Συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης, διάρκειας μιάμισης ώρας, παραχώρησε χθες το πρωί στον Σπύρο Χαριτάτο ο μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος, προσκεκλημένος στο στούντιο του Alpha 989.
Ερωτήθηκε και απάντησε σε πολλά θέματα, ενώ σχολίασε και τη διαστρέβλωση από αθηναϊκά Mέσα των όσων είχε πει για το σύμφωνο συμβίωσης και τους ομοφυλόφιλους σε συνέντευξή του στο «Θάρρος» και τον Παναγιώτη Μπαμπαρούτση, τις παραμονές των Χριστουγέννων.
Χθες, για το Σύμφωνο Συμβίωσης είπε ότι «δεν μπορεί κάποιος να λέει ότι ανήκει στην Εκκλησία και να ακολουθεί κάτι άλλο που η Εκκλησία δεν αποδέχεται, θα το χαρακτήριζα “πνευματική σχιζοφρένεια”», ενώ εξέφρασε το φόβο ότι θα φτάσουμε και στις υιοθεσίες.
O κ. Χρυσόστομος αναφέρθηκε, επίσης, στις αλυτρωτικές διαθέσεις των Σκοπίων έναντι της ελληνικής επικράτειας, ενώ συνέστησε προσοχή σε όσους κάνουν δηλώσεις συνδέοντας το προσφυγικό με το δημογραφικό και τόνισε ότι για την Εκκλησία ο πρόσφυγας είναι άνθρωπος και θα είναι δίπλα του. Μάλιστα, είπε ότι η Εκκλησία το περασμένο έτος μόνο για φιλανθρωπία έδωσε πάνω από 100 εκατ. ευρώ, ενώ η Μητρόπολη Μεσσηνίας έδωσε το 2015 για φιλανθρωπία 1.300.000 ευρώ, καταγεγραμμένα.
Μίλησε ακόμη για επανακαθορισμό των σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας, ενώ για τις επισκέψεις ιεραρχών στα σχολεία, ανέφερε ότι «είναι δυσάρεστο να θέλουν τα παιδιά να μιλήσουν μαζί σου και εσύ να μην μπορείς να το κάνεις, επειδή υπάρχουν προσκόμματα. Δεν είναι το σχολείο “μπάτε σκύλοι αλέστε”, αλλά ο μητροπολίτης είναι θεσμικό πρόσωπο. Ούτε προσηλυτισμό έχει διάθεση κανείς να ασκήσει».
Η συνέντευξη στο «Θ»
Στην αρχή ο κ. Χαριτάτος αναφέρθηκε στη συνέντευξη του μητροπολίτη τα Χριστούγεννα στο «Θ», σημειώνοντας ότι κι αυτός έπεσε «θύμα» αναπαράγοντας την είδηση από Αθηναϊκά Μέσα, τα οποία είχαν δώσει τελείως διαφορετικό νόημα σε σχέση με το αρχικό, πρωτότυπο, κείμενο της συνέντευξης στο «Θάρρος».
Τότε ο μητροπολίτης, ερωτώμενος για το σύμφωνο συμβίωσης, είχε πει: «Οι ομοφυλόφιλοι, όπως όλοι οι άνθρωποι, είναι δημιουργήματα του Θεού και ισχύει και γι’ αυτούς ο αντίστοιχος σεβασμός και η τιμή, και όχι η βία και η απόρριψη. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι ο τρόπος με τον οποίο ο Χριστός αντιμετώπισε την αμαρτωλή γυναίκα της Ευαγγελικής Περικοπής, χαρακτηρίστηκε από το λόγο Του, “ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω”. Αυτός ο κανόνας αποτελεί τη διοικούσα γραμμή για τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να συμπεριφερόμεθα προς κάθε άνθρωπο και συνάνθρωπο, ανεξάρτητα από την ετερότητα ή τη διαφορετικότητά του. Η Εκκλησία δεν απορρίπτει τα πρόσωπα, αλλά τα σέβεται στο πλαίσιο των ελεύθερων επιλογών και των δικαιωμάτων τους. Εκείνο που δεν μπορεί να αποδεχθεί η Εκκλησία είναι την κάθε μορφή συμφώνου η οποία αμαυρώνει το μυστηριακό χαρακτήρα του Γάμου και αλλοιώνει λειτουργικά το θεσμό της οικογένειας».
