Φτωχότατο και ανεπαρκέστατο χαρακτηρίζει το έργο της κυβέρνησης στις πρώτες 100 ημέρες της στην εξουσία ο στ΄ αντιπρόεδρος της Βουλής και βουλευτής της Α΄ Αθήνας με το «Ποτάμι», Σπύρος Λυκούδης, σε συνέντευξή του στο «Θάρρος». Υπογραμμίζει, μάλιστα, πως, πέραν του νομοσχεδίου για την αντιμετώπιση της «ακραίας φτώχειας», όλα τα άλλα νομοσχέδια δεν εξυπηρετούν παρά την πολιτική της πελατεία, τις κρατικές συντεχνίες.
Επιπροσθέτως, χαρακτηρίζει την κυβέρνηση αντι-μεταρρυθμιστική, υποστηρίζοντας πως όσες μεταρρυθμίσεις κι αν κάνει, θα τις κάνει υπό την πίεση των δανειστών μας, ενώ τονίζει πως η συνεχιζόμενη αποδοχή της από τους πολίτες έχει να κάνει «με την επικοινωνιακή επίδειξη μιας εικονικής “μαχητικότητας” στις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους μας, τους οποίους παρουσιάζει ως τους σύγχρονους εχθρούς της χώρας και με τους οποίους βρίσκεται σε “πόλεμο”»!
Ο κ. Λυκούδης κάνει λόγο για φαντασιώσεις και ιδεοληψίες της κυβέρνησης, που μaς οδήγησαν στο να περάσουμε εμείς το βρόχο στο λαιμό μας και τώρα παίζει ρωσική ρουλέτα, με το πιστόλι στο δικό της κρόταφο.
Στις μομφές ότι το «Ποτάμι» εξαντλείται μόνο σε κριτική, ο κ. Λυκούδης αναφέρει ότι το κόμμα του κάνει προτάσεις, φέρνοντας ως παράδειγμα εκείνες στο νομοσχέδιο για την ανασύσταση της ΕΡΤ, οι οποίες ήταν καρπός πολύμηνης επεξεργασίας.
Όσον αφορά στον ίδιο και στην αμφισβήτηση των βεβαιοτήτων που αναφέρει στο βιογραφικό του, «δε σημαίνει τίποτε άλλο παρά μια συνεχή προσπάθεια αυτοκριτικής, ενδοσκόπησης και αυτογνωσίας».
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης:
-Συμπληρώθηκαν οι πρώτες 100 ημέρες της νέας κυβέρνησης που προέκυψαν από τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου. Ποια είναι η θέση σας για το έργο της;
Κατ’ αρχάς, θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για τη φιλοξενία και τις πολύ εύστοχες ερωτήσεις σας, στις οποίες θα προσπαθήσω να απαντήσω με ειλικρίνεια και αυτοσυγκράτηση. Διότι, παρά το γεγονός της χωρίς μέτρο κυβερνητικής προπαγάνδας και του διχαστικού της λόγου, η κρισιμότητα των καταστάσεων επιβάλλει σε όλους μας σύνεση και επιδίωξη συναίνεσης για το δημόσιο και εθνικό συμφέρον, χωρίς ασφαλώς παραίτηση από την αυστηρή κριτική.
Υπενθυμίζω ότι το «Ποτάμι» ασκεί αυστηρή, αυστηρότατη αλλά εποικοδομητική αντιπολίτευση, κι αυτό υπαγορεύεται τόσο από την πολιτική του φυσιογνωμία όσο και από τις συνθήκες. Θα έχετε παρατηρήσει ότι όσα άρθρα στα διάφορα νομοσχέδια πιστεύουμε ότι κινούνται, έστω και γενικά, προς τη σωστή κατεύθυνση, τα ψηφίζουμε, ανεξάρτητα από τη θέση μας στο νομοσχέδιο ως σύνολο.
