Ο υποψήφιος βουλευτής με τη Δημοκρατική Συμπαράταξη στη Μεσσηνία και μέλος της συντονιστικής επιτροπής των Κινήσεων Πολιτών για τη Σοσιαλδημοκρατία, Τάκης Αναστόπουλος, θεωρεί, όπως αναφέρει σε συνέντευξή του στο «Θάρρος», ότι σε αυτές τις εκλογές το κόμμα στο οποίο συμμετέχει θα πρέπει να υποστηριχτεί από τους ψηφοφόρους. Κι αυτό, όπως επισημαίνει, «για να μπορέσουμε να γίνουμε ο καταλύτης που θα κάνει δυνατή μία κυβέρνηση συνεργασίας, βάσει ενός προγράμματος που θα έχει συμφωνηθεί εκ των προτέρων μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων και θα είναι απόλυτα δεσμευτικό για αυτούς».
Παράλληλα, θεωρεί ότι ο βραχύς βίος της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝ.ΕΛ. άφησε πίσω του μόνο ερείπια.
Όσο για την 21η Σεπτεμβρίου, ο κ. Αναστόπουλος τονίζει ότι «οι πολίτες ζητούν από τη νέα κυβέρνηση να δράσει με αίσθημα ευθύνης».
Ακολουθεί η συνέντευξη:
-Κύριε Αναστόπουλε, με δεδομένη και την πολύχρονη πείρα σας σε διάφορους τομείς της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας, τι κάναμε λάθος ως χώρα και φτάσαμε να παρακαλούμε την Ευρώπη για δανεικά;
Η ένταξη της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ και μετά Ε.Ε. και την ευρωζώνη τής επέτρεψε να γνωρίσει ρυθμούς ανάπτυξης πρωτόγνωρους. Κατά τη διακυβέρνηση Σημίτη η Ελλάδα είχε αξιοπιστία, είχε δύναμη και ο λαός της ευημερούσε. H Ν.Δ., υπό τον Κώστα Καραμανλή, τα τίναξε, μέσα σε πέντε χρόνια, όλα στον αέρα. Τον Αλογοσκούφη, σήμερα, δεν τον θυμάται πια κανένας, αλλά τότε έγινε το κακό. Τα ταμεία άδειασαν, το χρέος εκτινάχτηκε στα ύψη και ο λαός μας φτώχυνε. Και όταν το ΠΑΣΟΚ πήρε πάνω του το βάρος του μνημονίου για να σωθεί η χώρα, ο Σαμαράς πρότεινε τα Ζάππεια. Εκεί χάθηκε το παιχνίδι. Η Ελλάδα έπαψε να αποτελεί σοβαρό συνομιλητή.
Άλλα οι ηγέτες συνομολογούσαν στις Βρυξέλλες και άλλα γίνονταν ή, καλύτερα, δε γίνονταν στο εσωτερικό μέτωπο. Αυτό το βιολί συνεχίστηκε με τον απίθανο Βαρουφάκη και τον ανεπαρκή Τσίπρα. Ήταν, δηλαδή, θέμα αξιοπιστίας.
Θα μου επιτρέψετε να μη συμφωνήσω με την απαξιωτική χροιά που νομίζω ότι δίνετε στη λέξη «γραφειοκρατία». Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, της οποίας υπήρξα υψηλόβαθμο στέλεχος, είναι ένας τεχνοκρατικός μεν, αλλά κύρια πολιτικός οργανισμός. Ο οποίος έχει ως στόχο να προτείνει πολιτικές, να επεξεργάζεται συμβιβαστικές λύσεις και με βάση την αρχή της κοινοτικής αλληλεγγύης να βοηθά τα κράτη μέλη που το έχουν ανάγκη.
Η Ελλάδα σήμερα δε ζητά δανεικά από την Ευρώπη. Ζητά να μπορεί συνεχίσει να δανείζεται με ευνοϊκούς όρους για να ανορθώσει την οικονομία της. Και χάρη στις άοκνες προσπάθειες του Γιούνκερ και στην ομπρέλα της ΕΚΤ του Ντράγκι και του ΧΜΣ, η χώρα μας εξασφάλισε πόρους μέχρι ότου μπορέσει να ξαναβγεί στις αγορές.
Η Ε.Ε. θα συνεχίσει να είναι κοντά μας, έτσι ώστε και το μνημόνιο να εφαρμοστεί και οι αναγκαίες μεταρρυθμίσεις να γίνουν, για να μπορέσει η χώρα να επιστρέψει στην κανονικότητα.
