Ερώτηση του Περικλή Μαντά στη Βουλή για την υποβολή δασμών ύψους 100% στο ελαιόλαδο και τις ελιές από τις ΗΠΑ

Ερώτηση του Περικλή Μαντά στη Βουλή για την υποβολή δασμών ύψους 100% στο ελαιόλαδο και τις ελιές από τις ΗΠΑ

Το θέμα που είχε αναδείξει η εφημερίδα μας στο φύλλο της 9ης Αυγούστου, και αφορούσε την επιβολή δασμών ύψους 100% της εμπορικής αξίας των ευρωπαϊκών ελαιολάδων και ελιών από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής , έφερε στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, ο βουλευτής Μεσσηνίας της Νέας Δημοκρατίας Περικλής Μαντάς με  ερώτηση προς τους υπουργούς Eξωτερικών  και  Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

Στην επίκαιρη ερώτηση που κατέθεσε επισημαίνονται τα σοβαρά κενά που άφησε η προηγούμενη κυβέρνηση για ένα τόσο σημαντικό θέμα. Επίσης τονίζεται αφενός η ανάγκη να αποφευχθεί το ενδεχόμενο υλοποίησης των συγκεκριμένων δασμών και αφετέρου να προασπιστούν τα συμφέροντα των παραγωγών και των επιχειρήσεων και να προστατευθούν οι σχετικές θέσεις εργασίας.

Το πλήρες κείμενο της ερώτησης:
 
Σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιεύματα, ένας εμπορικός πόλεμος μεταξύ Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής (ΗΠΑ) και Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) που μαίνεται σχεδόν 15 χρόνια, οδεύει προς το τέλος του. Η λήξη όμως του εν λόγω πολέμου φαίνεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στις οικονομικές σχέσεις ΗΠΑ-ΕΕ, με την αμερικανική κυβέρνηση να επεξεργάζεται σχέδια επιβολής υψηλών δασμών σε 514 κωδικούς ευρωπαϊκών προϊόντων, ανάμεσα στα οποία βρίσκεται και το ελληνικό ελαιόλαδο (HTC 1509.10.20).
 
Επισημαίνεται, ότι αν το σενάριο επιβολής δασμών ύψους 100% της εμπορικής αξίας των ευρωπαϊκών ελαιολάδων και ελιών από την αμερικανική κυβέρνηση υλοποιηθεί, οι επιπτώσεις θα είναι καταστροφικές, καθώς αφορά σε μια αγορά ύψους περίπου 90 εκατ. δολαρίων ετησίως (αξία των εισαγόμενων ελληνικών ελαιολάδων και ελιών στις ΗΠΑ).
 
Ωστόσο η αιτία του προβλήματος αφορά μια εμπορική διαμάχη των ΗΠΑ και των χωρών της Γαλλίας, της Γερμανίας, της Ισπανίας και της Αγγλίας, αναφορικά με την ενίσχυση της αεροναυπηγικής βιομηχανίας της ευρωπαϊκής AIRBUS έναντι της αμερικανικής BOEING. Στην διαμάχη αυτή η Ελλάδα δεν έχει την παραμικρή ανάμειξη και δεν καρπώνεται καμία ωφέλεια.
 
Σύμφωνα με φορείς του κλάδου, το αμερικανικό Υπουργείο Εμπορίου (USTR) εξέδωσε από τις 12 Απριλίου 2019 τον αρχικό κατάλογο για 425 κωδικούς ευρωπαϊκών προϊόντων (μεταξύ των οποίων και το ελληνικό ελαιόλαδο) και έθεσε περίοδο διαβούλευσης του καταλόγου αυτού έως τις 28 Μαΐου 2019. Κατατέθηκαν 648 τεκμηριωμένες παρεμβάσεις από άλλες χώρες. Καμία όμως από την Ελλάδα. Tην 1η Ιουλίου 2019 εξέδωσε συμπληρωματικό κατάλογο με επιπλέον 89 κωδικούς προϊόντων, στους οποίους προστέθηκαν και οι πράσινες ελιές σε άλμη (HTC 2005.70.120), χωρίς πάλι να υπάρξει οργανωμένη αντίδραση από την ελληνική πλευρά.
 
Ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών Τυποποιήσεως Ελαιολάδου (ΣΕΒΙΤΕΛ) είχε δραστηριοποιηθεί σχετικά από τον Απρίλιο 2019 με την πραγματοποίηση συσκέψεων με στελέχη των υπουργείων Εξωτερικών και Οικονομικών της προηγούμενης κυβέρνησης, καθώς και διαφόρων επαγγελματικών Οργανώσεων που επηρεάζονται αρνητικά από την επιβολή δασμών στις ΗΠΑ. Ενημέρωσε τον Αμερικανό Εμπορικό Ακόλουθο και τον Αμερικανό Πρέσβη, χωρίς ωστόσο έως σήμερα να έχει κάποια σχετική πληροφόρηση.
 
Επίσης, ο Σύνδεσμος Εισαγωγέων Ελαιολάδου στις ΗΠΑ (North American Olive Oil Association – NAOOA), στον οποίο συμμετέχουν ιταλικές, ισπανικές και ελληνικές επιχειρήσεις, έχει προβεί σε μία σειρά ενεργειών για την εξαίρεση του ελαιολάδου από τους δασμούς (κινητοποίηση μελών του αμερικανικού Κογκρέσου και διαφόρων οργανώσεων καταναλωτών στις ΗΠΑ, δραστηριοποίηση επιχειρήσεων HO.RE.CA, πρόσληψη αμερικανικού δικηγορικού γραφείου για την υποβολή τεκμηριωμένης ένστασης, στοχευμένη δημοσιογραφική προβολή εντός ΗΠΑ, κλπ.)
 
Κατόπιν των ανωτέρω ερωτάσθε:
 
1.   Υπάρχει πλέον ο χρόνος και ο τρόπος ώστε να καλυφθούν τα κενά που δημιούργησε η προηγούμενη κυβέρνηση, αφήνοντας μετέωρους τους Έλληνες ελαιοπαραγωγούς;
 
2.   Ποια η πολιτική στρατηγική σας σε περίπτωση υλοποίησης των συγκεκριμένων δασμών και των σχετικών οικονομικών επιπτώσεών τους έναντι των παραγωγών ελαιολάδου αλλά και των εξαγωγικών εταιριών στις ΗΠΑ;
 
3.   Πώς θα προασπιστούν τα συμφέροντά τους, η οικονομική ευρωστία των ίδιων των παραγωγών και των επιχειρήσεων, και πώς θα προστατευθούν οι θέσεις εργασίας που παρέχουν;