Αγαπημένε μου Άγιε Βασίλη,
σου γράφω αυτό το γράμμα γιατί ξέρω πως μόνο εσύ θα το διαβάσεις και μόνο εσύ θα με ακούσεις. Συγχώρεσέ με αν κάνω ορθογραφικά λάθη, αλλά δυστυχώς δεν πρόλαβα να πάω στο σχολείο για πολύ καιρό, γιατί με πήραν οι γονείς μου και φύγαμε από το σπίτι, και στην τσάντα μου δε χωρούσαν τα βιβλία μου και τα καινούρια μου μολύβια.
Πριν φύγουμε, μάλιστα, από το σπίτι, με αγκάλιασαν και οι δύο, με φίλησαν και κλαίγοντας μου ζήτησαν συγγνώμη γιατί δεν μπόρεσαν να μου δώσουν όλα αυτά τα οποία ήθελαν, και πως κάποια στιγμή στο μέλλον όταν θα καταλάβω, ελπίζουν να τους συγχωρήσω. Εγώ, πάντως, να ξέρεις πως τους έχω συγχωρέσει ήδη, αν και δεν καταλαβαίνω τι κακό έκαναν. Και αυτά δε στα λέω για να σου δείξω πως είμαι καλό παιδί και για να μου φέρεις δώρο.
Δώρο δε θέλω φέτος. Γιατί δεν έχω διεύθυνση, δεν έχω σπίτι για να έρθεις. Κάθε ημέρα που περνάει δε ξέρω πού θα είμαι, σε ποια πόλη, σε ποια χώρα. Κάθε βράδυ, μόνο, κοιτάζω τον ουρανό με την ελπίδα να σε δω και να σου φωνάξω, αλλά ξέρω πως σε σκηνές χωρίς καμινάδες δεν πηγαίνεις, αλλά μόνο σε σπίτια. Αυτό που θέλω, λοιπόν, να σου ζητήσω δεν είναι ούτε καινούριο ποδήλατο ούτε παιχνίδια.
Αυτό που θέλω, όχι για εμένα, αλλά για τους γονείς μου, είναι μια καινούρια διεύθυνση, ένα σπίτι, και μέσα σε αυτό, ένα γραφείο για να βολέψω τα βιβλία του σχολείου και τα καινούρια μου μολύβια. Μόνο αυτό. Ξέρω πως εδώ που βρίσκομαι τώρα δε θα με βρεις, αλλά ελπίζω πως όταν φτάσουμε στον προορισμό μας, να μας περιμένει ένα μικρό, ζεστό σπιτάκι. Για εμένα και τους γονείς μου. Σε ευχαριστώ πολύ.
Για την αντιγραφή και μόνο…
Α.Π.