-Τους τελευταίους 7 μήνες κυβέρνησε την χώρα ο ΣΥΡΙΖΑ. Τι γνώμη έχετε για το «πρώτη φορά Αριστερά»;
Πράγματι, σήμερα μπορούμε να κρίνουμε την κυβέρνηση Τσίπρα από τα δείγματα γραφής που έχει δώσει και όχι από τις προεκλογικές υποσχέσεις. Γιατί αυτές στηρίχτηκαν σε μεγάλο βαθμό στο λεγόμενο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, το οποίο αποδείχτηκε ανεφάρμοστο και απατηλό.
Η κυβέρνηση κρίνεται για το έργο της σε δύο επίπεδα: τη διαπραγμάτευση με τους Ευρωπαίους εταίρους για την αντιμετώπιση της κρίσης και την εσωτερική διακυβέρνηση.
Στο πρώτο, ο κύριος Τσίπρας μάς φόρτωσε με ένα τρίτο μνημόνιο, πολύ χειρότερο των προηγουμένων. Σας υπενθυμίζω ότι ο τομέας της Παιδείας για πρώτη φορά θίγεται από το μνημόνιο και ότι οι αγρότες πρόκειται να φορολογηθούν σκληρά. Αυτά τα πράγματα συμβαίνουν για πρώτη φορά.
Από την άλλη μεριά, η ανικανότητα βασικών υπουργών κατέστρεψε ό,τι θετικό θα μπορούσαμε να έχουμε κρατήσει από τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Αναφέρομαι στη διάλυση που επέφερε ο κύριος Μπαλτάς στα σχολεία και τη συστηματική αποδόμηση του νόμου Διαμαντοπούλου για τα πανεπιστήμια. Καθώς, επίσης, στην απώλεια πόρων από το ΕΣΠΑ ή στη μη χρησιμοποίηση διαθέσιμων ευρωπαϊκών κονδυλίων για την αντιμετώπιση της μεταναστευτικής κρίσης.
Η ανεπάρκεια της κυβέρνησης και του τέως πρωθυπουργού φάνηκε ανάγλυφα από τα αποτελέσματα των πρωτοβουλιών της υπηρεσιακής κυβέρνησης. Σήμερα, τον Σεπτέμβρη του 2015, η κατάσταση της χώρας, η κατάσταση όπως τη βιώνει ο μέσος Έλληνας στην καθημερινότητά του, είναι πολύ χειρότερη από την αντίστοιχη του Σεπτεμβρίου πέρυσι. Κι αυτό είναι αποτέλεσμα της ακυβερνησίας, της ανεπάρκειας και της δογματικής αντιμετώπισης όλων των κρίσιμων θεμάτων. Αυτό που απέτυχε, ήταν μία ιδεολογική και οπισθοδρομική προσέγγιση. Η πρώτη φορά Αριστερά εξέπεμψε ένα μήνυμα διχαστικό και συχνά εμφυλιοπολεμικό. Ήταν στραμμένη στο παρελθόν και όχι στο μέλλον, με ρετσέτες παλιομοδίτικες και τερτίπια λαϊκίστικα. Αποτέλεσε μία ατυχή αριστερή παρένθεση.
-Γιατί οι πολίτες να εμπιστευτούν τη Δημοκρατική Συμπαράταξη στις εκλογές της Κυριακής; Ποιες είναι οι βασικές σας διαφορές από το ΣΥΡΙΖΑ ή τη Ν.Δ.
Η Δημοκρατική Συμπαράταξη αποτελείται από το ΠΑΣΟΚ, τη ΔΗΜΑΡ και τις Κινήσεις Πολιτών για τη Σοσιαλδημοκρατία. Βρίσκεται στο κέντρο του πολιτικού σκηνικού, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη. Δεν έχει τίποτα το κοινό ούτε με τη Δεξιά της Ν.Δ. ούτε με τον ΣΥΡΙΖΑ της ανεύθυνης Αριστεράς. Θυμίζω ότι στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο το κόμμα αυτό έχει ενταχθεί στις τάξεις της Ευρωπαϊκής Ενωτικής Αριστεράς, μαζί με τους εναπομείναντες κομμουνιστές. Και η Ν.Δ. ανήκει στο Λαϊκό Κόμμα της κυρίας Μέρκελ. Η παράταξή μας συμμετέχει στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα και έχει ως ομολόγους της τον Φρανσουά Ολάντ, τον Ματέο Ρέντζι και τον Μάρτιν Σουλτς. Έχουμε στο DNA μας το προοδευτικό πρόσημο, την κοινωνική ευαισθησία, την αλληλεγγύη μεταξύ των γενεών, τη δικαιοσύνη και την ισονομία. Δεν είμαστε κρατιστές, αλλά θέλουμε ένα κράτος στρατηγείο το οποίο θα αφήνει την ιδιωτική πρωτοβουλία να αναπνεύσει, διότι έτσι θα υπάρξει ανάπτυξη και θα δημιουργηθούν θέσεις εργασίας.
