Μία πρώτη αποτίμηση των εκλογών


Η αποτίμηση του κάθε εκλογικού αποτελέσματος πρέπει να ξεκινά από την ανάλυση των θετικών και των αρνητικών στοιχείων της ψήφου. Κατά τη γνώμη μου, είναι λίγα τα θετικά αυτών των εκλογών. Οι ψηφοφόροι έδωσαν μία άνετη δεύτερη ευκαιρία στον Αλέξη Τσίπρα, πιστεύοντας ότι αυτός θα αντιμετωπίσει καλύτερα τις δυσκολίες που είναι προ των πυλών. Ας ελπίσουμε ότι όσοι ακολούθησαν τα λαϊκίστικα κηρύγματά του και οι μόνιμοι θαμώνες του πελατειακού κράτους δε θα τον εγκαταλείψουν με την πρώτη απογοήτευση, γιατί ο τόπος έχει πρώτιστα ανάγκη να κυβερνηθεί.
Ξεκινώντας από τα θετικά, αυτά μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:
-Ο Τσίπρας πήρε μία καθαρή εντολή. Είναι ο αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος του πολιτικού παιχνιδιού. Έχει τον απόλυτο έλεγχο στο κόμμα του, η κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ είναι τώρα πιο συμπαγής και αμφιβάλλω ότι θα βρεθεί εσωτερική αντιπολίτευση να ξανασηκώσει κεφάλι σύντομα. Ο φόβος νέων εκλογών απομακρύνθηκε. Η κυβέρνηση έχει την πίστωση χρόνου που χρειάζεται για να κυβερνήσει.
-Έμεινε έξω από τη Βουλή η αντιμνημονιακή άποψη. Αυτή που έχοντας ισχυρά ερείσματα μέσα στο κόμμα, ύψωνε εμπόδια στον Τσίπρα και δεν τον άφηνε να κάνει την κωλοτούμπα νωρίτερα. Ηττήθηκε η γραμμή επιστροφής στη δραχμή που εξέφρασαν ο Λαφαζάνης και οι συν αυτώ. Ο Βαρουφάκης, ο Λαπαβίτσας θα ξαναγυρίσουν στην αφάνεια, εκεί που βρίσκονταν πριν τους ανακαλύψει ο Τσίπρας και τους φέρει στο προσκήνιο. Η πολιτική σκηνή του τόπου απαλλάχτηκε (ελπίζω όχι μόνο πρόσκαιρα) από την προσβλητική παρουσία της πρώην ΠτΒ Ζωής Κωνσταντοπούλου. Η ζωή τραβά μπροστά χωρίς αυτήν.
-Η κυβερνητική σύμπραξη ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ θα κληθεί τώρα να εφαρμόσει το μνημόνιο που η ίδια υπέγραψε. Αν έμενε στην αντιπολίτευση θα πετροβολούσε από απέξω, θα κατέβαζε τον κόσμο στους δρόμους και θα είχαμε μία επανάληψη του σκηνικού των αγανακτισμένων του 2012. Τα μνημονιακά κόμματα «πρώτης γενεάς» θα χαράξουν το καθένα την αντιπολιτευτική του τακτική, αλλά θα στηρίξουν την ορθή, δίκαιη και έγκαιρη εφαρμογή του τρίτου μνημονίου.
Στα αρνητικά εγγράφεται ότι το αποτέλεσμα των εκλογών δε δημιούργησε τις προϋποθέσεις εκείνες που θα οδηγούσαν στη διαμόρφωση ισχυρής κυβέρνησης ευρείας λαϊκής και κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, για την έξοδο από την κρίση με σταθερότητα και  ανάπτυξη με κοινωνική δικαιοσύνη. Ωστόσο, δε θα ήθελα να υιοθετήσω μία μίζερη στάση. Η λαϊκή ετυμηγορία είναι απόλυτα σεβαστή. Γι’ αυτό θα επικεντρωθώ στο χώρο των Κινήσεων Πολιτών στον οποίο ανήκω και τον οποίο υπηρέτησα ως υποψήφιος με τη Δημοκρατική Συμπαράταξη.
-Η αποχή είναι τεράστια, ξεπερνά ακόμα και το υψηλό ποσοστό των επαναληπτικών εκλογών του 2012. Σχεδόν ο ένας στους δύο δεν πήγε να ψηφίσει. Αυτό αποτελεί ήττα του πολιτικού συστήματος στο σύνολό του. Τα κόμματα, είτε ήρθαν πρώτα είτε πάτωσαν, δεν έπεισαν. Έτσι, κυρίως, εκφράστηκαν οι αγανακτισμένοι, οι άνεργοι και οι νέοι.