Σχολιάζοντας χθες στον κ. Χαριτάτο, μίλησε για την παρερμηνεία των λεγομένων του από αθηναϊκά Μέσα: «Ανθρώπινα ο καθένας μπορεί να σφάλλει, αρκεί να έχουμε τη διάθεση να διορθώνουμε και πάντα η διόρθωση δε σημαίνει ότι πάμε στο αντίθετο μέρος. Η διόρθωση σημαίνει ότι μπορεί να συμπληρωθεί και να διευκρινισθούν ορισμένα πράγματα και να αναδειχθεί η αλήθεια των λεγομένων».
Σκοπιανό και προσφυγικό
Ο μητροπολίτης ερωτώμενος σχολίασε πολλά ζητήματα της επικαιρότητας, όπως το Σκοπιανό: «Το πρόβλημα αυτό (Σκοπιανό) θα υπάρξει. Αμφιβάλλετε ότι κατά καιρούς εκφράζονται αλυτρωτικές διαθέσεις των Σκοπίων έναντι της ελληνικής επικράτειας; Αμφιβάλλετε ότι στα Σκόπια υπάρχει ψεύτικη εκκλησία που λέγεται “Μακεδονική Εκκλησία”; Πολιτικά τι σημαίνει αυτή η έκφραση; (του Γ. Μουζάλα)».
Για την προσφυγική κρίση τόνισε: «Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί στις δηλώσεις μας όταν συσχετίζουμε το προσφυγικό με το δημογραφικό (με αφορμή τις πρόσφατες δηλώσεις του αν. υπ. Εξωτερικών Ν. Ξυδάκη). Δεν μπορεί να δεχτεί η Εκκλησία ότι μπορεί να γίνεται συσχετισμός του προσφυγικού και κάποιοι άλλοι να συσχετίζουν αυτό με το δημογραφικό. Ή να προσπαθούν να δώσουν προεκτάσεις μέσα από το προσφυγικό σε εθνικά ζητήματα. Οι φόβοι που προκαλούνται από το προσφυγικό είναι πώς τα πρόσωπα αυτά θα ενσωματωθούν ή δε θα ενσωματωθούν. Προς το παρόν, πρέπει να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα του προσφυγικού, να επιβιώσει ο πρόσφυγας σε συνθήκες που να αγγίζουν τα όρια της αξιοπρέπειας.
Δεν ασκούμε κριτική στον τρόπο που η κυβέρνηση διαχειρίζεται το προσφυγικό, προσπαθούμε ως Εκκλησία να ανταποκριθούμε στις ανάγκες των προσφύγων. Πώς θα λειτουργήσει το προσφυγικό σε βάθος χρόνου είναι θέμα διαχείρισης του προβλήματος από την κυβέρνηση. Με οποιονδήποτε τρόπο και να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση τον πρόσφυγα, αυτός για την Εκκλησία θα είναι άνθρωπος και θα είναι δίπλα του».
1,3 εκατ. για φιλανθρωπίες
«Η Εκκλησία έχει προσφέρει πάρα πολλά για να γίνει αυτό που σήμερα ονομάζεται “ελληνικό κράτος”. Από το 1833 έχει δοθεί τεράστιος όγκος περιουσίας στο κράτος. Το ελληνικό κράτος το μόνο που έχει δώσει, είναι να καλύψει τη μισθοδοσία και την ασφάλιση του κλήρου και να καλύπτει τα έξοδα της εκκλησιαστικής εκπαιδεύσεως.
Το κοινωνικό έργο της Εκκλησίας προέρχεται από την ίδια τη διαχείριση των χρημάτων της Εκκλησίας. Η Εκκλησία φορολογείται, όπως φορολογείται οποιοσδήποτε άλλος φορέας, οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου στην Ελλάδα και, μάλιστα, η φορολόγηση είναι τόσο πολύ υψηλή, που ξεπερνά το 35%.
