Όταν έμαθα ότι ο καθ’ όλα άξιος σκηνοθέτης και ηθοποιός, Κώστας Χαλκιάς, θα ανέβαζε με τη Θεατρική Διαδρομή «Το τρίτο στεφάνι», μια παράσταση που μόνο το «ΕΘΝΙΚΟ» τόλμησε, σκέφτηκα: Ή τρελός είναι ή μαζοχιστής ή έχει κρυφούς άσσους στο μανίκι ή κάτι άλλο που δεν ήξερα.
Το μόνο που ήξερα με βεβαιότητα ήταν ότι θα τα κατάφερνε, γιατί είναι εντελώς προσγειωμένο άτομο, ξέρει πάντα μέχρις πού μπορεί να φτάσει, ανάλογα με το υλικό που διαθέτει. Είναι απόλυτα ικανός, πεισματάρης, τελειομανής αλλά και αθόρυβος, σεμνός σε κολάσιμο βαθμό και επειδή έχει δώσει όλες τις φορές δείγμα επιτυχούς γραφής, δεν ανησύχησα καθόλου. Του ευχήθηκα καλή επιτυχία και δύναμη και… περίμενα.
Από το να μην ανησυχώ, όμως, μέχρις αυτό που ένιωσα όταν είδα την παράσταση, είναι μια χαοτική απόσταση. Γιατί αυτή δεν είναι παράσταση. Είναι ένα όνειρο αυτό που ζεις όταν τη βλέπεις, με το φόβο μην ξυπνήσεις και το χάσεις, που σε κάνει ωστόσο να τσιμπιέσαι κάθε τόσο για να βεβαιωθείς ότι είναι αληθινό! Κοντολογίς, το εξαιρετικά απίστευτο αποτέλεσμα, που ξεπέρασε κάθε αισιόδοξη προσδοκία μου, με άφησε άφωνο. Ήξερα, βέβαια, ότι στο μοναδικό σενάριο του Κώστα Ταχτσή, έτσι θα μιλούσε η ζωή αν μιλούσε, αλλά όταν το έβλεπα να ξεδιπλώνεται με μια αξιοθαύμαστη άνεση στα μάτια μου, τότε ανακάλυπτα και τους κρυφούς άσσους στο μανίκι του σκηνοθέτη, που με μοναδικό τρόπο χρησιμοποιούσε.
Και αυτοί ήσαν: η εμπνευσμένη χορογραφία της κας Όλγας Αλεξανδροπούλου που φέρνει όλο το θίασο στη σκηνή στην έναρξη και τους βγάζει χορεύοντας, ενώ παρόμοια τους ετοιμάζει στο φινάλε του έργου για το χαιρετισμό, οι μοναδικές εικόνες – video που επιμελήθηκε ο ταλαντούχος Λεωνίδας Παπαδόπουλος (αληθινά τυχερός όποιος τον έχει συνεργάτη), ο τρόπος που φωτίζει το όνειρο ο Σάκης Μανιάτης, η κα Τζένη Αραπάκη που είχε το φροντιστήριο και την επιμέλεια των κουστουμιών, οι τεχνικοί των σκηνικών Γιάννης Κυριακόπουλος και Άκης Κουρμπέτης, ο Γιώργος Λαπέας που έκανε τις φωτιστικές εγκαταστάσεις, ο supervisor ήχου Γιάννης Γιάνναρος, όλοι όσοι βοήθησαν και εν τέλει η χαλκιόπνευστη διανομή των ρόλων, το μεγάλο χαρτί του σκηνοθέτη. Και να η πρώτη έκπληξη του έργου, η οσία Ευφημία από την άφταστη Βάσω Φιλιππίδου και μετά οι δύο λέαινες του θιάσου, η Νίνα (Μαρία Τούμπουρου) και η Εκάβη (Ελένη Αναγνωστοπούλου), με τις συγκλονιστικές ερμηνείες τους να σπαράζουν και να σπαράζονται, να σφαγιάζουν και να σφαγιάζονται, να σαρκάζουν και να αυτοσαρκάζονται, με απίστευτη υποκριτική δεξιότητα και αξιοζήλευτη άρθρωση.