-Η συρρίκνωση του ακροατηρίου στο οποίο απευθυνόμαστε δεν είναι αμελητέα. Ενώ τον Ιανουάριο τα όμορα κόμματα ΠΑΣΟΚ, ΚΙΔΗΣΟ, ΔΗΜΑΡ και Ποτάμι συγκέντρωσαν 13,69%, στις εκλογές του Σεπτεμβρίου η Δημοκρατική Συμπαράταξη και το Ποτάμι έφτασαν μόλις το 10,37%. Ωστόσο, η βελτίωση του ποσοστού που λαμβάνει το ψηφοδέλτιο που είχε ως κύριο κορμό το ΠΑΣΟΚ είναι ενθαρρυντική. Και τούτο γιατί όλες οι συνιστώσες της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, δηλαδή το ΠΑΣΟΚ, η ΔΗΜΑΡ και οι Κινήσεις Πολιτών, έχουν αναπτύξει μία ενωτική πρόταση η οποία τώρα είναι πιο επίκαιρη από ποτέ. Η μόνη απάντηση στη συρρίκνωση είναι η συνένωση του κατακερματισμένου χώρου της κεντροαριστεράς με στόχο τη δημιουργία ενός φορέα της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας στη χώρα μας.
-Υπήρξαν διαρροές και προς την Αριστερά και προς τη Δεξιά λόγω της συμπίεσης που υπέστη ο χώρος απο την έντονη πόλωση. Οι παλιότεροι ψηφοφόροι (κυρίως του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ) που πίστεψαν ότι η πρόταση Τσίπρα αποτελεί προοδευτική λύση και δίνει απάντηση στην ανάγκη για σταθερή διακυβέρνηση δε θα επιστρέψουν σύντομα στο χώρο μας. Αντίθετα, ήσαν πολλοί εκείνοι που ψήφισαν Ν.Δ. πιστεύοντας ότι αποτελεί αποτελεσματικό ανάχωμα στην επικράτηση του Τσίπρα. Τώρα, με απογοήτευση διαπιστώνουν ότι, δυστυχώς, έπεσαν έξω στις προσδοκίες τους. Δεν μπορούμε να υπολογίσουμε με ακρίβεια πόσοι είναι αυτοί, αλλά πάντως όχι μόνο δεν ανέκοψαν τη φόρα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά συνέβαλαν στο να κρατηθεί η Ν.Δ. στα επίπεδα του Ιανουαρίου και να συγκαλύψουν έτσι τη μείωση ουσιαστικά των ποσοστών της.
-Δε συνειδητοποιήσαμε επαρκώς ποιο ήταν το διακύβευμα αυτών των εκλογών. Κινηθήκαμε πάνω στη γραμμή της προσωπικής απαξίωσης του Τσίπρα αναδεικνύοντας τα ψέματα, τα λάθη και την ανεπάρκεια του. Κρίνοντας από τα αποτελέσματα, η τακτική αυτή αποδείχτηκε ατελέσφορη. Αντίθετα, θα έπρεπε να έχουμε ρίξει το βάρος στις καταστροφικές πολιτικές που εφάρμοσε στον τομέα της οικονομίας, της παιδείας ή της μεταναστευτικής κρίσης.
-Στο πλαστό δίλημμα μνημόνιο/αντιμνημόνιο αντιτάξαμε το εξίσου επίπλαστο επιχείρημα περί ευρωπαϊκού τόξου, το οποίο μας έβαλε στο ίδιο καλάθι με τη Ν.Δ. και βάθυνε την αποξένωση μας από τους ευρωπαϊστές του ΣΥΡΙΖΑ. Τα όρια αυτής της πολιτικής τα είδαμε στο αποτέλεσμα των εκλογών.
-Δεν πείσαμε τους νέους. Άλλοι εθισμένοι από τη πελατειακή εξάρτηση από το κράτος, ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ ελπίζοντας στην επαγγελματική τους αποκατάσταση. Και άλλοι απέρριψαν συνολικά το πολιτικό σύστημα, επιλέγοντας την αντισυστημική ψήφο ή την αποχή. Πρέπει να στραφούμε με προτάσεις και πρωτοβουλίες στην κατεύθυνση της κατάκτησης της εμπιστοσύνης της νέας γενιάς, αν θέλουμε οι σημερινές μας προσπάθειες να έχουν συνέχεια και μέλλον.
Η Δημοκρατική Συμπαράταξη ως δύναμη ευθύνης πρέπει να συμβάλει στην άσκηση προγραμματικής αντιπολίτευσης, στην προώθηση και εμπέδωση των αναγκαίων μεταρρυθμίσεων και στην ανασυγκρότηση του χώρου της ευρύτερης Κεντροαριστεράς για τη δημιουργία ενός ισχυρού φορέα της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας.  

Του Τάκη Αναστόπουλου
Υποψήφιου βουλευτή στη Μεσσηνία με τη Δημοκρατική Συμπαράταξη και μέλους της Συντονιστικής Επιτροπής των Κινήσεων Πολιτών για τη Σοσιαλδημοκρατία