οινοποιείο της οικογένειας του Δημήτρη Ντούγκου βρίσκεται στη μαγευτική κοιλάδα των Τεμπών, στους πρόποδες του Ολύμπου, από το 1991. Η είσοδος στην επιχείρηση των παιδιών του Θάνου, γεωπόνου στο επάγγελμα και της κόρης του Λουίζας, χημικού – οινολόγου, έχει ως αποτέλεσμα σήμερα το οινοποιείο σε έκταση 76 στρεμμάτων να καλλιεργεί 12 ελληνικές και γαλλικές ποικιλίες, να παράγει 7 μοναδικές ετικέτες και να εξάγει τα κρασιά του σε 8 χώρες του εξωτερικού.
Ο Θάνος Ντούγκος μίλησε στο «Θάρρος» για τα πλεονεκτήματα των ελληνικών κρασιών, αλλά και τα μυστικά της παραγωγής:
-Πρόσφατα η “Wall Street Journal” προέτρεπε την Ελλάδα να βασιστεί στα κρασιά της. Ποια είναι τα πλεονεκτήματα του ελληνικού κρασιού;
Το μεγάλο πλεονέκτημα των ελληνικών κρασιών είναι οι μοναδικές ελληνικές ποικιλίες, όπως το Ξινόμαυρο, το Ασύρτικο, το Αγιωργίτικο και πολλές άλλες… που είναι αυτόχθονες και συνάμα ασυναγώνιστες στη διεθνή αγορά.
Ένα άλλο στοιχείο είναι οι κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν στην Ελλάδα, που αποτρέπουν τις κακές χρονιές. Τέλος, το πολύ καλό όνομα, το “Brand Name” που έχει η χώρα, κυρίως λόγω της ιστορίας της, είναι κι αυτό βασικό πλεονέκτημα των ελληνικών κρασιών.
-Ποιος είναι ο στόχος του δικού σας οινοποιείου;
Εμείς είμαστε ένα μικρό οινοποιείο υψηλής ποιότητας και σκοπός μας είναι να διατηρήσουμε αυτή την ποιότητα και το “status” των κρασιών μας. Δεν έχουμε στόχο να αυξήσουμε την παραγωγή εις βάρος της ποιότητάς μας. Νομίζω αυτός πρέπει να είναι και γενικότερα ο στόχος του πρωτογενούς τομέα στην Ελλάδα. Είμαστε μια μικρή χώρα και δεν μπορούμε να συναγωνιστούμε άλλες στην ποσότητα, οπότε η ποιότητα των προϊόντων μας νομίζω ότι είναι μονόδρομος.
-Είστε από τους ελάχιστους παραγωγούς που παράγετε την ποικιλία «ΟΠΑΠ Ραψάνη». Υπάρχει κάποιο μυστικό;
Είμαστε μόνο 3 παραγωγοί που παράγουμε την Ποικιλία ΠΟΠ (ΟΠΑΠ) Ραψάνη: ξινόμαυρο, κρασάτο, σταυρωτό. Η Ραψάνη είναι μια πολύ μικρή ζώνη ΠΟΠ και πολύ δύσκολη. Έχει, όμως, το πλεονέκτημα ότι η πρώτη της ύλη παράγεται σε μια ευλογημένη από κλιματολογικές συνθήκες περιοχή στους πρόποδες του Ολύμπου. Νιώθουμε, μπορώ να πω χαριτολογώντας, ευχάριστα να δουλεύουμε κάτω από το βλέμμα των θεών του Ολύμπου. Γενικότερα, η τοποθεσία των αμπελώνων παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στην παραγωγή. Η Ελλάδα έχει αρκετούς ημιορεινούς όγκους στα 350-400 μέτρα ύψος, οι οποίοι περικλείονται από θάλασσα. Αυτή η μορφολογία του εδάφους και οι κλιματολογικές συνθήκες είναι βασικό συστατικό στην ποιότητα της πρώτης ύλης και της παραγωγής στη συνέχεια.
-Τι θα συμβουλεύατε έναν οινόφιλο για την επιλογή ενός κρασιού;
Δε νομίζω ότι μπορώ να συμβουλέψω κάποιον, γιατί το κρασί είναι κάτι πολύ υποκειμενικό, έχει να κάνει και με τη γεύση, το φαγητό και πολλά άλλα. Θα έλεγα, όμως, σε κάποιον που τώρα αρχίζει να «μυείται» στον κόσμο του κρασιού, να επιλέγει «αρωματικά» στα λευκά και μαλακά στα «ερυθρά», ώστε σιγά σιγά να δοκιμάσει κι άλλες γεύσεις, πιο περίεργες.
-Η τιμή ενός κρασιού είναι ενδεικτική της ποιότητάς του;
Όχι πάντα… Υπάρχουν, π.χ., κρασιά που κοστίζουν 1.000 και 2.000 ευρώ και αυτή η τιμή δεν είναι ενδεικτική της ποιότητάς τους. Γενικότερα, όμως, σε μια ώριμη και φυσιολογική αγορά υπάρχει αντιστοιχία τιμής και ποιότητας, και συνήθως οι καταναλωτές είναι αυτοί που αποβάλλουν αυτούς που δεν ανταποκρίνονται στην ισορροπία ποιότητας και τιμής.
-Ποιες είναι οι δικές σας αγαπημένες ποικιλίες κρασιών;
Αναμφισβήτητα το Ξινόμαυρο στα ερυθρά και το Ασύρτικο στα λευκά. Δύο μοναδικές, ασυναγώνιστες ελληνικές ποικιλίες…
Του Κώστα Γαζούλη
*Τις 7 μοναδικές ετικέτες του Οινοποιείου Ντούγκου, καθώς και τα κρασιά των Οινοποιείων Γράμψα, Αϊβαλή και Τσιμπίδη, θα έχουν την ευκαιρία να δοκιμάσουν απόψε στις 9.00 στο “Luna Lounge”, στη Στοά Βαρβουτσή, οι φίλοι του κρασιού στην Καλαμάτα. Παράλληλα, θα μπορέσουν να συζητήσουν για τα μυστικά τους με τους ίδιους τους παραγωγούς.