Ύστερα από ολιγοήμερη διακοπή λόγω καλοκαιριού, ο Ορειβατικός Σύλλογος Καλαμάτας (που πάντα ξέρει να προσφέρει τρόπους και όμορφους τόπους διαφυγής) ξεκίνησε ξανά πεζοπορίες στην όμορφη φύση. Μακριά από το κλειστό περιβάλλον της πόλης, κάθε φορά μάς δίνει την ευκαιρία να αποδράσουμε από την καθημερινότητα, στρέφοντας το ενδιαφέρον μας στην παρατήρηση και τη μελέτη του φυσικού περιβάλλοντος.
Έτσι, την πρώτη Κυριακή του Σεπτέμβρη, τα μέλη και πολλοί φίλοι του Ορειβατικού Καλαμάτας επιβιβαστήκαμε σε λεωφορείο και βαν, λόγω μεγάλης συμμετοχής, και στις 7.00 το πρωί φύγαμε από τα γραφεία του συλλόγου, με προορισμό το Ταίναρο της Λακωνικής Μάνης. Το Ακρωτήριο Ταίναρο είναι το νοτιότερο άκρο της Ηπειρωτικής Ελλάδας και το δεύτερο νοτιότερο της Ηπειρωτικής Ευρώπης. Πρόκειται για το Ακρωτήριο της μεσαίας νότιας Χερσονήσου που χωρίζει το Λακωνικό και το Μεσσηνιακό κόλπο. Το ταξίδι μας για το Ακροταίναρο ήταν αρκετά μακρύ, αλλά και υπέροχο. Περνούσαμε το ένα χωριό μετά το άλλο, και το καθένα έχει τη δική του ξεχωριστή ομορφιά με παλιά πέτρινα σπίτια, παλιές εκκλησίες και ψηλούς λιτούς πέτρινους πύργους. Αυτά τα ψηλόλιγνα επιβλητικά κτήρια αποτελούν την απόλυτη έκφραση της Μάνης. Χρειάστηκαν αρκετές στάσεις ώσπου να φτάσουμε κι έτσι είδαμε από κοντά κάποια χωριά. Όσο κατεβαίνουμε προς το νότο, διασχίζουμε ερημικές και άγονες εκτάσεις, όπου δε φυτρώνει τίποτα, μόνο πυργόσπιτα εδώ κι εκεί κάνουν την εμφάνισή τους, πέτρινα όπως το τοπίο. Είναι σκληρός και άγονος τόπος, αλλά με άπειρες φυσικές ομορφιές.
Σε 4 ώρες περίπου φτάσαμε στο χωριό Κοκκινόγεια, όπου είναι και το τέρμα του δρόμου. Το μικρό ψαροχώρι είναι σε απόσταση αναπνοής από τη θάλασσα, δίπλα στο κύμα. Από εδώ ξεκινά και η πεζοπορία μας. Στο σημείο σώζονται σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα, όπως το νεκρομαντείο του Ταινάρου και ναός του Ποσειδώνα. Εκεί τοποθετούσαν οι αρχαίοι προγονοί μας τις πύλες του Άδη, απ’ όπου ο Ηρακλής κατέβασε τον Κέρβερο στον Κάτω Κόσμο. Λίγα μέτρα απ’ το ναό σώζεται ένα ψηφιδωτό δάπεδο οικίας της Ελληνορωμαϊκής Εποχής, αποκαλούμενο «Άστρο της Αριάς»
Αφού ετοιμαστήκαμε, ακολουθήσαμε το βατό μονοπάτι και σε 45 περίπου λεπτά φτάσαμε στον όμορφο λιθόκτιστο φάρο που δεσπόζει επιβλητικά στον κάβο Ματαπά, στο Ακρωτήριο Ταίναρο, ένα μυτερό άκρο που λογχίζει τη Μεσόγειο. Το άγριο τούτο και ταυτόχρονα πανέμορφο τοπίο, είναι περικυκλωμένο από τη θάλασσα και έχει μεγάλη κίνηση, αφού από εδώ περνούν όλα τα μεγάλα πλοία έχοντας το φάρο ως σηματοδότη. Όσες φορές και αν έχω έρθει εδώ, πάντα με εντυπωσιάζει. Αυτοί οι γκρίζοι τεράστιοι βράχοι που αναδύονται από τη θάλασσα, μου προκαλούν κάθε φορά θαυμασμό και δέος. Έπειτα από λίγη ώρα ξεκούρασης αφήσαμε το φάρο και ξεκινήσαμε για τη σπηλιά του Άδη. Ακολουθήσαμε μια κακοτράχαλη πλαγιά δίπλα στη θάλασσα με γκρι κοφτερούς βράχους.
