-«Μία γυναίκα είναι σαν το τσάι, δεν ξέρεις ποτέ πόσο ισχυρή είναι μέχρι να μπει στο ζεστό νερό»
Αν και λόγω ονόματος και οικογενειακής ιστορίας θα περίμενε κάποιος ότι ασχολούμενη με τα κοινά θα επέλεγε την αυτοδιοίκηση, η κα Πιπίνα Κουμάντου, κόρη του πρώην δημάρχου Καλαμάτας Παναγή Κουμάντου και εγγονή του, επίσης, πρώην δημάρχου Χρήστου Κουμάντου, έκανε την «υπέρβαση» και «εκθέτει» τον εαυτό της για πρώτη φορά στην πολιτική συμμετέχοντας στις εθνικές εκλογές της Κυριακής. Μάλιστα, για να το κάνει αυτό, επέλεξε να ακολουθήσει τη διαδικασία μέσα από το Μητρώο Στελεχών της Νέας Δημοκρατίας, ολοκληρώνοντας με επιτυχία την αξιολόγηση.
Παντρεμένη με το χημικό και πρόεδρο του Εξαγωγικού Τμήματος του Επιμελητηρίου Μεσσηνίας, Μενέλαο Ι. Κουτέλα, έχουν τέσσερις κόρες και ξέρει πολύ καλά τι σημαίνει για μια γυναίκα να έχει πολλαπλούς ρόλους.
Το «δεν αντέχουμε άλλους φόρους» είναι το μήνυμα που της μεταδίδουν όλοι οι πολίτες από κάθε γωνιά της Μεσσηνίας που περιοδεύει και είναι από τα πρώτα που θα αλλάξει η νέα κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, όπως τονίζει στη συνέντευξη που ακολουθεί.
-Με βαριά αυτοδιοικητική πορεία από τον παππού και τον πατέρα, ήρθε η ώρα για μια γυναίκα της οικογένειας να ασχοληθεί απευθείας με την κεντρική πολιτική σκηνή; Η «παράδοση» θα σας ήθελε στο Δήμο. Εσείς, όμως, επιλέξατε τις βουλευτικές εκλογές. Ποιος ο λόγος αυτής της στόχευσης;
Ακριβώς επειδή έχω ζήσει πάρα πολλά χρόνια την αγωνία του αυτοδιοικητικού, την αγωνία του να βρει πόρους, την αγωνία του να μπορεί να είναι χρήσιμος και αποτελεσματικός, χωρίς όμως να ελέγχει τις χρηματοδοτικές κάνουλες. Πιστεύω ότι, αν μου δοθεί η ευκαιρία και η τιμή από τον κόσμο, θα μπορέσω από τη Βουλή να βοηθήσω προς την κατεύθυνση να γίνει η Τοπική Αυτοδιοίκηση πραγματική αυτοδιοίκηση. Δηλαδή, να αποκτήσει οικονομική αυτονομία, ώστε να έχει και διαχειριστική αυτονομία. Να μην υποχρεώνεται ο κάθε δήμαρχος και περιφερειάρχης να παρακαλάει τον υπουργό για ζητήματα που οι δημότες του δικαιούνται.
Το πιο εύκολο για μένα θα ήταν να πω «κατεβαίνω στο Δήμο». Με ένα όνομα και μία ιστορία θα ήταν το εύκολο αυτό. Βιώνοντας, όμως, τις αγωνίες των αυτοδιοικητικών για ανεξάρτητη αυτοδιοίκηση, βλέπω ότι έτσι όπως είναι το θεσμικό πλαίσιο, δεν μπορούν. Προτιμώ, λοιπόν, να ασχοληθώ με τη Βουλή, εκεί που παράγονται οι αποφάσεις, και μαζί με τους άλλους συναδέλφους να προωθήσουμε θεσμικό πλαίσιο για μία πραγματική Τοπική Αυτοδιοίκηση. Που θα έχει τους δικούς της οικονομικούς πόρους, θα μπορεί να δημιουργεί τους δικούς της τοπικούς νόμους και να ψηφίζει κανόνες που θα λύνουν πολλά πράγματα της καθημερινότητάς μας. Πώς θα ήταν, επί παραδείγματι, αν μπορούσε ο κάθε δήμαρχος να έχει κανόνες για το πώς θα διαχειρίζονται τα σκουπίδια οι δικοί του οι δημότες, αυτό να ισχύει και να μην μπορούν να τους παραβούν. Θα μπορούσε να κάνει πιο εύκολα ένα έργο από το να παρακαλάει στις Περιφέρειες και στα υπουργεία. Πρέπει να έχει μια αυτονομία. Να είναι πραγματική αυτοδιοίκηση.
