Συγκλονιστικές περιγραφές στη δίκη του αλλοδαπού με το όπλο στα δικαστήρια Γυθείου

Συγκλονιστικές περιγραφές στη δίκη του αλλοδαπού με το όπλο στα δικαστήρια Γυθείου

«Έβλεπα μια κάννη, που ήξερα ότι θα ξεράσει θάνατο»
 
«Έβλεπα μια κάννη, που ήξερα ότι σε δευτερόλεπτα θα ξέρναγε θάνατο». Με αυτά τα λόγια περιέγραψε χθες στην αίθουσα του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Καλαμάτας γνωστή σεφ τις εφιαλτικές στιγμές που έζησε φέτος το Μάιο στην αίθουσα του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Γυθείου, όταν ένας 41χρονος αλλοδαπός απείλησε το γιο της, μια αστυνομικό και την ίδια με ένα περίστροφο πλήρες φυσιγγίων.
Απ’ όσα ακούσθηκαν κατά τη χθεσινή πρώτη ημέρα εκδίκασης της συγκλονιστικής αυτής υπόθεσης, το επεισόδιο έληξε χωρίς θύματα, μόνο και μόνο επειδή δεν εκπυρσοκρότησε το όπλο, όταν ο 41χρονος πάτησε δύο φορές τη σκανδάλη και, μάλιστα, τη μία όταν η κάννη βρισκόταν ελάχιστα εκατοστά από το μέτωπο νεαρής αστυνομικού!
Ο 41χρονος αλλοδαπός κάθεται από χθες στο εδώλιο του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου, αντιμετωπίζοντας τις κατηγορίες της απόπειρας ανθρωποκτονίας κατά συρροή, της ληστείας, της αντίστασης από πρόσωπο που οπλοφορεί κατά προσώπου που διέτρεξε σοβαρό προσωπικό κίνδυνο, της παράνομης οπλοφορίας, της οπλοχρησίας κατά συρροή και της διατάραξης συνεδριάσεων δικαστηρίου.
Χθες κατέθεσαν μάρτυρες κατηγορίας, ενώ λόγω του προχωρημένου της ώρας η δίκη διεκόπη για να συνεχισθεί τη Δευτέρα. Από την πλευρά του κατηγορουμένου υπάρχει ο ισχυρισμός ότι δεν έχει ανθρωποκτόνο πρόθεση.
 
Επειδή χώρισε
Ως πρώτος μάρτυρας χθες κατέθεσε ο 38χρονος επιχειρηματίας, γιος της γνωστής σεφ, ο οποίος εξήγησε ότι γνωρίζει τον κατηγορούμενο χρόνια, καθώς έχει εργασθεί στην επιχείρησή του ως κηπουρός. Στη συνέχεια εργάσθηκε σε αυτούς και η γυναίκα του κατηγορουμένου, η οποία τους εκμυστηρεύτηκε ότι αντιμετωπίζει προβλήματα με το σύζυγό της, ενώ μια ημέρα πήγε άσχημα χτυπημένη. Έκανε καταγγελία στην Αστυνομία, ενώ φιλοξενήθηκε από την οικογένεια του επιχειρηματία, μαζί με τα παιδιά της.
Από τότε, όπως είπε ο 38χρονος, ξεκίνησαν τα προβλήματα με τον κατηγορούμενο, ο οποίος θεώρησε εκείνον και τη μητέρα του υπευθύνους για το χωρισμό του. Μάλιστα, είπε το 2011 και το 2012 είχε δεχθεί δύο επιθέσεις από τον κατηγορούμενο, μία με κατσαβίδι και μία με μαχαίρι. Ο 38χρονος ανέφερε ότι τίποτα δεν ίσχυε απ’ όσα ισχυριζόταν ο κατηγορούμενος και πως μόνος του κατέστρεψε τη ζωή του.
Αφηγούμενος τα όσα συνέβησαν την επίμαχη ημέρα στις 17 Μαΐου, είπε ότι περίμεναν να εκδικασθεί μήνυση για συκοφαντική δυσφήμηση που είχε καταθέσει σε βάρος δύο κατοίκων της περιοχής, όπου μάρτυρας υπεράσπισής τους ήταν ο κατηγορούμενος. Αυτός μπαινόβγαινε στην αίθουσα, όμως, κάποια στιγμή μπήκε και ενώ το δικαστήριο συνεδρίαζε, έβγαλε ένα περίστροφο από το τσαντάκι του. Από εκεί και πέρα ξεκίνησε ο εφιάλτης για όσους βρίσκονταν μέσα στην αίθουσα.
Ο 38χρονος απάντησε και σε ερωτήσεις για το αν διατηρεί σχέσεις με την πρώην σύζυγο του κατηγορούμενου και αρνούμενος, είπε πως απλώς είναι εργαζόμενη στην επιχείρησή του, ενώ πρόσθεσε ότι μέρος της μήνυσης που επρόκειτο να δικασθεί εκείνη την ημέρα για συκοφαντική δυσφήμηση αφορούσε τέτοιες αναφορές στην κοινωνία της περιοχής από τους αντιδίκους του.
Αναφέρθηκε ακόμα σε περιστατικό, όπου ο κατηγορούμενος έκρυψε τα παιδιά του στο αυτοκίνητο και τα πήγε στην Αλβανία παράνομα, ενώ με δυσκολία κατάφεραν να τα ξαναφέρουν στην Ελλάδα.
Τέλος, είπε ότι ο ίδιος έχει άδεια οπλοφορίας, όμως εκείνη την ημέρα δεν έφερε το όπλο του, καθότι απαγορεύεται κάτι τέτοιο στα δικαστήρια.
 