Ο Χαλκιάς ήξερε απόλυτα τι έκανε. Τους έβαλε τόσο βαθιά στο ρόλο τους, ώστε να ξεχάσουν τον πραγματικό τους εαυτό και τους άφησε στη σκηνή να αλωνίζουν και να κουρσεύουν την παράσταση. Και έπειτα τι σοκ από την ερμηνεία του Παναγιώτη Αναστασόπουλου (Δημήτρης) και της Βίλμας Μπούζα (Ελένη)! Και τι κρίμα που τα πανέμορφα και χαρισματικά αυτά παιδιά που απέδειξαν περίτρανα πόσο σωστά μαθαίνουν την υποκριτική τέχνη, δεν έγιναν επαγγελματίες ηθοποιοί, να τους βλέπει και να τους χαίρεται όλος ο κόσμος! Και τι συγκλονιστικός στο ρόλο του ο Πάρης Καλογεράκος (Μπάμπης), ο Στράτης Καΐκης (Γιάννης), ο Χρήστος Καράμπελας (Αντώνης), ο Παναγιώτης Κοσέογλου (Θόδωρος), ο Απόστολος Ασημακόπουλος (κ. Αραβαντινός), ο Κώστας Παναγόπουλος (Φώτης, πρασινομάτης), ερμηνείες αξέχαστες! Και τι δροσερή ομορφιά, τι απίστευτη σκηνική παρουσία, τι ερμηνευτική δεξιότητα από τις Ματίνα Νιάρχου (Πολυξένη) και ας την έλεγε η μάνα της Νιανάρο, Αγγελική Κανδυλιώτη και Ελένη Μανιατάκη, μικρές Νίνα και Εκάβη αντίστοιχα, την Πέγκυ Θεοδουλίδη (Φρόσω) που θύμιζε αρχαίο γλυπτό Αθηναίας κόρης από το Μουσείο της Ακρόπολης, με την ομορφιά της, το χτένισμα και τη χλωμάδα της, τη Τζένη Τσάκαλη (Νότα)! Και τι να πρωτοείπω για τη Βικτώρια ή μάλλον Βιττώρια, όπως θα με διόρθωνε η Εκάβη (Καρέλλου Μαριανέλλη), που σαν άλλη σειρήνα του Οδυσσέα μάγεψε όχι μόνο το Δημήτρη της, αλλά και όλους μας με το κρυστάλλινο τραγούδι της, ενώ έφερε στο στόμα μας τη γεύση του ψωμιού με λάδι και ζάχαρη, το σύνηθες μπρέκφαστ των παιδιών του μεταπολέμου.
Όμως, μιας και δεν τις είχε φιλήσει ποτέ η μάνα τους, στέλνω ένα μεγάλο φιλί στο έκτρωμα του Φώτη, την υπέροχη Μαρία (Βάσια Αντωναροπούλου) και άλλο ένα στη ναΐφ Μαριέτα (Χριστιάνα Ρούπα), ας όψεται η κα Ρουσοπούλου που έμεινε ανύπαντρη, που μας συγκίνησε με την ερμηνεία της. Και οι δύο θύματα ειρήνης, πολύ θα ήθελα κάθε που τις συναντώ να τους σφίγγω το χέρι για τις στιγμές που μου χάρισαν. Στο ύψος της και σαν Γαλάτεια και σαν θεία Κατίγκω η κα Βίλμα Ταγαρούλια, με την αρχοντική παρουσία της, με το δωρικό ύφος της και την άκρως προστατευτική στάση της στις πομπές του μοναχογιού της του Ντίνου (Γιώργος Λυκούσης), επίσης πειστικού στο δύσκολο ρόλο του αποδιοπομπαίου.
Ευχάριστη έκπληξη η παρουσία του μικρού Άκη (Κυριαζής Φαέθων Χαλίλ Ελ Μάσρι), μπράβο αγόρι μου! Της Ομπέρ (Ευανθίας Κυριαζή), της Ντόμνας (Μαρία Κωνσταντοπούλου), που με απίστευτη άνεση εξιστορεί τις συμφορές της Εκάβης κατά την απουσία της, της Μπέμπας (Ντιάνα Μαούνη), της Μαργαρίταινας (Ιωάννα Μητροπούλου), του γιατρού της Εκάβης (Στάθη Μητσέα), του γιατρού του Φώτη (Νικήτα Μπιτσάνη), της Ιουλίας (Μαίρη Οικονόμου), της Αθηνάς (Κωνσταντίνα Παναγιωτοπούλου), του Γιώργου του Παναγόπουλου, που πότε μεταμορφωνόταν σε αποκρουστικό και απεχθή Νταβίκο, πότε σε σκληρό αλλά με ιπποτικές ευαισθησίες ανθυπομοίραρχο, πότε σε βαρύμαγκα Σωτήρη, χωρίς να ιδρώνει το αυτί του. Αλήθεια, πού βρήκε τέτοιον αέρα ο Παπαθανασίου (Νίκος Χατζηγιαννόπουλος) να φωνάζει την Εκάβη Εύη για να τη ρίξει; Και με τι καλογερίστικη ευλάβεια μας έψελνε και μας λιβάνιζε η Ερασμία ή με τι σκυλέ ύφος φώναζε «Μίμη, έβγα έξω, σε θέλει η μάνα σου» η Αράπω η καρακαρ… και στους δύο πιο πάνω ρόλους η αξεπέραστη Ευτυχία Μουτεβελή. Μπράβο της και μπράβο σε όλους τους υπόλοιπους ρόλους, μικρούς αλλά εξίσου σημαντικούς, για να συμπληρωθεί το παζλ της εξαιρετικής αυτής προσπάθειας.
Τελειώνοντας δεν μπορώ να μη σταθώ σε δύο ρόλους που έμειναν βαθιά στην καρδιά μου. Της Ταβλαρίδαινας που απέδωσε τέλεια η κα Αμαλία Ρούσσου με το απλοϊκό ύφος της και την άψογη σκηνική της παρουσία, όταν περιέγραφε το ποιόν του μπεκρούλιακα του Μπάμπη, και του πρωτοεμφανιζόμενου αλλά πολλά υποσχόμενου στο χώρο του θεάτρου, νεαρού Παναγιώτη Βεργόπουλου, που τον Άκη τον απέδωσε τόσο σεμνά και τρυφερά που μας κέρδισε!
Και μπορεί βέβαια ο Άκης να γράφει την ιστορία των ηρώων του έργου στο τέλος της παράστασης, όμως ο Κώστας ο Χαλκιάς έγραψε άλλη μια χρυσή σελίδα στην ιστορία του θεάτρου. Εύγε!
Δημήτρης Ηλιόπουλος