-Η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, Φώφη Γεννηματά, τις προηγούμενες ημέρες χαρακτήρισε την τακτική των δύο παραπάνω κομμάτων ως διχαστική. Θα μπορέσετε, αν χρειαστεί, μετεκλογικά να συνεργαστείτε με ένα από τα δύο κόμματα;
Πράγματι, είναι διχαστική η τακτική των δύο κομμάτων και εκεί οδηγεί αναγκαστικά η επιδίωξη της αυτοδυναμίας. Εμείς θεωρούμε ότι η αυτοδυναμία δεν είναι εφικτή, αλλά ούτε και ευκταία. Ο ελληνικός λαός θα αποφασίσει ποιο κόμμα θα έρθει πρώτο και θα πάρει το πηδάλιο της χώρας στα χέρια του. Αλλά μία κυβέρνηση με ισχνή πλειοψηφία δεν είναι αρκετή για να κυβερνηθεί ο τόπος με βάθος χρόνου. Θα χρειαστεί να συμβάλουν κι άλλα κόμματα.
Το ΠΑΣΟΚ, όταν χρειάστηκε να σταθεί η χώρα όρθια, δε δίστασε να αναλάβει τις ευθύνες του: και με τη Ν.Δ. να συνεργαστεί και το μνημόνιο που έφερε ο κύριος Τσίπρας να ψηφίσει στη Βουλή. Για αυτό και τώρα ζητάμε ισχυρή υποστήριξη από τους ψηφοφόρους. Για να μπορέσουμε να γίνουμε ο καταλύτης που θα κάνει δυνατή μία κυβέρνηση συνεργασίας, βάσει ενός προγράμματος που θα έχει συμφωνηθεί εκ των προτέρων μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων και θα είναι απόλυτα δεσμευτικό για αυτούς.
-Ο Κώστας Σημίτης σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή» διαφώνησε με μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας ή οικουμενική, αλλά ζήτησε μια «κανονική κυβέρνηση με τις ελευθερίες και τις δυνατότητες κάθε κυβέρνησης», που θα εφαρμόσει τη συμφωνία αλλά και τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις άμεσα. Το σχόλιό σας επ’ αυτών;
Έχει δίκιο ο πρώην πρωθυπουργός. Η κυβέρνηση που θα προκύψει από την ετυμηγορία του ελληνικού λαού θα είναι έτσι και αλλιώς μία κυβέρνηση συνεργασίας. Θα πρέπει με πνεύμα συναίνεσης να λειτουργήσει πολιτικά μέσα στο πλαίσιο του Συντάγματος και του πολιτικού πολιτισμού μας.
Οι πολίτες ζητούν από τη νέα κυβέρνηση να δράσει με αίσθημα ευθύνης. Η χώρα πρέπει να εφαρμόσει το τρίτο μνημόνιο εντός των προθεσμιών και με τον καλύτερο τρόπο. Έτσι, θα το έχουμε πίσω μας μια ώρα αρχύτερα και θα μπορέσουμε, επιτέλους, να προβούμε στις μεταρρυθμίσεις που τόσο έχει ανάγκη ο τόπος. Σε αυτή τη νέα περίοδο που θα ανοίξει στις 21 Σεπτεμβρίου η Δημοκρατική Συμπαράταξη διεκδικεί να γίνει ο καταλύτης των εξελίξεων, συμβάλλοντας στη συγκρότηση μίας ισχυρής κυβέρνησης, για μία πλήρη τετραετία. Όλα τα κόμματα πρέπει να αφήσουμε τις παθογένειες του παρελθόντος, τον κρατισμό, το λαϊκισμό και τη δημιουργία φανταστικών εχθρών, που εν πολλοίς ευθύνονται για τη σημερινή μας κατάσταση. Μόνο όλοι μαζί μπορούμε. Και από αυτή την προσπάθεια δεν περισσεύει κανείς. Το θέλει και το ΠΑΣΟΚ και μαζί η ΔΗΜΑΡ και οι Κινήσεις Πολιτών. Οι πολίτες μάς στηρίζουν και με τη βοήθειά τους θα μετεξελιχθούμε στο κόμμα της σύγχρονης ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, που θα πρωταγωνιστήσει στα πολιτικά μας πράγματα τις μέρες που έρχονται.
του Αντώνη Πετρόγιαννη