Εάν θα πάτε σε τοπικές κοινωνίες και ρωτήσετε τι κάνουν οι μητροπόλεις, θα δείτε ότι οι απαντήσεις είναι άλλες με πολλά θετικά πρόσημα. Η Εκκλησία το περασμένο έτος μόνο για φιλανθρωπία έδωσε πάνω από 100 εκατ. ευρώ. Δε βγήκε να πει πού τα έδωσε. Δε βγήκαμε να πούμε «δώστε μας χρήματα». Τα έχουμε δώσει στην κοινωνία. Η Μητρόπολη Μεσσηνίας έδωσε πέρσι για φιλανθρωπία 1.300.000, καταγεγραμμένα. Άλλες μητροπόλεις έχουν δώσει πολύ περισσότερα. Υπάρχει λόγος να βγω να το πω; Ελάτε στη Μητρόπολη και ρωτήστε αν η Εκκλησία βοηθάει. Η αξιολόγηση της προσφοράς της Εκκλησίας δεν είναι πώς αξιολογούμε μία κυβέρνηση αλλά πώς λύνει τοπικά προβλήματα. Οι ανάγκες του τόπου είναι που μας κάνουν να προσφέρουμε αυτά που πρέπει να προσφέρουμε για να βοηθήσουμε τους ανθρώπους σε τοπικό επίπεδο», επισήμανε σε άλλο σημείο ο μητροπολίτης.
Εκκλησία και κράτος
Για το ρόλο του ιερέα στην επαρχία, παρατήρησε: «Στην επαρχία υπάρχουν περιοχές που ήταν παλιοί Δήμοι ή Κοινότητες που δεν υπάρχει δάσκαλος, χωροφύλακας, πρόεδρος, γιατρός και τώρα δεν υπάρχει παπάς. Το χωριό αυτό με μαθηματική ακρίβεια θα σβηστεί. Όχι γιατί η απουσία όλων αυτών σημαίνει έλλειψη διοίκησης ή έλλειψη δομής, αλλά γιατί όλα αυτά δημιουργούν στους ανθρώπους την αίσθηση της αβεβαιότητας και θα φύγουν από εκεί. Σε ορισμένα χωριά είναι ο παπάς μόνο, ο μόνος που μαζεύει τα βιβλιάρια των ηλικιωμένων και πηγαίνει να τους γράψει τα φάρμακα στο πλησιέστερο κέντρο υγείας ή τους ρωτάει τι θέλουν να τους πάρει από το σούπερ μάρκετ. Πρέπει να δούμε και τη λειτουργικότητα του καθενός σε ένα κοινωνικό επίπεδο».
Για το μεγάλο θέμα των σχέσεων Εκκλησίας και Κράτους, ανέφερε: «Ουσιαστικά και εν τη πράξει, οι σχέσεις αυτές είναι ήδη διακεκριμένες. Υπάρχει το μερίδιο της θεσμικής σχέσης, όπως αυτή οριοθετείται με βάση το Σύνταγμα, όμως αυτό ούτε το κράτος ούτε την Εκκλησία εμποδίζει να κάνουν τη δική τους δράση. Η άποψή μου είναι ότι κάποια στιγμή οι θέσεις αυτές πρέπει να οριοθετηθούν και θεσμικά. Και τότε η Εκκλησία θα μπορεί να κινηθεί ελεύθερα και να κάνει το έργο της, χωρίς να έχει τις αγκυλώσεις εξαιτίας του νομικού προσώπου που τη χαρακτηρίζει και της δημιουργεί εμπόδια. Μιλάω για επανακαθορισμό των σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας, ώστε η Εκκλησία να μπορεί να κάνει ελευθέρα το έργο που κάνει. Δε χρειάζεται τα δεκανίκια καμιάς κυβερνήσεως για να κάνει το έργο της.
Γνωρίζουν ποια είναι η δύναμη της Εκκλησίας στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Υπάρχει το Σύνταγμα που οριοθετεί τη σχέση. Μπορούν να θεωρούν ότι υπάρχουν αδύναμα σημεία στη σχέση της Εκκλησίας με την Πολιτεία, όμως δεν υπάρχουν.
Δε θα ήθελα να χρησιμοποιήσω την έκφραση φιλική ή μη φιλική, αλλά διαλεκτική ή μη διαλεκτική (για την κυβέρνηση). Κάθε κυβέρνηση έχει το δικό της πρόγραμμα. Σε αυτό το πρόγραμμα κάποια θέση έχει και η Εκκλησία και αυτή τη θέση η κυβέρνηση πρέπει, στο επίπεδο της διαλεκτικής, να τη συζητήσει με την ίδια την Εκκλησία. Αν θεωρεί ότι υπηρετούν ένα κοινό λαό και αποσκοπούν στο να αναβαθμίσουν το λαό αυτό».