-Δικηγόρος, σύζυγος, μητέρα και τώρα πολιτικός. Πώς «παντρεύονται» όλα αυτά; Πώς διαμορφώνεται η καθημερινότητά σας;
Πάντα είχα πολλούς ρόλους στη ζωή μου. Επειδή έκανα πολλά παιδιά, αναγκαζόμουν να συμπτύξω το χρόνο. Όλα «παντρεύονται» και θέλω να προσφέρω στην κοινωνία. Έπειτα από 27 χρόνια μάχιμης δικηγορίας και το μεγάλωμα τεσσάρων παιδιών, πλέον ξέρω ότι έχω πράγματα να προσφέρω. Τώρα είμαι σίγουρη ότι έχω πράγματα να καταθέσω στην πολιτική. Να είμαι χρήσιμη και αποτελεσματική για το κοινό καλό.
-Ωστόσο, κάποιος ρόλος αναγκαστικά θα παραγκωνιστεί;
Σίγουρα δε θα μπορώ να ασχολούμαι με το επάγγελμά μου. Οι κόρες μου, οι τρεις, έχουν μεγαλώσει, είναι ενήλικες και σπουδάζουν. Ίσως θα υπάρξει ένα θέμα με τη μικρή, που είναι τώρα 12 χρόνων, η οποία όμως είναι πάρα πολύ ώριμο παιδί και καταλαβαίνει.
-Σήμερα, έπειτα από τόσα χρόνια σκληρής κρίσης για τη χώρα μας, η Ελληνίδα ίσως περνάει τις πιο δύσκολες στιγμές με τους πολλαπλούς ρόλους που έχει αναλάβει. Ως εργαζόμενη βλέπει το μισθό της μειωμένο, ως νοικοκυρά τα έξοδα του σπιτιού της να αυξάνονται συνεχώς και ως μητέρα τα παιδιά της να έχουν ένα αβέβαιο μέλλον. Μπορεί βάσιμα να ελπίζει σε ένα καλύτερο αύριο;
Ο Καζαντζάκης έλεγε: «Δεν ελπίζω τίποτα, δε φοβάμαι τίποτα, είμαι ελεύθερος». Η ελπίδα από μόνη της, όμως, δημιουργεί μία πλαστή πραγματικότητα. Δεν κινητοποιεί. Άρα, ναι να ελπίζουν, αλλά ταυτόχρονα να βρουν τα κίνητρα για να δημιουργήσουν. Να βρουν, δηλαδή, τη δύναμη να γίνουν ελεύθεροι άνθρωποι.
Σε εκείνο που μπορεί να ελπίζει άμεσα με τη νέα κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι ότι με τη μείωση των φόρων θα δει περισσότερα χρήματα στην τσέπη της και στο νοικοκυριό της. Εκείνο που είναι, επίσης, πολύ βασικό είναι η διευκόλυνση της μητέρας, μέσω του ότι κάθε παιδί θα δικαιούται να μπει σε παιδικό σταθμό, δημόσιο ή ιδιωτικό. Αν δε βρει θέση στο δημόσιο, με ένα κουπόνι 180 ευρώ θα μπορεί να πάει το παιδί της σε ιδιωτικό. Η νέα κυβέρνηση έχει προτάσεις για να ελαφρύνει τα βάρη των γονέων και, κυρίως, των γυναικών.
Βέβαια, όλα είναι αλληλένδετα Δεν μπορούμε να πούμε ότι μειώνοντας τους φόρους, θα λυθούν όλα τα προβλήματα. Θα πρέπει να τη διευκολύνουμε στο να αφήνει κάπου το παιδί της, αλλά θα πρέπει να ξέρει ότι το παιδί της, ακόμα και όταν θα είναι έξω, θα είναι ασφαλές. Θα δούμε, λοιπόν, και τα θέματα ασφάλειας. Πρέπει να ενισχύσουμε τους ανθρώπους να μπορούν να δημιουργήσουν νέες δουλειές. Και οι γυναίκες και οι άντρες να έχουν δουλειά, να έχουν ένα ασφαλές περιβάλλον, όπου θα μεγαλώνουν τα παιδιά τους, να μπορούν το πρωί να τα πηγαίνουν σχολείο και να λαμβάνουν παιδεία.
-Τονίζεται διαρκώς από τους πολιτικούς σας αντιπάλους σε αυτές τις εκλογές ότι αυτά που λέει ο κ. Μητσοτάκης δεν μπορεί να τα κάνει ή θα είναι πολύ πιο σκληρός από αυτό που εμφανίζεται τώρα προεκλογικά, και πως ίσως περιμένουν την Ελλάδα και τους Έλληνες χειρότερες ημέρες από αυτές που έχουμε ζήσει.
