Προβληματική είναι για μια ακόμη χρονιά η εφαρμογή του προγράμματος καταπολέμησης του δάκου, με σοβαρές επιπτώσεις στην ελαιοπαραγωγή τόσο στην ποιότητα όσο και στην ποσότητα .
Η πλημμελής αντιμετώπιση τoυ δάκου, με ένα σύστημα απαρχαιωμένο και αναποτελεσματικό, χαρακτηρίζεται φέτος και από τους εξής βασικούς παράγοντες:
1) Η πρωιμότητα στην ανάπτυξη του ελαιοκάρπου κατά ένα 20ήμερο
2) Οι καιρικές συνθήκες ευνόησαν το δάκο με υψηλούς δακοπληθυσμούς πολύ νωρίς, τέλος Μαΐου αρχές Ιουνίου
3) Η μεγάλη καθυστέρηση στην υλοποίηση του προγράμματος δακοκτονίας, με ευθύνη του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
4) Η μη έγκυρη εφαρμογή του πρώτου ψεκασμού (αντιμετώπιση της 1ης θεμελιωτικής γενεάς), καθόρισε σημαντικά τη μετέπειτα εξέλιξη του δάκου, με επικαλύψεις γενεών, καθιστώντας άνισο τον «αγώνα» για την προστασία της ελαιοπαραγωγής.
Για όλους αυτούς τους λόγους ο πρώτος δολωματικός ψεκασμός θα έπρεπε να αρχίσει από 20 Μαΐου μέχρι αρχές Ιουνίου.
Ενδεικτικό της κυβερνητικής ολιγωρίας είναι το γεγονός ότι μόλις στις 7 Ιουνίου εκδόθηκε η ΚΥΑ για την πρόσληψη εποχικού προσωπικού, ενώ η πρόσληψη τομεαρχών γεωπόνων τον Αύγουστο.
Συνεπώς, ο πρώτος γενικός ψεκασμός, εκτός του ότι έγινε με μεγάλη καθυστέρηση, λειτούργησε «εμπειρικά» χωρίς τεκμηριωμένα στοιχεία για το δακοπληθυσμό και τη γονιμότητά του σε κάθε περιοχή.
Δυστυχώς, το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων για 3η συνεχή χρονιά δεν εξασφάλισε έγκαιρα τις προϋποθέσεις για την απρόσκοπτη και αποτελεσματική εφαρμογή του προγράμματος δακοκτονίας, με δραματικές επιπτώσεις στη μείωση του εισοδήματος των ελαιοπαραγωγών.
Όσο πλησιάζουμε μάλιστα στη συγκομιδή, φαίνονται οι τεράστιες απώλειες της σοδειάς και δικαιολογημένα οι ελαιοπαραγωγοί ζητούν αποζημίωση για τις αστοχίες του προγράμματος δακοκτονίας.
Θεωρώ σκόπιμο να επισημανθεί ότι οι όποιες καθυστερήσεις και παλινωδίες της δακοκτονίας δεν έχουν μόνο ως συνέπεια στη μείωση της ποσότητας και υποβάθμιση της ποιότητας, αλλά διάφορα συμφέροντα ενδεχομένως να εκμεταλλευθούν τα κενά, προωθώντας ψεκασμούς κάλυψης, οι οποίοι και δαπανηροί είναι αλλά έχουν και πιθανότητες για υπολείμματα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την φήμη της ποιότητας του πελοποννησιακού ελαιολάδου.
Είναι απαραίτητο, επίσης, να ερευνηθούν οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στους εχθρούς και τις ασθένειες που προκύπτουν, μέσα από μεθοδική και συστηματική έρευνα με τεκμηριωμένες απόψεις προς αξιοποίηση.
Συμπερασματικά, καταλήγω:
1) Οι δολωματικοί από εδάφους ψεκασμοί, εφαρμοζόμενοι συλλογικά έχουν αποδειχθεί ως η πλέον αποτελεσματική και προσφορότερη μέθοδος για τη διασφάλιση της παραγωγής και της προστασίας του περιβάλλοντος.
2) Η πλημμελής εφαρμογή της δακοκτονίας έχει ως συνέπεια σοβαρές οικονομικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις κυριότερες από τις οποίες είναι:
Υποβάθμιση της ποιότητας και σημαντική αλλοίωση των ποιοτικών παραμέτρων που έχουν σχέση με την τιμή του προϊόντος.
Εξώθηση των παραγωγών σε εφαρμογή ατομικών ψεκασμών πλήρους διαβροχής των δέντρων με ισχυρά εντομοκτόνα και σοβαρές επιπτώσεις στο περιβάλλον, στην υγεία των καταναλωτών και την δυσφήμηση του προϊόντος.
3) Οι οικονομοτεχνικοί παράγοντες κρίσιμης σημασίας για ικανοποιητική αποτελεσματικότητα της δακοκτονίας είναι:
Έγκαιρη πρόσληψη και εκπαίδευση του προσωπικού.
Έγκαιρη εξασφάλιση των υλικών δακοκτονίας (εντομοκτόνων και πρωτεϊνών).
Να μην παραβλέπεται η μεγάλη σημασία της έγκαιρης έναρξης (μέσα Μαΐου αρχές Ιουνίου θα πρέπει να γίνεται ο πρώτος ψεκασμός).
Παρακολούθηση και έλεγχος των ψεκασμών με χρήση σύγχρονων μέσων τεχνολογίας, ώστε να ελέγχεται και η πορεία του ψεκαστικού μηχανήματος, αλλά και η δόση του ψεκαζόμενου υγρού ανά δέντρο.
4) Απαραίτητη η σύνδεση της δακοκτονίας με την έρευνα. Συνεχής παρακολούθηση για την ανάπτυξη ανθεκτικότητας του δάκου στα εντομοκτόνα κατά περιοχή. Αντιμετώπιση του δάκου με νέες τεχνολογίες (κομφούζιο κ.λπ.).
5) Η κατανομή των πιστώσεων να λαμβάνει υπ’ όψιν τα επιστημονικά δεδομένα και τις πραγματικές ανάγκες κάθε περιοχής.
Τέλος, προϋπόθεση όλων είναι να ξεκινήσουν άμεσα όλες οι προβλεπόμενες διαδικασίες για την επόμενη χρονιά.
Έτσι, θα προστατευθεί ολοκληρωμένα η ελαιοκαλλιέργεια και δε θα επαναληφθούν οι καταστροφικές συνέπειες της φετινής χρονιάς με άμεση συνέπεια στην μείωση του εισοδήματος των παραγωγών.
Του Παναγιώτη Αλευρά
Επικεφαλής, γεωπόνου, περιφερειακού συμβούλου, πρώην αντιπεριφερειάρχη Μεσσηνίας