Για εικονικά τιμολόγια καταδικάσθηκαν τρεις κατασκευαστές δημοσίων έργων

Για εικονικά τιμολόγια καταδικάσθηκαν τρεις κατασκευαστές δημοσίων έργων

Για αποδοχή και έκδοση εικονικών τιμολογίων καταδικάσθηκαν χθες από το Μονομελές Εφετείο Κακουργημάτων Καλαμάτας τρία άτομα που δραστηριοποιούνται στο χώρο των κατασκευών δημοσίων έργων, σε δύο ξεχωριστές υποθέσεις.
Η μία αφορούσε μια γυναίκα και έναν άντρα που ήταν ομόρρυθμοι εταίροι και διαχειριστές κατασκευαστικής εταιρείας και η δεύτερη έναν εργολάβο, ενώ και στις δύο περιπτώσεις η απόφαση του δικαστηρίου ήταν καταδικαστική. Στην πρώτη, που αφορούσε μόνο αποδοχή εικονικών φορολογικών στοιχείων, στους δύο κατηγορουμένους αναγνωρίσθηκε το ελαφρυντικό του πρότερου εντίμου βίου και γλίτωσαν τις υψηλές ποινές. Επιβλήθηκε στον καθένα φυλάκιση 3 ετών με 3ετή αναστολή.
Στη δεύτερη περίπτωση, όμως, που αφορούσε έκδοση και αποδοχή εικονικών και πλαστών φορολογικών στοιχείων, στον κατηγορούμενο δεν αναγνωρίσθηκε κανένα ελαφρυντικό και καταδικάσθηκε σε κάθειρξη 6 ετών, με την έφεση να έχει αναστέλλουσα δύναμη, υπό τον όρο εμφάνισης κάθε μήνα στο αστυνομικό τμήμα του τόπου κατοικίας του.
 
Εικονικά τιμολόγια
Στην πρώτη υπόθεση των δύο εταίρων, υπάλληλος της ΑΑΔΕ κατέθεσε ότι ενημερώθηκαν από τις οικονομικές υπηρεσίες της Αθήνας για εταιρείες που ασχολούνται με κατασκευαστικά έργα που ήταν φορολογικά υπαρκτές, αλλά συναλλακτικά ανύπαρκτες. Επίσης, δεν είχαν καμία υποδομή, ούτε πάγια. Φαίνονταν δε συναλλαγές με την εταιρεία των κατηγορούμενων (συγκεκριμένα 3 τιμολόγια παροχής υπηρεσιών), οι οποίες αποδείχτηκαν εικονικές. Επίσης, μίλησε για εικονικά τραπεζικά έγγραφα, με τα οποία στη συνέχεια γίνονταν αναλήψεις.
Τα δημόσια έργα, όπως διευκρίνισε, έχουν υλοποιηθεί, ενώ οι κατηγορούμενοι καταχώρησαν τα τιμολόγια στα βιβλία της εταιρείας, προκειμένου να αυξήσουν τις εισροές και να διαφύγουν του ΦΠΑ. Αυτός ο ΦΠΑ, όπως τόνισε ο μάρτυρας, δεν αποδόθηκε ποτέ. Καθώς η εταιρεία τα επίμαχα έτη 2006 και 2007 είχε προχωρήσει σε περαίωση, ο έλεγχος επικεντρώθηκε μόνο στα νέα στοιχεία που υπήρχαν. Έτσι, ο ΦΠΑ για το 2006 μαζί με τις προσαυξήσεις ήταν 61.000 ευρώ, ενώ για το 2007 ήταν 58.000 ευρώ. Τα τιμολόγια ήταν συνολικού ύψους 341.530 ευρώ.
Στην απολογία του, ο κατηγορούμενος (η κατηγορούμενη δεν παρευρέθηκε και εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο) ισχυρίσθηκε ότι έκαναν υπεργολαβίες με τις εταιρείες αυτές και δεν κατάλαβαν ότι ήταν απατεώνες. Τόνισε δε ότι είναι θύματα αυτής της ιστορίας και όχι θύτες.
 
Έκδοση και αποδοχή
Στη δεύτερη υπόθεση ο κατηγορούμενος εργολάβος είπε ότι τα τέσσερα δημόσια έργα κατασκευάσθηκαν κανονικά, κάτι που ο υπάλληλος της ΑΑΔΕ αμφισβήτησε. Ο υπάλληλος κατέθεσε ότι σε αυτή την περίπτωση έχουμε την έκδοση τιμολογίου προς ανύπαρκτη εταιρεία, αλλά και την αποδοχή τιμολογίων από άλλες εταιρείες που αποδείχτηκαν ότι είναι «φαντάσματα».
Πρόσθεσε, επίσης, ότι τα τιμολόγια δεν ήταν μόνο εικονικά, αλλά και πλαστά, ενώ η σύμβαση του ενός έργου είναι μεταγενέστερη χρονολογικά του τιμολογίου.
Επίσης, αποδείχτηκε, όπως είπε στη συνέχεια, ότι χρήματα που εισέπραξε από εταιρεία για τιμολόγιο ο κατηγορούμενος, τα κατέθεσε την ίδια ημέρα σε λογαριασμούς φυσικών προσώπων που ήταν μέλη του Δ.Σ. της εταιρείας.
Ο κατηγορούμενος είπε στην απολογία του ότι είχε δει ΦΕΚ με την ίδρυση της εταιρείας, ενώ από εκεί και πέρα δεν μπορούσε να ξέρει ότι είναι ανύπαρκτη.
Η εισαγγελέας παρατήρησε, επίσης, προτείνοντας την ενοχή, ότι όλα τα τιμολόγια είχαν γενικόλογη περιγραφή, ενώ οι πληρωμές γίνονταν πάντα με μετρητά.

Της Βίκυς Βετουλάκη