Ως προς το συγκεκριμένο τώρα ερώτημά σας, θα έλεγα ότι το κυβερνητικό έργο στις πρώτες, «συμβολικές» για κάθε κυβέρνηση, 100 ημέρες, είναι φτωχότατο και ανεπαρκέστατο. Πέραν του νομοσχεδίου για την αντιμετώπιση της «ακραίας φτώχειας», με την εμφανή πενιχρή κρατική φιλανθρωπία αντί της συνολικής, σφαιρικής θεώρησης και επίλυσης, διότι περί αυτού πρόκειται – σε αντιπαραβολή με άστοχες εξοπλιστικές δαπάνες, όλα τα άλλα νομοσχέδια δεν εξυπηρετούν παρά την πολιτική της πελατεία, τις κρατικές συντεχνίες. Δεν έχουμε δει τίποτα για το σοβαρότερο πρόβλημα της χώρας, τη μάστιγα της ανεργίας, ιδιαίτερα των νέων. Αντίθετα, βλέπουμε πορεία «όπισθεν ολοταχώς», όπως στο θέμα της Παιδείας, που μας πάει 50 χρόνια πίσω. Βλέπουμε την επάνοδο καταδικασμένων παλαιοκομματικών πρακτικών και οικοδόμησης κομματικού κράτους. Αυτή η κυβέρνηση είναι αντι-μεταρρυθμιστική κι όσες μεταρρυθμίσεις κάνει, θα τις κάνει υπό την πίεση των δανειστών μας, εάν και όταν επιτευχθεί η αναμενόμενη συμφωνία, πράγμα που εύχομαι να γίνει το συντομότερο δυνατό.
-Πώς δικαιολογείται το γεγονός ότι, παρά τις παλινωδίες και τις «δημιουργικές ασάφειες», η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα εξακολουθεί να απολαμβάνει της εμπιστοσύνης των πολιτών;
Με δεδομένη, μάλιστα, τη διγλωσσία που χρησιμοποιεί εντός και εκτός Ελλάδας για την Οικονομία και τις δανειακές υποχρεώσεις της χώρας, την επερχόμενη κατάργηση της «Διαύγεια», την κατάργηση του «Καλλικράτη», τη συμφωνία Λαφαζάνη για αύξηση με έμμεσο τρόπο των αποδοχών των εργαζομένων στη ΔΕΗ, και παρά την κριτική που ασκείται τόσο από το «Ποτάμι» όσο και τη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ;
Νομίζω ότι η αποδοχή που απολαμβάνει η κυβέρνηση και η οποία όμως έχει ταχύτατα περιοριστεί στα εκλογικά της ποσοστά, αν δεχτούμε τα αποτελέσματα των πιο πρόσφατων δημοσκοπήσεων, έχει να κάνει με την επικοινωνιακή επίδειξη μιας εικονικής «μαχητικότητας» στις διαπραγματεύσεις με τους εταίρους μας, τους οποίους παρουσιάζει ως τους σύγχρονους εχθρούς της χώρας και με τους οποίους βρίσκεται σε «πόλεμο»!
Πρόκειται περί μύθου, βέβαια, αλλά ακόμα αποτελεσματικού. Ωστόσο, σε όλα τα άλλα προβλήματα – παιδεία, μεταναστευτικό, ανεργία κ.τ.λ. – η κυβέρνηση βαθμολογείται από τους πολίτες κάτω από τη βάση, ενώ θα προσέξατε ότι η ανησυχία και η αβεβαιότητα έχει ξεπεράσει ως ποσοστό την ελπίδα, που ραγδαία εξατμίστηκε, παρά την επικοινωνιακή καταιγίδα.
Ένας δεύτερος λόγος, νομίζω, έγκειται στο γεγονός ότι οι πολίτες δε διακρίνουν κάποια αξιόπιστη αξιωματική αντιπολίτευση και εναλλακτική λύση, δε θέλουν να ξαναγυρίσουν στο παρελθόν. Το «Ποτάμι» δεν είναι ακόμα τόσο ισχυρό, ώστε να αποτελέσει από μόνο του την εναλλακτική λύση. Παραμένει, όμως, σταθερά τρίτο κόμμα και, μάλιστα, αυξάνει δημοσκοπικά τη δύναμή του, σε αντίθεση με όλα τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Πρόκειται για πολύ ενθαρρυντικό γεγονός.