Δεν τάζουμε λαγούς με πετραχήλια. Όσα έχουμε πει, είναι κοστολογημένα. Ξέρουμε ότι δε θα είναι εύκολη η επόμενη μέρα. Ζητούμε μία πίστωση ημερών. Πιστεύουμε ότι στις 100 πρώτες μέρες θα έχουμε να δείξουμε πράγματα. Προσδοκούμε με την άμεση μείωση των φόρων να μένουν περισσότερα χρήματα στην τσέπη της ελληνικής οικογένειας. Όταν θα μένουν περισσότερα χρήματα, θα δημιουργηθούν καλύτερες δουλειές. Όταν θα γίνουν περισσότερες δουλειές και καλύτερα αμειβόμενες, θα βρίσκουν όλο και περισσότεροι άνθρωποι χρήματα στην τσέπη τους και το χρήμα θα κινείται καλύτερα στην κοινωνία.
Θέλω να πω ότι δε θα ψηφίσουμε ένα νόμο στις 8 Ιουλίου και θα περιμένουμε όλοι στις 9 Ιουλίου να λυθούν τα πάντα, αλλά την πρώτη διετία θα έχουμε αποτέλεσμα. Η μείωση, πάντως, των φόρων είναι ένα κοινό αίτημα. Αυτό μου λένε σε όλη τη Μεσσηνία: «Δεν αντέχουμε άλλους φόρους. Παίρνουμε 100, δίνουμε τα 80 στο κράτος, μας μένουν τα 20 ή είμαστε χαμηλόμισθοι υπάλληλοι του Δημοσίου». Θέλω να πω ότι, ακόμα και με την άμεση μείωση των φόρων που θα γίνει από το 28% στο 24% τον πρώτο χρόνο, του 24% στο 20% το δεύτερο χρόνο, θα υπάρξει ένα αισιόδοξο μήνυμα στην κοινωνία. Επίσης, μέσω του περιορισμού της φοροδιαφυγής, θα αυξηθούν τα έσοδα. Αυτό δεν είναι μία δικιά μας προσδοκία, ένα όνειρο απατηλό, είναι μελέτες που σε παγκόσμιο επίπεδο δείχνουν ακριβώς αυτό: Όσο χαμηλώνουν οι φόροι, τόσο αυξάνεται η φορολογική συμμόρφωση. Άρα και από εκεί θα έχουμε ένα καλό αποτέλεσμα και έσοδα για το κράτος. Όταν λέμε, βέβαια, φόρους, εννοούμε και τους έμμεσους φόρους. Χρειάζεται απαραίτητα μείωση του ΦΠΑ. Πρέπει να καταλήξουμε σε φορολογικούς συντελεστές 9% και 11%, άρα αυτομάτως θα φθηνύνουν πάρα πολλά πράγματα. Η οικονομία είναι πολλά μικρά γρανάζια, που όλα μαζί θα κινήσουν το κράτος μας. Αν δε συνδυάσεις μείωση των φόρων με διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας χωρίς γραφειοκρατία και δε διευκολύνεις τις επενδύσεις, δεν κάνεις κάτι.
-Κατά τη διάρκεια μιας προεκλογικής περιόδου πάντοτε ανεβαίνουν οι τόνοι και χρησιμοποιείται σκληρή γλώσσα. Έχουμε την αίσθηση ότι αυτή τη μικρή περίοδο του αγώνα σας δεν ακολουθείτε αυτή την «πεπατημένη». Έτσι είναι;
Πιστεύω ότι δεν μπορούμε να πορευόμαστε άλλο με πολωτικά και διχαστικά συνθήματα. Με το ή εμείς ή αυτοί. Ή εσείς ή εμείς. Πρέπει να σεβαστούμε την ιστορία ο ένας του άλλου και πρέπει αυτήν να μην την εργαλειοποιούμε για να ερμηνεύσουμε την ιστορία για σημερινές καταστάσεις. Πρέπει να την έχουμε ως βάση και οδηγό μας, για να μπορέσουμε να βρούμε τον κοινό τόπο ανάμεσα στη δεξιά και στην αριστερά. Νομίζω, δεν υπάρχουν πλέον αυτοί οι διαχωρισμοί. Υπάρχουν, όμως, άνθρωποι που θέλουν να κάνουν καλό για τον τόπο τους και είμαι σίγουρη ότι εφόσον έχουν και οι δύο την ίδια επιδίωξη, το να κάνουν το καλό για τον τόπο τους, για την πατρίδα τους, για τους Έλληνες για την Ελλάδα, σίγουρα θα μπορέσουν να βρουν τον κοινό τόπο, την κοινή συνισταμένη και να συνεννοηθούν.