Επισκέψεις ιεραρχών στα σχολεία
«Συχνά – πυκνά γινόμαστε όλοι μάρτυρες μίας τάσεως που εμφανίζεται στην ελληνική κοινωνία, είτε περιθωριοποίησης της Εκκλησίας είτε αντιμετώπισής της με μία αντιπαλότητα. Διαφεύγει στους παράγοντες αυτούς ότι υπηρετούμε τον ίδιο λαό και δεν μπορούμε να χρησιμοποιούμε την Εκκλησία, να μας στηρίζει με τα συσσίτια της, αλλά να μην την ακούμε και να αποφασίζουμε χωρίς την Εκκλησία για πράγματα που έχουν να κάνουν με το ρόλο της κοινωνίας μέσα στην Εκκλησία.
Όταν κάποιοι μητροπολίτες ζητούν να πάνε σε σχολεία να συζητήσουν με τους μαθητές, που οι μαθητές τους το είχαν ζητήσει και η αντιμετώπιση από την ηγεσία του υπουργείου ήταν κριτική με μία εικόνα απόρριψης ή περιθωριοποίησης, αυτό δεν μπορεί να είναι μορφή διαλόγου συνύπαρξης και συν-αντίληψης.
Πράγματα που έπρεπε να έχουν συζητηθεί μεταξύ παραγόντων πολιτειακών και του Αρχιεπισκόπου της Ιεράς Συνόδου δεν έχουν συζητηθεί και πηγαίνουν στη Βουλή ως αποφάσεις για να ψηφιστούν σε νόμο, για τα οποία έπρεπε να είχε λόγο η Εκκλησία. Και δεν εννοώ πράγματα που έχουν να κάνουν με πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές διαστάσεις, αλλά εννοώ για πράγματα που αφορούν στην ίδια την Εκκλησία.
Το δυσάρεστο είναι να θέλουν τα παιδιά να μιλήσουν μαζί σου και εσύ να μην μπορείς να το κάνεις, επειδή υπάρχουν προσκόμματα. Δεν είναι το σχολείο “μπάτε σκύλοι αλέστε”, αλλά ο μητροπολίτης είναι θεσμικό πρόσωπο. Ούτε προσηλυτισμό έχει διάθεση κανείς να ασκήσει. Κανείς δεν έχει διάθεση να πάει να κάνει οπαδούς, κανείς δεν έχει διάθεση να υποκαταστήσει παράγοντες».
Αρχιεπίσκοπος και Θρησκευτικά
«Νομίζω ότι έχουμε αντιληφθεί ότι ο Μακαριώτατος εδώ και οκτώ χρόνια που ανέλαβε να ηνία της Εκκλησίας της Ελλάδος κρατάει χαμηλούς τόνους. Είναι αυτός που περισσότερο ακούει παρά μιλάει. Είναι και άλλα πράγματα που οδήγησαν τον Αρχιεπίσκοπο να πει αυτά τα λόγια. Είναι και τα θρησκευτικά. Όχι ότι δε θα γίνει διάλογος, θα γίνει διάλογος, αλλά όταν του διαλόγου προηγούνται τοποθετήσεις του αρμόδιου υπουργού για το πώς πρέπει να είναι το μάθημα, αυτό δημιουργεί μία τριβή. Εμείς δεν αρνηθήκαμε να συμμετάσχουμε στο διάλογο. Η Ιερά Σύνοδος πήρε αποφάσεις που γνώριζε η ηγεσία του υπουργείου. Είναι σαν να λένε “εμείς θα σας ακούσουμε, αλλά έχουμε αποφασίσει από τώρα να σας βάλουμε στο περιθώριο”.
Δεν ξέρω πού θα φτάσει ο διάλογος για το μάθημα των θρησκευτικών. Θα αποφασίσει η Σύνοδος. Θα δούμε ποιες θα είναι οι επόμενες κινήσεις μας. Αυτό που η Ιερά Σύνοδος τονίζει είναι ότι το μάθημα των θρησκευτικών είναι υποχρεωτικό και αναγκαίο. Επιδιώκει να παραμείνει όπως διδάσκεται σήμερα. Δεν μπορεί να παραθεωρηθεί ο ορθόδοξος προσανατολισμός του μαθήματος. Θα πρέπει να δώσουμε στο μάθημα των θρησκευτικών τη δυνατότητα της σύγκρισης και να απαντήσουμε στα παιδιά γιατί αυτό και όχι εκείνο».