-Όντας καθημερινά στη Βουλή, πώς σχολιάζετε ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να περάσει με τροπολογίες μείζονα ζητήματα, αλλά και το πρωτοφανές εκρηκτικό κλίμα που δημιουργείτε εκεί; Πώς προκύπτει αυτή η ένταση;
Η ένταση προκύπτει τόσο από τις ιδιορρυθμίες του χαρακτήρα της προέδρου της Βουλής όσο και από τη γενικότερη κυβερνητική συμπεριφορά. Δεν είναι μόνο οι τροπολογίες που αναφέρετε, τις οποίες ως αντιπολίτευση το σημερινό κυβερνών κόμμα μετά βδελυγμίας καταδίκαζε και τώρα καταφεύγει στις ίδιες κραυγαλέα παλαιοκομματικές και καταδικαστέες πρακτικές. Είναι η γενικότερη κυβερνητική προσπάθεια να εμφανίσει τους πολιτικούς της αντιπάλους ως «πράκτορες» των δανειστών και άλλα απεχθή και ακατανόμαστα. Καλλιεργεί διχαστικό και εμφυλιοπολεμικό κλίμα, ενώ κόπτεται για συναίνεση. Πρόκειται για υποκρισία και αναίδεια. Διότι οι πραγματικοί «πράκτορες» βρίσκονται μέσα στο κόμμα του κ. Τσίπρα και δεν είναι άλλοι από αυτούς που υποστηρίζουν την επιστροφή σε μια φανταστική «γη της επαγγελίας», στη δραχμή. Οι νεότερες γενιές που παρασύρονται, δεν έχουν γνωρίσει, όπως η προγενέστερη αλλά και η δική μου γενιά, τη φτώχεια και εξαθλίωση.
Θα σας αναφέρω και το εξής περιστατικό. Ο Θεοδωράκης, σε μια αγόρευσή του στη Βουλή, αναφέρθηκε σε ένα απόσπασμα δηλώσεων για τις ολέθριες συνέπειες της επιστροφής της δραχμής. Ήταν σκληρά λόγια και ξεσήκωσαν θύελλα διαμαρτυριών από τα έδρανα του ΣΥΡΙΖΑ. Εσιώπησαν, όμως, αιδημόνως όταν ο Σταύρος αποκάλυψε το συγγραφέα. Ήταν ο ίδιος ο Βαρουφάκης σε παλαιότερες δηλώσεις του! Μια ιδέα για το κλίμα που συνήθως επικρατεί.
-Η θέση του προέδρου σας κ. Σταύρου Θεοδωράκη είναι ότι η Ελλάδα πρέπει να παραμείνει στο ευρώ «πάση θυσία». Για εσάς δεν υπάρχουν «κόκκινες γραμμές», με δεδομένο ότι η πολιτική πρακτική των προηγούμενων κυβερνήσεων γονάτισε την ελληνική κοινωνία;
Η δική μας «κόκκινη γραμμή» είναι πράγματι «πάση θυσία στο ευρώ». Αυτό δε σημαίνει σε καμιά περίπτωση ότι όλες οι απαιτήσεις των δανειστών μας μπορούν να γίνουν αποδεκτές. Ωστόσο, δεν τις ξέρουμε. «Ξέρουμε» αυτές που μας λένε τα κυβερνητικά non papers ότι oι εταίροι μας απαιτούν. Αποκρύβεται το γεγονός ότι η κυβέρνηση με την αλλοπρόσαλλη διαπραγματευτική πολιτική της έχει φτάσει στο σημείο μηδέν. Όσο για το «πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης», θα έχετε ασφαλώς παρατηρήσει, ουδείς λόγος γίνεται πλέον. Ας υπενθυμίσω ότι εμείς είχαμε από την προεκλογική ακόμη περίοδο προτείνει τη συγκρότηση Εθνικής Διαπραγματευτικής Ομάδας. Έτσι, θα γνωρίζαμε σήμερα την αλήθεια και τόσο η Βουλή όσο και η κοινή γνώμη θα ήταν πλήρως ενημερωμένη. Η κυβέρνηση προτιμά με επικοινωνιακά πυροτεχνήματα να διαπραγματεύεται βασικά με τον εαυτό της και την εσωκομματική της αντιπολίτευση Διότι, περί αυτού πρόκειται. Όλα, όμως, έχουν ένα τέλος και η κρίση των πολιτών θα είναι αμείλικτη.
