Με στόχο έκδοση και για άλλα Μεσσηνιακά προϊόντα
Το πρώτο της έντυπο, το οποίο αφορά στην καλλιέργεια της συκιάς, εξέδωσε η Διεύθυνση Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής Μεσσηνίας και ήδη έχει ξεκινήσει η διανομή του στους συκοπαραγωγούς Δήμους και στη ΣΥΚΙΚΗ. Επίσης, θα διατεθεί από τους γεωπόνους της υπηρεσίας κατά τις επισκέψεις τους σε συκοκαλλιέργειες.
Πάντως, σκοπός είναι η έκδοση να συνεχισθεί και, όπως τόνισε ο διευθυντής της υπηρεσίας, «σκεπτόμαστε να συνεχίσουμε την προσπάθεια και για άλλα προϊόντα. Στόχος είναι η υποστήριξη των παραγωγών».
Για την έκδοση συνεργάστηκαν οι γεωπόνοι Κυριάκος Σκούλικας, Ευσταθία Αθανασοπούλου, Αναστάσιος Πάττας και Αφροδίτη Κλείδωνα.
Το πρώτο
Το 20σέλιδο έντυπο περιλαμβάνει διάφορα κεφάλαια, ξεκινώντας με γενικές πληροφορίες, τα χαρακτηριστικά της συκιάς και τις ποικιλίες της και φτάνοντας έως τις καλλιεργητικές φροντίδες που απαιτούνται, τις ασθένειες που απειλούν την καλλιέργεια, τη συγκομιδή και την αποξήρανση.
Στο μήνυμά του στο φυλλάδιο ο διευθυντής Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής, Μεσσηνίας Γιάννης Κυριακόπουλος, αναφέρει μεταξύ άλλων: «Η Διεύθυνση, στο πλαίσιο των προσπαθειών που καταβάλλει για την υποστήριξη της πρωτογενούς παραγωγής στη Μεσσηνία και θεωρώντας ότι με τον τρόπο αυτό συμβάλλει στην πληρέστερη ενημέρωση των καλλιεργητών, προχώρησε στην έκδοση του ενημερωτικού φυλλαδίου, επιλέγοντας για αρχή τη Συκιά, μια παραδοσιακή καλλιέργεια της περιοχής μας, με διαχρονική αξία και προοπτική.
Ευελπιστούμε ότι οι αναγνώστες του φυλλαδίου, καλλιεργητές συκιάς και μη, θα αντλήσουν χρήσιμες πληροφορίες για τη σημαντική αυτή καλλιέργεια της Μεσσηνίας».
Στη Μεσσηνία
Στο έντυπο αναφέρεται ότι το 2013 η παγκόσμια παραγωγή σύκων, νωπών και ξηρών, έφθασε τους 1.118.000 τόνους, με κυριότερες παραγωγούς χώρες την Τουρκία, την Αίγυπτο, το Μαρόκο, το Ιράν, την Ισπανία, τις ΗΠΑ, την Τυνησία και την Πορτογαλία. Η παραγωγή ξηρών σύκων υπολογίζεται σε 104.800 τόνους παγκοσμίως, εκ των οποίων 55.000 τόνους παράγει η Τουρκία.
Στην Ελλάδα η συκιά καλλιεργείται πλέον σε περιορισμένη έκταση, συνολικά 21.000 στρεμμάτων, αφενός μεν για την παραγωγή νωπών σύκων σε διάσπαρτους γεωγραφικά, μη οργανωμένους συκεώνες, αφετέρου δε για παραγωγή ξηρών σύκων, συστηματικά, κυρίως στην Πελοπόννησο (Μεσσηνία και Λακωνία) και την Εύβοια.
Η ελληνική παραγωγή ξηρών σύκων από 23.757 τόνους το 1975 έχει μειωθεί στους 6.000 τόνους περίπου, που προωθούνται κυρίως για εξαγωγή, με βασικούς προορισμούς, διαχρονικά, την Ιταλία, τον Καναδά, τις ΗΠΑ, την Αυστρία και την Αυστραλία, τη Γερμανία με πτωτικό ενδιαφέρον και την Πολωνία και την Τσεχία ως ανερχόμενες αγορές.
Στη Μεσσηνία, η καλλιέργεια της συκιάς παραμένει αναπόσπαστο κομμάτι του φυσικού τοπίου και βασική παράμετρο της γεωργικής οικονομίας ορισμένων περιοχών της («συκοχώρια»). Σήμερα καταλαμβάνει έκταση 9.000 στρεμμάτων, όπου καλλιεργούνται περί τα 180.000 δένδρα.
Της Βίκυς Βετουλάκη