Σύμφωνο Συμβίωσης
Τέλος, για το σύμφωνο συμβίωσης ομόφυλων ζευγαριών, χθες είπε: «Ως μητροπολίτης, μέλος της ιεραρχίας και άνθρωπος που ζω στην κοινωνία, το σύμφωνο συμβίωσης δεν μπορεί να θεωρεί ότι μπορεί να αποτελέσει μορφή γάμου ή τη βάση μίας οικογένειας. Δεν το λέω μόνο στο ηθικό επίπεδο, αλλά επειδή για την Εκκλησία ο γάμος είναι μυστήριο, μου “επιβάλλεται” να μην μπορώ να το κάνω δεκτό. Δεν μπορεί κάποιος να λέει ότι ανήκει στην Εκκλησία και να ακολουθεί κάτι άλλο που η Εκκλησία δεν αποδέχεται, θα το χαρακτήριζα “πνευματική σχιζοφρένεια”.
Φοβάμαι ότι θα φτάσουμε και στις υιοθεσίες (με το σύμφωνο συμβίωσης). Είναι μία πορεία του πράγματος. Τα σύμφωνα συμβίωσης για να ολοκληρώσουν το σκοπό τους θα πρέπει να μπει και η υιοθεσία.
Νομίζω ότι αυτό το πράγμα θα δημιουργήσει παρεπόμενα στην ίδια την κοινωνία. Με το να εκφράσω οργή θα αποτρέψω το γεγονός; Το θέμα είναι να μεταδώσει κανείς την προβληματική του και να προβληματίσει αν πρέπει να γίνει ή όχι. Για την Εκκλησία ο γάμος στηρίζεται στην αρχή της συμπληρωματικότητας, σε κάθε διάσταση αυτής της σχέσεως. Η ανατροφή των παιδιών είναι θέμα και των δύο. Πώς θα εκφραστεί η συμπληρωματικότητα σε σχέση με το παιδί;
Το “ναι” (της ικανοποίησης μετά την ψήφιση του συμφώνου συμβίωσης) που λένε είναι ένα “ναι” που τους ικανοποιεί το σύμφωνο που έκαναν ή είναι ένα “ναι” που έχει μέσα του προοπτική; Μεταξύ ενός ομόφυλου ζευγαριού έχουν εξασφαλίσει ότι δε θα υπάρχουν καυγάδες; Μας δίνουν σεβαστή εικόνα (αγαπημένοι ομόφυλοι), αλλά γιατί η άλλη εικόνα είναι αρνητική (μεταξύ δύο ετερόφυλων). Το σύμφωνο συμβίωσης ετερόφυλων δεν είναι ούτε αυτό αποδεκτό από την Εκκλησία. Δε θέλω να μπω στην προβληματική ποιο θα είναι το πρότυπο του πατέρα και ποιο της μάνας».
Σε άλλο σημείο ανέφερε: «Όλοι οι άνθρωποι είμαστε δημιουργήματα του Θεού και στην κατάσταση της αμαρτωλότητας. Ακόμα και αν σκεφτείς να κάνεις κάτι, λέει ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αυτό είναι αμαρτία. Και οι άνθρωποι αυτοί, είπα, εάν για την Εκκλησία είναι αμαρτωλοί, πρέπει να τους σεβόμαστε ως δημιουργήματα του Θεού. Δεν μπορούμε να τους θέτουμε στο περιθώριο. Δεν μπορούμε να μην τους δεχόμαστε στην Εκκλησία. Ούτε μπορούμε να ασκήσουμε την οποιαδήποτε μορφή βίας για να τους μετατρέψουμε ή να τους αλλάξουμε από την αμαρτωλότητά τους. Έχει το δικαίωμα να το κάνει, αλλά είναι βία. Ο Χριστός είπε: “ο αναμάρτητος υμών πρώτος τον λίθον βαλέτω”.
Δεν μπορούμε να θέσουμε κανέναν έξω από την Εκκλησία. Πώς μπορούμε να ασκούμε βία στον οποιοδήποτε; Πού είναι η αγάπη για την οποία ο Χριστός σταυρώθηκε; Ελευθερία στους Πατέρες τις Εκκλησίας είναι να σέβομαι τον άλλον όπως είναι και όχι όπως θα ήθελα να είναι. Είναι εύκολο να απορρίπτεις κάποιον επειδή είναι αμαρτωλός. Η Εκκλησία πρέπει να του δείξει το δρόμο να μπει στη σωστή πορεία».
Της Βίκυς Βετουλάκη