Σχετικά με την πολιτική της προηγούμενης κυβέρνησης, έχω κατ’ επανάληψη τοποθετηθεί δημόσια και στη Βουλή. Η δόση του αναγκαστικού φαρμάκου της λιτότητας ήταν λάθος. Το έχουν παραδεχτεί και οι δανειστές. Αποτέλεσμα, η κοινωνική δυστυχία, η αύξηση των ανισοτήτων, η τεράστια ανεργία, η μεγάλη πτώση του ΑΕΠ. Ωστόσο, η δημοσιονομική προσαρμογή, για να είμαστε αντικειμενικοί, έγινε, απότομα βεβαίως, βάναυσα, με τεράστιες θυσίες, με διατήρηση του συντεχνιακού πελατειακού κράτους, με μεταρρυθμίσεις υπό την πίεση των δανειστών μας, που άλλες έμειναν στη μέση, με άλλες που αναιρούνταν στην πράξη. Είχαν, όμως, φανεί και κάποια πρώτα ισχνά σημάδια ανάκαμψης. Οι εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προέβλεπαν ανάπτυξη 2.5% για το 2015. Οι πρόσφατες εαρινές μόνο 0.5% κι αυτό υπό την αίρεση της άρσης της αβεβαιότητας.
Οι φαντασιώσεις και οι ιδεοληψίες των κυβερνώντων μάς οδήγησαν στο να περάσουμε εμείς το βρόχο στο λαιμό μας. Η κυβέρνηση υπέγραψε στις 20 Φεβρουαρίου την επέκταση του μνημονίου χωρίς χρηματοδότηση κι άλλα πολλά. Μας «παραπλάνησαν», είπε. Αν είναι δυνατόν!! Τώρα παίζει ρωσική ρουλέτα, με το πιστόλι στο δικό της κρόταφο.
-Πώς εννοεί το κόμμα σας τη δημιουργία μιας κυβέρνησης ευρύτερης συμμαχίας και τι μπορεί να επιτευχθεί μέσα απ’ αυτή προς όφελος της χώρας;
Προκύπτει, νομίζω, από τις παραπάνω απαντήσεις μου. Υπάρχει πρωθυπουργός, είπε πρόσφατα ο Σταύρος Θεοδωράκης, αλλά δεν υπάρχει κυβέρνηση. Τρεις λαλούν και δυο χορεύουν. Δε θέλω να επεκταθώ. Αυτό που εννοούμε περί ευρύτερων συμμαχιών, είναι το οφθαλμοφανές γεγονός ότι οι φιλο-ευρωπαϊκές δυνάμεις μέσα στη Βουλή μπορούν να στηρίξουν έναν «έντιμο συμβιβασμό», ενώ δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα τον στηρίξουν κάποιοι αντιευρωπαϊστές βουλευτές των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Διότι εμείς θεωρούμε έναν τέτοιο συμβιβασμό επωφελή για το συμφέρον της χώρας, ακόμη κι αν περιλαμβάνει ρυθμίσεις που δε θα μας είναι τόσο αρεστές. Πρέπει, όμως, να επιτευχθεί. Δεν έχουμε άλλο χρόνο, άλλα περιθώρια. Η οικονομία καταρρέει, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για όλους μας, με ευθύνη της κυβέρνησης. Αυτή πρέπει να δώσει τη λύση.
-Διαβάζοντας κατά καιρούς τις δηλώσεις του κ. Θεοδωράκη, αλλά και μελών από το «Ποτάμι», πέρα από εκκλήσεις για αξιοκρατία, διαφάνεια, δόσεις ρητορικής για τον παλαιοκομματισμό και τη διαφθορά, ταξική ουδετερότητα, βαλβίδα ασφαλείας του συστήματος, σας μέμφονται ότι δε λέτε κάτι καινούργιο. Ποιο είναι το σχόλιό σας επ’ αυτών;
Το «Ποτάμι» έχει σαφείς και επεξεργασμένες θέσεις σε όλα τα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα. Έχει το θάρρος και την ευθύνη της γνώμης και των απόψεών του. Κάθε άλλο παρά εκκλήσεις κάνει. Προτάσεις κάνει. Ο Σταύρος, οι αγορητές μας στη Βουλή είναι πολύ συγκεκριμένοι, μέχρι εξάντλησης. Περισσότερο δε γίνεται. Σας φέρω ως παράδειγμα τις προτάσεις του στο νομοσχέδιο για την ανασύσταση της ΕΡΤ, καρπό πολύμηνης επεξεργασίας. Ήταν ένα πλήρες, με την κυριολεξία του όρου, πολυσέλιδο αντι-νομοσχέδιο. Πολλές φορές αυτό που έχει σημασία δεν είναι κάτι το συνταρακτικά «καινούργιο», αλλά αυτό που λέμε «κοινός νους», αλλά κι αυτός βρίσκεται, δυστυχώς, εν ανεπαρκεία στη χώρα μας.
