Κάθε μέρα χωρίς συμφωνία,
χάνονται 22,3 εκ. ευρώ από το ΑΕΠ
Επίσης, κλείνουν 59 επιχειρήσεις και μειώνεται η πλήρης απασχόληση κατά 613 θέσεις εργασίας
Κάθε μέρα που περνάει, μέχρι να επιτευχθεί η συμφωνία της χώρας μας με τους πιστωτές, χάνονται 22,3 εκ. ευρώ από το ΑΕΠ της, κάθε 24 ώρες κλείνουν 59 επιχειρήσεις και μειώνεται η πλήρης απασχόληση κατά 613 θέσεις εργασίας.
Αυτό υπογραμμίζει σε ανακοίνωσή της η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας και προσθέτει ότι η τελική συμφωνία, «έστω και ως… μέτρια να χαρακτηριστεί ή κατώτερη των προσδοκιών, θεωρείται βέβαιο πως θα επιτρέψει στην ελληνική οικονομία να λειτουργήσει ως ελατήριο, αφού η αγορά θα αφεθεί επιτέλους ελεύθερη να δουλέψει, τους υπόλοιπους μήνες του 2015».
Η ΕΣΕΕ αναφέρει ότι η αγορά βρίσκεται σε ακινησία, οι ενέσεις ρευστότητας δεν μπορούν να την συνεφέρουν και «πλέον θέλει “μετάγγιση αίματος” τουλάχιστον 25 δισ. ευρώ για να επανεκκινηθεί, αφού οι απώλειες του πρώτου πενταμήνου δύσκολα θα αναπληρωθούν μέσα στο 2015».
Μάλιστα, υπενθυμίζει ότι την τελευταία πενταετία σημειώθηκε πτώση του κύκλου εργασιών στο λιανικό εμπόριο -26,2%, στο χονδρικό -37,1% και στα αυτοκίνητα -61,9%. Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών κατέστη οριακά πλεονασματικό κατά 0,9% του ΑΕΠ το 2014, με τις εισαγωγές και τις εξαγωγές αγαθών να εμφανίζουν άνοδο κατά 4,7%, και 4,9% αντίστοιχα.
Η επίσημη θέση του ελληνικού εμπορίου και της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας είναι – όπως αναφέρει η ΕΣΕΕ- να τελειώνουμε με τη τετράμηνη ακινησία της αγοράς από το καθεστώς “No Deal, No Grexit”, αντικαθιστώντας το περιεχόμενο της αρχικής συμφωνίας «χρήμα για το χρέος και χάρη για τη χώρα» στην οικονομική στρατηγική «χρήμα για την αγορά και ανάπτυξη για τη χώρα».
Η ΕΣΕΕ παραθέτει στην ανακοίνωσή της σειρά στοιχείων που δείχνουν το πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί στην αγορά. Αναφορικά με τη ρευστότητα στην αγορά, το 95% των αιτημάτων χορήγησης δανείων απορρίπτεται καθημερινά από τις εμπορικές τράπεζες, κατόπιν εντολών και κανόνων της ΕΚΤ στην ΤτΕ και πλέον μόνο μία στις 10, μικρομεσαία επιχείρηση, ζητά δανειοδότηση από τις συστημικές τράπεζες. Ακόμη, η απορρόφηση των χρηματοδοτικών εργαλείων για την επιχειρηματική ρευστότητα δεν υπερβαίνει το 40% και στη χρηματοδότηση του εμπορίου μόλις το 12%.
Οι δε καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες είναι περίπου στα 138 δισ. ευρώ, σχεδόν στο 58% του συνόλου των δανείων χορηγήσεων, ύψους 219 δισ. ευρώ.
Τουλάχιστον το 1/8 των καταθέσεων στις τράπεζες έχει δανειστεί στο Δημόσιο, για την ανανέωση των εντόκων γραμματίων.
Οι καταθέσεις που έχουν φύγει, υπολογίζονται από το Δεκέμβριο, μέχρι σήμερα στα 35 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 4 δισ. ευρώ τον Απρίλιο.
Οι τράπεζες είναι στα όριά τους και τα διαθέσιμα δεν επαρκούν, λόγω των συνεχών αναλήψεων. Η ρευστότητα δεν ξεπερνά τα 2,5 δισ. ευρώ, ενώ οι καθημερινές ανάγκες των συστημικών τραπεζών καλύπτονται με το σταγονόμετρο από τον ELA.