Με το δάχτυλο στη σκανδάλη
Ιδιαίτερα παραστατική ήταν στην περιγραφή της η αστυνομικός που βρέθηκε απέναντι από την κάννη του κατηγορούμενου και με την ψυχραιμία της κατάφερε με συναδέλφους της να τον αφοπλίσουν.
Η νεαρή κοπέλα κατέθεσε πως ήταν μέτρα τάξης στην αίθουσα του δικαστηρίου και εκείνη τη στιγμή βρίσκονταν 10-15 άτομα. Περιέγραψε ότι καθόταν στο πίσω μέρος της αίθουσας για να έχει πλήρη εποπτεία του χώρου. Η συγκεκριμένη αίθουσα έχει μια γυάλινη πόρτα στο πίσω μέρος για το κοινό και μια πλαϊνή που οδηγεί σε προθάλαμο, όπου βρίσκονται οι δικηγόροι.
Την πρώτη φορά που αντιλήφθηκε τον κατηγορούμενο στην αίθουσα είπε πως ήταν ήρεμος, μπήκε κοίταξε ένα δικηγόρο και βγήκε από την πλαϊνή πόρτα. Ύστερα από 5΄ ξαναμπήκε, την κοίταξε και ξαναβγήκε. Δευτερόλεπτα μετά μπήκε εκ νέου με το όπλο πια στο χέρι και προτεταμένο. Σημαδεύοντάς την, της ζήτησε το όπλο της. Αυτή του ζήτησε να ηρεμήσει και να το συζητήσουν, αλλά αυτός με εμμονή τής έλεγε: «Αστυνομικέ, δώσε μου το όπλο σου», έχοντας το δάχτυλό του στη σκανδάλη του περιστρόφου του. Η αστυνομικός ζήτησε από τον κόσμο να περάσει μπροστά από το εδώλιο και να πέσει στο έδαφος. Μπροστά της, όπως είπε, καθόταν ο 38χρονος, ο οποίος δεν κουνήθηκε από τη θέση του. Αυτή με τα χέρια προτεταμένα, σηκώθηκε από τη θέση της και κάλεσε το δράστη να της πει ποιος τον έχει πειράξει για να τον βοηθήσει.
 
Με την κάνη στο μέτωπο
Τότε αυτός έστρεψε το όπλο προς τον 38χρονο και τον σημάδεψε. Εκείνη τη στιγμή η μητέρα του 38χρονου κινήθηκε προς το παιδί της, αγκαλιάζοντάς το και λέγοντας στο δράστη να σκοτώσει εκείνη, και αυτόν να απαντά «θα σκοτώσω και σένα».
Προσπαθώντας να εκμεταλλευτεί τη στιγμή, η αστυνομικός επιχείρησε να βάλει το χέρι στο όπλο της, όμως ο δράστης την πλησίασε σε απόσταση αναπνοής, σχεδόν κόλλησε το όπλο στο μέτωπό της και φωνάζοντας «εσύ θα την πληρώσεις για όλους», πάτησε τη σκανδάλη. Η αστυνομικός περιέγραψε ότι ακούγοντας τον ήχο της σκανδάλης την έλουσε κρύος ιδρώτας, αλλά αυτομάτως κατάλαβε ότι κάποιο πρόβλημα έχει το όπλο και δεν εκπυρσοκρότησε για καλή της τύχη.
Τότε έβγαλε το δικό της όπλο, το οποίο κλώτσησε στην αντίθετη κατεύθυνση και πήγε κάτω από καρέκλες. Όπως διευκρίνισε χθες, η ίδια γνώριζε ότι ο δράστης δε θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει το υπηρεσιακό της όπλο λόγω της κατάστασης που το είχε εκείνη τη στιγμή. Ο δράστης επέμενε να του δώσει το όπλο και την ανάγκασε να το βγάλει με το πόδι της από τις καρέκλες και συνεχίζοντας να τη σημαδεύει στο κεφάλι, το πήρε και το έβαλε στη ζώνη, πίσω του.
 