Κατά τα άλλα, ουδείς είναι στην πραγματικότητα «ταξικά ουδέτερος». Από διάφορα μέτρα, ρυθμίσεις κ.τ.λ., άλλοι ωφελούνται κι άλλοι μπορεί να βλάπτονται. Το θέμα είναι ποιους ωφελούν κάθε φορά ορισμένες ρυθμίσεις…
Γι’ αυτό είμαστε τόσο κάθετοι απέναντι στο πελατειακό και κομματικό κράτος και γι’ αυτό πάντα στρέφουμε την προσοχή μας στις κοινωνικές πτυχές, ώστε να προστατεύονται τα πιο αδύναμα μέλη της κοινωνίας μας. Γι’ αυτό φωνάζουμε για ανάπτυξη όπου ουδέν βλέπουμε, με την ανεργία να καλπάζει, με την ανασφάλιστη εργασία να οργιάζει. Ποια ελπίδα δίνουν σήμερα, άραγε, στην κοινωνία όλοι αυτοί οι περιβόητοι θιασώτες της «ταξικής ανάλυσης»;
Όσο τα περί «συστήματος» και τα συναφή που κυκλοφορούν σε διάφορα «καφενεία», θα σας πρότεινα να ρίξετε μια ματιά στην κάλυψη της πολιτικής δραστηριότητας του «Ποταμιού» από τα ΜΜΕ τον περασμένο χρόνο. Ήταν συνολικά μόλις 2%, σε σύγκριση με το ποσοστό που επέτυχε τόσο στις Ευρωεκλογές το Μάιο του 2014 όσο και στις πρόσφατες εθνικές εκλογές, πάνω από 6%. Λέγονται για το «Ποτάμι» πολλά «εύκολα» πράγματα. Καλό θα ήταν όσοι τα εκστομίζουν να έχουν κάποια επαφή με την πραγματικότητα και να μην υιοθετούν άκριτα τη σκόπιμη προπαγάνδα.
-Στο βιογραφικό σας σημείωμα γράφετε: «Έχω δυο χαρακτηριστικά που, καθώς δεν μπορούσα να απαλλαγώ από αυτά, τα αναβάθμισα σε ηθικές αρχές. Την εμπιστοσύνη στους ανθρώπους και την αμφισβήτηση των βεβαιοτήτων». Θα θέλατε να μας το εξηγήσετε;
Θα προσπαθήσω. Η εμπιστοσύνη αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα της συμβίωσης και συνύπαρξης. Αναφέρομαι και στο ευρύτερο και στο προσωπικό επίπεδο. Όλοι γνωρίζουμε τι μπορεί να συμβεί, όταν ένας τέτοιος δεσμός, μια τέτοια σχέση, παύει να υφίσταται. Είναι, όμως, κάτι που χτίζεται με πολύ κόπο και, δυστυχώς, εύκολα χάνεται. Δεν μπορούμε να συνυπάρξουμε ως άτομα, ως μέλη της κοινωνίας, ως κράτη χωρίς ένα μίνιμουμ εμπιστοσύνης.
Όσο για την αμφισβήτηση των βεβαιοτήτων, δε σημαίνει τίποτε άλλο παρά μια συνεχή προσπάθεια αυτοκριτικής, ενδοσκόπησης και αυτογνωσίας. Αλλοίμονο, αν δεν αλλάζαμε εμείς πρώτα, αν δεν αμφισβητούσαμε τις προσωπικές αλλά και τις γενικότερες βεβαιότητες με τις οποίες κατακλυζόμαστε πανταχόθεν. Διότι, τότε, τίποτα δε θα άλλαζε στον κόσμο αυτό. Το πώς αλλάζουμε και με ποιες διαδικασίες αμφισβητούμε είναι μια άλλη, συναρπαστική, θα έλεγα, κουβέντα. Ευχαρίστως να την κάνουμε μιαν άλλη φορά.