Επιπροσθέτως, καταγράφεται αρνητική πιστωτική επέκταση, επί 52 μήνες, με τα σημερινά επίπεδα στο -2,5%. Από τον περσινό αντίστοιχο Μάρτιο, λιγότερα κατά 639 εκ. ευρώ, δόθηκαν από τις τράπεζες στην πραγματική οικονομία.
Επίσης υπήρξε αύξηση δανείων στο «κόκκινο» τη διετία 2013-14 κατά 32%, ενώ από τα 77 δισ. ευρώ στο τέλος του 2014, σήμερα ανέρχονται στα 80-82 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 42 δισ. ευρώ είναι επιχειρηματικά δάνεια, τα 28 δισ. ευρώ στεγαστικά και τα υπόλοιπα 12 δισ. ευρώ καταναλωτικά. Από τα 23 δισ. ευρώ των δανείων σε Μ.μ.Ε., τα 10 δισ. ευρώ βρίσκονται στο κόκκινο, με ποσοστό καθυστέρησης αποπληρωμής στο 43%.
Στο πρώτο τετράμηνο του έτους ο προϋπολογισμός εμφανίζει προς έκπληξη όλων, πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 2,16 δισ. ευρώ, όταν οι προβλέψεις ήταν να διαμορφωθεί πρωτογενές έλλειμμα της τάξης των 287 εκατ. ευρώ. Οι δαπάνες διαμορφώνονται περίπου στα 2 δισ. ευρώ, κάτω από το στόχο, επιβεβαιώνοντας ότι η κυβέρνηση έχει προχωρήσει σε «εσωτερική στάση πληρωμών», η οποία όμως έχει οδηγήσει σε «ασφυξία» την εγχώρια οικονομία.
Ακόμη, το δημόσιο χρέος ανήλθε στο 177,1% του ΑΕΠ το 2014 και η μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος στο 3,5% του ΑΕΠ από 15,6% το 2009. Είχαμε αναθεώρηση της εκτίμησης του ρυθμού ανάπτυξης για το 2015, από 2,5% σε 0,5% ή 0,2% και εκτιμήσεις για μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος κατά 50%, από 2,4 δισ. ευρώ το 2014 σε 1,2 δισ. ευρώ. Οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις ανήλθαν στα 4,4 δισ. ευρώ, με 688 εκ. για εκκρεμείς επιστροφές φόρων, ενώ το έλλειμμα στα ασφαλιστικά ταμεία ανήλθε σε 349 εκ. ευρώ το 2015, από πλεόνασμα 798 εκ. ευρώ το 2014. Την περίοδο 2009-2014 η μείωση του ΑΕΠ έφτασε το 24,6% και εκτιμάται στα περίπου 179 δισ. ευρώ το 2014.
Όσον αφορά στον αποπληθωρισμό, επί δύο και πλέον χρόνια, κυμάνθηκε στα επίπεδα του -2,1% τον Απρίλιο του 2015, έναντι -1,3% το 2014 και οι δείκτες θα μεταβληθούν από τις αλλαγές που θα επιφέρει η εφαρμογή του ενιαίου συντελεστή ΦΠΑ από το Σεπτέμβριο του 2015.
Με βάση τα στοιχεία, ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ, Βασίλης Κορκίδης, έχει επανειλημμένως τονίσει ότι τόσο ο οικονομικός όσο και ο πολιτικός χρόνος τελειώνει επικίνδυνα και η επίτευξη μιας βιώσιμης συμφωνίας με τους εταίρους μας αποτελεί καίριας σημασίας ζητούμενο, καθώς συνδέεται άμεσα με τη δυνατότητα της χώρας να αντλήσει κεφάλαια από τα ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά εργαλεία.
«Το πραγματικό διακύβευμα, όμως, για την αγορά, αλλά και για το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής κοινωνίας, είναι ποιες αναπτυξιακές συνθήκες θα δημιουργηθούν. Η θέση των εκπροσώπων του παραγωγικού κόσμου, πάνω σε αυτό, είναι σαφής, αφού προσβλέπουμε για τη χώρα, στο να προχωρήσει άμεσα στις απαιτούμενες αναπτυξιακές μεταρρυθμίσεις, συμπράττοντας με τα υγιή στοιχεία της οικονομίας, με σκοπό να παράσχει νέες, ποιοτικές θέσεις εργασίας, προάγοντας την Ελλάδα της δημιουργίας, της καινοτομίας και της εξωστρέφειας, αντί της ύφεσης, της λιτότητας και του αποκλεισμού» όπως σημειώνεται στη σχετική ανακοίνωση.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