Θα μου επιτρέψετε να αρχίσω αυτό το άρθρο ανάποδα. Ο ΣΥΡΙΖΑ Αιτωλοακαρνανίας εξέδωσε πανηγυρική ανακοίνωση, ενώ τόσο ο κύριος Γιώργος Βαρεμένος (δημοσιογράφος, βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας και αντιπρόεδρος της Βουλής) όσο και η κυρία Μαρία Τριανταφύλλου (φιλόλογος, βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας) εξέφρασαν την ικανοποίησή τους για τις εξελίξεις.
Οι παραπάνω εκδηλώσεις θα ήταν λογικές, θεμιτές και όμορφες, αν επρόκειτο για την ανέγερση ή αναβάθμιση ενός σχολείου ή ενός νοσοκομείου που είχε ανάγκη ο τόπος τους. Όταν, όμως, πρόκειται για την αγροτική πολιτική της Ελλάδας και, μάλιστα, για μια απόφαση που έρχεται σε σύγκρουση με τα νόμιμα και κατοχυρωμένα δικαιώματα αγροτών άλλης περιοχής της Ελλάδας, οι παραπάνω εκδηλώσεις φαίνονται το λιγότερο παράταιρες.
Να υπενθυμίσω ότι η ένταξη της ελιάς Καλαμάτας στον εθνικό κατάλογο ποικιλιών, έμμεσα όχι μόνο καταργούσε το ΠΟΠ «Ελιά Καλαμάτας», αλλά αφαιρούσε και το εθνικό πλέγμα προστασίας. Δηλαδή, οποιαδήποτε ανταγωνίστρια χώρα θα μπορούσε να εντάξει, επίσης, την Ελιά Καλαμάτας στον κατάλογό της και νόμιμα να διαθέτει στο εμπόριο ελιές Καλαμάτας.
Όπως είχα αναλύσει σε προηγούμενο άρθρο μου, μια τέτοια εξέλιξη θα εξυπηρετούσε κυρίως τους μεταποιητές. Στο τέλος, όμως, πρυτάνευσε η λογική και ο κύριος Αποστόλου ανακάλεσε αυτή την απόφαση.
Αν κρίνουμε από τη σφοδρή αντίδραση της ΠΕΜΕΤΕ (Πανελλήνια Ένωση Μεταποιητών / Τυποποιητών / Εξαγωγέων Επιτραπέζιων Ελιών) και της αυτοαποκαλούμενης – μιας και δεν έχει αναγνωρισθεί από το ΥΠΑΑΤ – ΔΟΕΠΕΛ (Διεπαγγελματική Οργάνωση Επιτραπέζιας Ελιάς) στην πρόσφατη απόφαση του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης, κ. Βαγγέλη Αποστόλου, θεωρώ πως δικαιώνομαι.
Φανταστείτε αλγεινή εντύπωση που θα προκαλούσε ο ΣΥΡΙΖΑ Μεσσηνίας, αν στην πρώτη περίπτωση εξαπέλυε μύδρους εναντίον του κύριου Αντώνογλου, που αιφνιδιαστικά και πρόχειρα ενέταξε την ελιά ποικιλίας Καλαμάτας στον εθνικό κατάλογο, ενώ στη δεύτερη έσπευδε να πανηγυρίσει.
Δεν ακολουθήσαμε, όμως, αυτό το δρόμο. Με νηφαλιότητα, αντικειμενικά και επιστημονικά τεκμηριωμένα επιχειρήματα (όπως και στην περίπτωση της φετινής δραματικής μείωσης της ελαιοπαραγωγής, από την εκτεταμένη δακοπροσβολή), χωρίς τυμπανοκρουσίες, εκφράσαμε τις απόψεις μας, απευθυνθήκαμε στα αρμόδια όργανα και δομές και τελικά επικράτησε το δίκαιο και όχι ο παραλογισμός.
Εφαρμόσαμε το δόγμα του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα: «Δεν ήμασταν ποτέ σαν τους άλλους και δε θα γίνουμε ποτέ σαν και αυτούς». Ο αγροτικός τομέας είναι πολύ σοβαρός χώρος για εμάς, για να αποτελέσει πεδίο προσωπικής και κομματικής ανάδειξης και ανέλιξης.
Βρισκόμαστε πολύ πριν από τα μέσα αυτού του κυβερνητικού ταξιδιού της 4ετίας, όμως κάποιες νοοτροπίες πρέπει να αλλάξουν άρδην. Οι αποφάσεις κάθε υπουργείου πρέπει να λαμβάνονται αποκλειστικά (και να πιστώνονται) από τη διοίκησή του και όχι να υποδεικνύονται από τοπικούς βουλευτές με τρόπο που θα εξυπηρετούν τα τοπικά συμφέροντα των ψηφοφόρων τους.
Τέλος, το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων (όπως και τα υπόλοιπα υπουργεία) πρέπει να περιορίσουν την εσωστρέφειά τους και να πάρουν πρωτοβουλίες για ενίσχυση της αμφίδρομης επικοινωνίας και συνεργασίας με τα περιφερειακά αγροτικά τμήματα και δίκτυα. Είναι αδιανόητο σήμερα οι πολιτικές που αφορούν στην ελληνική ύπαιθρο να χαράσσονται αποκλειστικά από τεχνοκράτες συμβούλους και συνομοσπονδίες, συνδέσμους και «διεπαγγελματικές» στις οποίες εναλλάσσονται τα ίδια πρόσωπα, που δεν αντιπροσωπεύουν τον αγροτικό χώρο.
Κωνσταντίνος Αν. Τσορώνης,
Χημικός – ελαιολόγος, μέλος ΣΥΡΙΖΑ Μεσσηνίας, δημοτικός σύμβουλος Πύλου-Νέστορος