-Με δεδομένο ότι είστε από τους «μπαρουτοκαπνισμένους» της πολιτικής, με πολλά… ένσημα στην πλάτη, η συμμετοχή σας στο «Ποτάμι» τι το καινούργιο φέρνει;
Το «Ποτάμι» είναι ένας καινούργιος πολιτικός φορέας. Έχει μόλις ένα χρόνο ζωής. Κάλυψε ένα κενό στην πολιτική μας ζωή χάρις στη θαρραλέα πρωτοβουλία του Σταύρου Θεοδωράκη, με τον οποίο διατηρούσα φιλικές σχέσεις. Περιττό να προσθέσω ότι η προσωπική και πολιτική μας σχέση σήμερα που βρισκόμαστε στο ίδιο μετερίζι, είναι πέρα από άριστη. Το «Ποτάμι» έχει όλα τα προβλήματα μιας νέας πολιτικής κίνησης, αλλά και όλες τις δυνατότητες να αναπτυχθεί. Η πολιτική του ωρίμανση είναι ταχύτατη και δε νομίζω να διαφεύγει της προσοχής των προσεκτικών παρατηρητών. Είναι φρέσκο, με νέους ανθρώπους, με σπουδαίο επιστημονικό δυναμικό, με αξιόλογη, δραστήρια, σοβαρή και δυναμική κοινοβουλευτική ομάδα, με κοινωνική παρουσία, ιδιαίτερα στη νέα γενιά.
Όπως γνωρίζετε, εγώ προέρχομαι από την Ανανεωτική Αριστερά. Προσκομίζω, επομένως, το ειδικό, ας πούμε, «βάρος» της εμπειρίας μιας μακρόχρονης πολιτικής διαδρομής και των δικών μου πολιτικών απόψεων και θέσεων. Κυρίως, βέβαια, υπάρχει η σύμπτωση τόσο με τον Σταύρο όσο και με τους άλλους συναδέλφους και φίλους στο «Ποτάμι» στο θέμα των μεταρρυθμίσεων, που τόσο ανάγκη έχει η χώρα και που με τόσο φανατισμό και εμμονή, θα έλεγα, υποστηρίζουμε όλοι μας. Κατά συνέπεια, επειδή σήμερα όλα τα κόμματα, εκτός ίσως από το ΚΚΕ, αποτελούν κόμματα πολιτικής κι όχι ιδεολογικής ενότητας, θα έλεγα, τελικά, ότι αυτό που έχει σημασία, είναι ότι τα «κέρδη», τρόπον τινά, είναι αμοιβαία. Διότι το νέο προκύπτει πάντα από συνθέσεις.
Και το νέο στην περίπτωσή μας είναι ένα πραγματικό λαϊκό, μεταρρυθμιστικό κίνημα, που έχει ως κύριο πολιτικό του στόχο να εγκαταστήσει σταθερά την Ελλάδα στην ευρωπαϊκή οικογένεια, με τη δική μας ιδιοσυστασία αλλά με βάση τις ευρωπαϊκές αξίες. Μια Ελλάδα που μας αξίζει. Δημοκρατική, με κράτος δικαίου, ελεύθερη, κοινωνικά δίκαιη, ανταγωνιστική, ανοιχτή στις προκλήσεις της εποχής μας, όχι επαρχιώτικη και κλειστοφοβική. Μια Ελλάδα με στέρεο κοινωνικό κράτος, αναπτυξιακή, καινοτόμο, ισχυρή, σεβαστή σε φίλους και εχθρούς, πρωτοπόρα. Γι’ αυτό παλεύουμε με όλες μας τις δυνάμεις. Δε χαριζόμαστε σε κανέναν.
Ομιλία
Ο Σπύρος Λυκούδης βρέθηκε στην Καλαμάτα σήμερα το απόγευμα, στο πλαίσιο πανελλαδικών δράσεων που διοργανώνει το «Ποτάμι» αυτό το Σαββατοκύριακο, με αφορμή τον εορτασμό της Ημέρας της Ευρώπης.
Η ομιλία ξεκίνησε στις 7.30 στο ξενοδοχείο Rex.
-Συνέντευξη στον Δημήτρη Γιατράκο