-Δυστυχώς, όσο κι αν θεωρούμε ότι είμαστε ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κράτος, υπάρχουν ακόμα αντιλήψεις ορισμένων ότι μια γυναίκα «δεν το ‘χει» με την πολιτική. Τελικά, οι γυναίκες πρέπει να αποδεικνύουμε συνεχώς ότι «μπορούμε»;
Η αλήθεια είναι ότι, παρά το γεγονός ότι το 51% του πληθυσμού της Ελλάδος είμαστε γυναίκες, στην Ελλάδα μία στους έξι βουλευτές είναι γυναίκα. Είμαστε 74η χώρα στις 174 ως προς το ποσοστό γυναικών υπουργών. Αυτό σημαίνει ότι είμαστε πιο κάτω και από την Ουγκάντα και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Δεν ξέρω τι μπορεί να σημαίνει αυτό, πάντως δεν έχουμε κάνει και το καλύτερο που μπορούμε για να διευκολύνουμε τις γυναίκες να μπουν στην πολιτική. Είπαμε και προηγουμένως ότι η γυναίκα έχει πολλαπλό ρόλο. Είναι μητέρα, σύζυγος, εργαζόμενη. Πώς θα αναπτύξει το δυναμισμό της, άμα δεν ξέρει πού να αφήσει τα παιδιά της; Στη Σουηδία και στην Ισλανδία, όπου υπάρχει ίσος αριθμός βουλευτών ανδρών – γυναικών, έχουν ληφθεί μέτρα. Υπάρχει ειδική εκπαίδευση πώς είναι για μια γυναίκα στην πολιτική. Έχουν προγράμματα που επιτρέπεται η χρηματοδότηση, όχι μόνο των κομμάτων, αλλά και των βουλευτών. Έχουν προβλεφθεί ειδικά φορολογικά κίνητρα για τη χρηματοδότηση μιας γυναίκας πολιτικού. Φροντίζουν τα παιδιά τους να πηγαίνουν σε παιδικούς σταθμούς, ολοήμερα κ.λπ. Τις διευκολύνουν. Εμάς η κοινωνία μας είναι διαφορετική. Η γυναίκα έχει πολλαπλούς ρόλους. Εγώ η ίδια γιατί δεν ασχολήθηκα πιο πριν; Μου το είπε ένας ηλικιωμένος κύριος: «Πού πας με τέσσερα παιδιά να γίνεις βουλευτής;». Μα, λέω, τώρα τα μεγάλωσα και από την εμπειρία που αποκόμισα, τώρα έχω πράγματα να δώσω στην κοινωνία. Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι αυτή, νωρίτερα δεν μπορούσα.
-Τελικά μήπως και αυτή η ποσόστωση στα ψηφοδέλτια στην Ελλάδα είναι λίγο ρατσιστική;
Φυσικά και είναι ρατσιστική. Γιατί με τον τρόπο που μία γυναίκα υπάρχει μέσα στην κοινωνία, έτσι όπως το περιγράψαμε πριν, δεν ενθαρρύνεται να ασχοληθεί, δεν αναπτύσσει το δυναμισμό της. Ξαφνικά, λοιπόν, βρίσκεται με το ζόρι σχεδόν μέσα σε ένα ψηφοδέλτιο, να πρέπει να ανταγωνιστεί ανθρώπους που προετοιμάζονταν μία ζωή για να πάρουν τα ηνία στα χέρια τους. Γιατί, κακά τα ψέματα, στους άντρες αλλιώς συμπεριφερόμαστε. Μια γυναίκα, λοιπόν, αφού δεν έχει προετοιμαστεί, προφανώς και δεν καταφέρνει να εκλεγεί. Πέφτει τότε το σύνθημα στις υπόλοιπες ότι δεν ψηφίζονται οι γυναίκες, δεν το έχουν οι γυναίκες, δεν μπορούν οι γυναίκες και ο φαύλος κύκλος συνεχίζεται.
Πρέπει κάποια στιγμή να μπούμε στη διαδικασία και να ψηφίσουμε τις γυναίκες, να ψηφίσουμε δυναμικές γυναίκες, γιατί όπως έχει πει και η Ελέανορ Ρούζβελτ, «μία γυναίκα είναι σαν το τσάι, δεν ξέρεις ποτέ πόσο ισχυρή είναι μέχρι να μπει στο ζεστό νερό». Πρέπει, λοιπόν, να μπει μία γυναίκα στο ζεστό νερό, για να καταλάβουν πόσο αποτελεσματική, πόσο ισχυρή, πόσο χρήσιμη μπορεί να είναι στην κοινωνία.
Της Βίκυς Βετουλάκη