Το τοπίο έχει μια μοναδική άγρια ομορφιά και είναι εντελώς γυμνό. Δεν υπάρχει ούτε ένα δεντράκι να μας χαρίσει λίγη σκιά, πάρα μόνο θάλασσα, πέτρα, και ήλιος. Σε καμιά ώρα περίπου φτάσαμε στη σπηλιά. Η σπηλιά βρίσκεται μέσα στη θάλασσα, κάτω από εντυπωσιακά κατακόρυφα βράχια, που κυριαρχούν στο τοπίο. Οι θρύλοι, οι πανάρχαιοι μύθοι έχουν συνδέσει αυτό το όμορφο και άγριο σκηνικό ως το δρόμο μετάβασης από το επίγειο στο απόκοσμο, στην επικράτεια του Άδη του θεού του «Κάτω» Κόσμου… Ο μοναδικός τρόπος να φτάσει κανείς ως εδώ είναι απ’ τη θάλασσα με σκάφος, ή να περπατήσει. Οι βουτιές στα τιρκουάζ νερά και η ηλιοθεραπεία είναι σχεδόν υποχρεωτικό τελετουργικό σ’ αυτό το σημείο. Το κολύμπι σ’ τα βαθυγάλαζα νερά είναι μαγευτικό και μόλις περάσεις την είσοδο της σπηλιάς σε παίρνει ένας παράξενος αέρας. Αν κολυμπήσεις λίγα λεπτά μέσα στη σπηλιά σε βγάζει σε στεριά. Είναι μια μοναδική εμπειρία!
Μόνο που αυτή τη φορά το δυνατό κύμα δε μας επέτρεψε να βουτήξουμε, έτσι κάναμε μόνο ηλιοθεραπεία. Επιστρέψαμε στο χωριό και κάναμε μπάνιο σε ένα γραφικό κολπίσκο που βλέπει τον Λακωνικό κόλπο. Η μικροσκοπική παραλία του είναι πλαισιωμένη από βράχια, που παιχνιδίζουν με τα νερά, που έχουν αποχρώσεις του μπλε, δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τα αντίστοιχα της καραϊβικής!
Αργά το μεσημέρι μαζέψαμε τα πράγματά μας και με βαριά καρδιά πήραμε το δρόμο της επιστροφής.
Κάναμε μια τελευταία στάση στην Αρεόπολη, το κεφαλοχώρι της Μάνης. Μια βόλτα στην καλά κρυμμένη πόλη με τα γραφικά δρομάκια, τα παλιά κτήρια, τις παμπάλαιες εκκλησίες, τις ταβέρνες, τους ξενώνες, τα καφέ και τα μπαρ, μας γέμισαν με όμορφες εικόνες και γεύσεις.
Ήταν ώρα να φύγουμε, γιατί είχαμε ακόμα αρκετό δρόμο να διανύσουμε. Μπροστά μας έχουμε το Μεσσηνιακό κόλπο (έχουμε ήδη μπει στη Μεσσηνία). Ο ήλιος έχει αρχίσει σιγά σιγά να γέρνει πάνω στη θάλασσα. Ο ουρανός βάφτηκε με κόκκινα και μοβ χρώματα, και το ηλιακό στέμμα έχει αρχίζει να βυθίζεται στα καταγάλανα νερά. Είχε νυχτώσει για τα καλά, όταν φτάσαμε στην Καλαμάτα, φέρνοντας μαζί μας χίλιες δυο ευχάριστες και όμορφες εντυπώσεις! Η φύση μάς χάρισε τόσα πολλά…
Της Λίτσας Πλαγιανού
Μέλους