Η εμμονή και η επιμονή του δημάρχου Καλαμάτας, Παναγιώτη Νίκα για τη μετατροπή του παλαιού Νοσοκομείου σε νέο Δημαρχείο μας έδωσε την ευκαιρία, να μάθουμε την ύπαρξη της “γειτονιάς των ποιητών”. Προσεγγίζοντας το νέο διοικητικό κτήριο, από την ανατολική του πλευρά, περνάμε από τις οδούς Ανδρέα Εμπειρίκου, Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, Νικηφόρου Βρεττάκου, Γιώργου Σουρή, Μαρίας Πολυδούρη και Μανώλη Αναγνωστάκη.
Για να βρεθείς σε αυτόν τον…ποιητικό κήπο, πρέπει να περάσεις από την οδό Ανθέων, ίσως να είναι κι αυτό ένα σημάδι για το τι πρόκειται να επακολουθήσει. Βέβαια, τη διαδρομή την έχουμε κάνει, μέχρι σήμερα, πολλές φορές, αλλά, μόλις τις προηγούμενες ημέρες συνειδητοποιήσαμε τη σημασία της.
Αναρωτήθηκα, πώς να σκέφτονται οι άνθρωποι της περιοχής για τη μοναδική τους τύχη, και, αν η συνύπαρξη τόσων ονομάτων τούς δημιούργησε την ανάγκη για τη δημιουργία μιας παλιάς γειτονιάς.
Τους λιγοστούς ανθρώπους που συναντήσαμε, χθες το πρωί, οι περισσότεροι αρκούνταν σ’ ένα χαμόγελο, μη θέλοντας έτσι να δείξουν ότι δεν γνωρίζουν τα ονόματα ή τις δικές μας ευαισθησίες.
Δεν στενοχωρηθήκαμε γι’ αυτό. Εκείνο που μας πίκρανε, ίσως, γιατί στο δικό μου παιδικό κόσμο, τα πράγματα ήταν εντελώς διαφορετικά, υπήρξε το γεγονός, ότι παρά την…συνύπαρξη τόσων ποιητών, οι κάτοικοι της περιοχής δεν γνωρίζονται και πολύ μεταξύ τους.
Κι όμως. Η γειτονιά συμβαδίζει με τον δρόμο και οριοθετείται από αυτόν χωρίς να χάνει το μεγαλείο της ελεύθερης διαδρομής της. Η γειτονιά είναι ο δρόμος που φιλοξενεί τα αυτοκίνητα άλλα και τα καροτσάκια που πάνε περίπατο τα μωρά. Ο δρόμος έχει πάντα μια δική του ιστορία. Γράφεται από τα πόδια των μικρών που γυρίζουν απ’ το σχολείο τον Σεπτέμβρη, από τα πόδια των ηλικιωμένων που βγαίνουν λίγο από το σπίτι για μια μικρή βόλτα στη γειτονιά.
Καμιά φορά, κανείς δεν μιλάει σε κανέναν, καμιά φορά ακούγεται ένας χαιρετισμός ή ένας στα όρθια διάλογος: «Δύσκολος καιρός. Υγρασία, τα κόκαλά μου, πονάω στη μέση», «Δύσκολες μέρες…», «Καλό φθινόπωρο, καλό χειμώνα», «Καλή πρόοδο στη μικρή», «Πέρασε φιλολογία», «Ο δικός μου στα ΤΕΙ». Σκόρπιες κουβέντες της γειτονιάς, καθημερινά μικρά μοτίβα έντονης ζωής ή άτονης.
Κλείνοντας τη σύντομη διαδρομή και παραφράζοντας την “Οδό Ονείρων του Μάνου Χατζιδάκι, θα έλεγα ότι η “γειτονιά των ποιητών” δεν ξεχωρίζει, τελικά. Είναι μια περιοχή σαν όλες τις άλλες της Καλαμάτας. Είναι ας πούμε – η περιοχή που κατοικούμε. Μικρή ασήμαντη λυπημένη τυραννική, μα κι απέραντα ευγενική. Έχει πολύ τσιμέντο, πολλά παιδιά πολλές μητέρες και πολύ σιωπή. Κι όλα σκεπασμένα από έναν τρυφερό μα κι αβάστακτο ουρανό. Εδώ γεννιόνται και πεθαίνουν τα όνειρα τόσων παιδιών ίσαμε τη στιγμή που η αναπνοή τους θα ενωθεί με τ’ ανοιξιάτικο αεράκι του επιταφίου και θα χαθεί. Όμως την νύχτα δεν τους πιάνει ο ύπνος. Κι όταν δεν ονειρεύονται, τραγουδούν…