Στο κόστος παραγωγής των ελαιοπαραγωγών αλλά και στην ανάγκη σχεδιασμού μιας «εθνικής στρατηγικής» ώστε να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα του κλάδου, αναφέρεται ο πρόεδρος της Ομάδας Παραγωγών «Νηλέας», Γιώργος Κόκκινος, μιλώντας στον ΑγροΤύπο.
Το κόστος παραγωγής είναι διαφορετικό σε κάθε περιοχή της χώρας μας και διαμορφώνεται από τη μέση παραγωγή ελαιοκάρπου ανά δέντρο στην κάθε περιοχή.
Οι ποικιλίες και η άρδευση παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο στις αποδόσεις. «Αυτό που ισχύει για όλη την Ελλάδα είναι ότι το ελαιόλαδο δεν έχει πρόβλημα απορρόφησης και ότι εδώ και 27 χρόνια “ρευστοποιείται” όποτε θελήσει ο παραγωγός. Επίσης οι Ιταλοί είναι ο κύριος αγοραστής του προϊόντος και οι παραγωγοί γνωρίζουν την τιμή που πουλάνε. Αν αλλάξουν αυτά τα δεδομένα θα έχει σοβαρό πρόβλημα η ελαιοπαραγωγή της χώρας μας», τονίζει.
Για το κόστος καλλιέργειας θα δούμε τι συμβαίνει στην περιοχή της Δυτικής Μεσσηνίας. Όπως επισημαίνει στον ΑγροΤύπο και στο Σταύρο Παϊσιάδη ο κ. Κόκκινος, «ο μέσος όρος παραγωγής στην περιοχή είναι 4 κιλά ελαιόκαρπου ανά δέντρο (φέτος αναμένεται να είναι μειωμένη και θα πέσει κάτω από 3 κιλά). Στην περιοχή έχουμε περίπου 5 εκατομμύρια ελαιόδεντρα. Επίσης ένα καλό χωράφι έχει 13-18 δέντρα ανά στρέμμα.
Οι εργασίες που πρέπει να κάνει κάθε χρόνο ο παραγωγός είναι οι εξής: Πρώτα έχουμε τον καθαρισμό του χωραφιού που έχει ένα μέσο κόστος 7 ευρώ ανά στρέμμα. Φυτοπροστασία έχουμε 4 ψεκασμούς, κόστος 55 ευρώ ανά στρέμμα (40 ευρώ τα εργατικά και 15 ευρώ τα φυτοφάρμακα). Διαχείριση εδάφους (καταστροφέας) το κόστος είναι 25 ευρώ ανά στρέμμα. Η λίπανση φτάνει στα 35-36 ευρώ ανά στρέμμα. Το κλάδεμα είναι στα 15 ευρώ ανά στρέμμα. Η συγκομιδή κυμαίνεται από 100-120 ευρώ ανά στρέμμα ανάλογα την μορφολογία του εδάφους και την ικανότητα των εργατών (μιλάμε για λαδοελιές) μαζί με το κλάδεμα διαμόρφωσης.
Από όλες τις παραπάνω εργασίες έχουμε ένα συνολικό κόστος ετησίως περίπου 240-260 ευρώ ανά στρέμμα (δε βάζουμε αν νοικιάζει ο παραγωγός το χωράφι και αν γίνεται ένα πρόσθετο καθάρισμα λόγω συχνών βροχοπτώσεων).
Αν όλα πάνε καλά στην περιοχή θα έχουμε μια μέση απόδοση 900 κιλά ελαιόκαρπου ανά στρέμμα. Με 17% ελαιοπεριεκτικότητα είναι 150 κιλά ελαιόλαδο το στρέμμα. Αν αφαιρέσουμε την έκλειψη του ελαιοτριβείου μένουν στον παραγωγό περίπου 132 κιλά. Από αυτά αφαιρείται η εισφορά για δακοκτονία (2%).
Αν το ελαιόλαδο πιάσει τιμή παραγωγού το «όριο» των 3 ευρώ το κιλό έχουμε ένα εισόδημα στον παραγωγό 135 ευρώ το στρέμμα (κέρδος προ φόρων). Με αυτά τα χρήματα ο παραγωγός θα πρέπει να πληρώσει φόρους εισοδήματος, εισφορά ΕΛΓΑ, ασφαλιστικές εισφορές κ.α.
Αν η τιμή πέσει κάτω από τα 3 ευρώ το κιλό τότε έχει οικονομικό πρόβλημα ο παραγωγός. Επίσης αν έχουμε χαμηλές αποδόσεις (όπως φέτος) υπάρχει πρόβλημα.
Η βιωσιμότητα στην ελαιοκαλλιέργεια είναι σε ένα οριακό σημείο. Αν υπάρξει σε τακτά χρονικά διαστήματα πρόβλημα με τις δακοπροσβολές (όπως συνέβη φέτος) και φέρει απώλειες στην παραγωγή θα έχει πρόβλημα το εισόδημα του παραγωγού. Αν δηλαδή στο παραπάνω παράδειγμα έχουμε μια μείωση της παραγωγής 20% (λόγω δάκου) και 10% μείωση της τιμής (λόγω κακής ποιότητας ελαιολάδου) τότε ο παραγωγός έχει σοβαρό πρόβλημα στο εισόδημά του.
Ένα θετικό στοιχείο της καλλιέργειας είναι ότι μπορεί να πουλήσει το ελαιόλαδο ο παραγωγός όποτε αυτός θέλει δηλαδή ρευστοποιείται άμεσα. Ο κυριότερος αγοραστής του ελαιολάδου είναι οι Ιταλοί (χύμα). Το αρνητικό είναι ότι αν δε βρουν οι Ιταλοί καλή ποιότητα (όπως συμβαίνει φέτος) ή αν η οικονομία τους έχει πρόβλημα και στραφούν σε άλλη αγορά φτηνότερη, η καλλιέργεια στη χώρα μας θα έχει σοβαρό πρόβλημα. Για αυτό εγώ προσωπικά σκέφτομαι να έχω και άλλες “εναλλακτικές” καλλιέργειες.
Γενικότερα η ελαιοκομία της χώρας μας αντιμετωπίζει δύο μεγάλες απειλές. Το ένα είναι ότι έχει έναν αγοραστή (κάτι αντίστοιχο γινόταν με τα ροδάκινα πριν το ρώσικο εμπάργκο) που αγοράζει τις μεγαλύτερες ποσότητες της παραγωγής. Δεν υπάρχει σχέδιο για εναλλακτικές λύσεις πώλησης του προϊόντος μας. Το άλλο πρόβλημα είναι αν εμφανιστεί στη χώρα μας η Xylella fastidiosa. Δεν υπάρχει κάποιο εθνικό σχέδιο για την αντιμετώπισή της».