«Χτυπημένες» 2 σφαίρες
Περιέγραψε ότι ο κατηγορούμενος βρισκόταν ήδη σε υπερένταση και τα χέρια του έτρεμαν, ενώ η μητέρα του 38χρονου είχε λιποθυμήσει. Του ζήτησε να του αφήσει να της δώσουν λίγο νερό και όταν είδε την πρώην κουνιάδα του, εξαγριώθηκε και άρχισε να απειλεί και εκείνη. Παράλληλα κινήθηκε και η δικηγόρος της οικογένειας του 38χρονου για να βοηθήσει και τότε η αστυνομικός είπε ότι άρχισε να κινείται προς το μέρος του και αυτός να οπισθοχωρεί μέχρι που έφτασε στην πλαϊνή πόρτα. Εκείνη τη στιγμή την πόρτα άνοιξαν ο διοικητής και ο υποδιοικητής του Α.Τ. Γυθείου, τους οποίους σημάδεψε και είπε στον υποδιοικητή να φύγει γιατί δε θέλει να τον σκοτώσει.
Στην αναστάτωση που υπήρξε εκείνη τη στιγμή έπεσαν πάνω του ο προϊστάμενος του Τελωνείου που βρισκόταν στην αίθουσα και τον είχε προσεγγίσει από πίσω, η αστυνομικός και οι άλλοι δύο αστυνομικοί.
Η αστυνομικός τού αφαίρεσε το όπλο της, αλλά ο κατηγορούμενος τους ξεγλίστρησε, κρατώντας ακόμα το όπλο του και κινήθηκε προς τη γυάλινη πόρτα. Εκεί εγκλωβίστηκε από άλλους τρεις άντρες και όλοι μαζί επιχείρησαν να τον αφοπλίσουν. Η αστυνομικός κατέθεσε ότι εκείνη τη στιγμή κατάφερε να κατεβάσει το όπλο του, σημάδεψε τον 38χρονο και πάτησε πάλι τη σκανδάλη. Ούτε αυτή τη φορά εκπυρσοκρότησε και τον άκουσε να φωνάζει: «γαμώτο, τι έπαθε». Ακολούθως, τον αφόπλισαν και του πέρασαν χειροπέδες. Μάλιστα, την ώρα που τον έπαιρναν, περνώντας τον μπροστά από τη λιπόθυμη γυναίκα που βρισκόταν ακόμα στο έδαφος την κλώτσησε στο πρόσωπο, προκαλώντας της κάταγμα.
Από τις υπόλοιπες καταθέσεις μαρτύρων και αυτές του διοικητή και του υποδιοικητή του Α.Τ. προέκυψε ότι στο όπλο υπήρχαν 6 σφαίρες, ενώ στη συνέχεια διαπιστώθηκε ότι οι δύο είχαν «χτυπηθεί» αλλά δεν είχαν εκπυρσοκροτήσει.
Κατέθεσε ακόμα ο προϊστάμενος του Τελωνείου, περιγράφοντας τα γεγονότα και λέγοντας πως όλα ήταν σαν κινηματογραφική ταινία.
Η μητέρα του 38χρονου κατέθεσε ότι είχαν προβλήματα με τον κατηγορούμενο, όμως ποτέ δεν πίστευε ότι θα έφτανε σε αυτό το σημείο, ενώ ακόμα και τώρα δήλωσε πως δεν τον μισεί, αλλά νιώθει θλίψη για το βάρος που έχει φορτώσει στα δύο παιδιά του. Μάλιστα, ανέφερε ότι τα παιδιά του τα έχει βαφτίσει η ίδια. Δήλωσε, δε, με βεβαιότητα ότι είχε πάει για να σκοτώσει εκείνη την ημέρα.
Τέλος, κατέθεσε δικηγόρος των Αθηνών που βρισκόταν στην αίθουσα εκείνη την ημέρα.
 
 
Της Βίκυς Βετουλάκη