Απαιτούνται ασφάλεια ελλιμενισμού και υποδομές για σύγχρονη μαρίνα και αλιευτικό καταφύγιο
Από το 2004 μέχρι σήμερα για το λιμάνι και στο λιμάνι Κυπαρισσίας έχουν «πέσει» σε τρεις εργολαβίες περί τα 17,5 εκ ευρώ (σ.σ. κάπου εκεί ανέρχεται η προϋπολογιζόμενη δαπάνη των έργων). Τρεις εργολαβίες σε 15 χρόνια. Όπως έχει αναφερθεί στα ΜΜΕ, η πρώτη αφορούσε στην κατασκευή του λιμανιού, έργο που εντάχθηκε στο Γ’ ΚΠΣ και με κρατικούς πόρους και ο προϋπολογισμός δαπάνης του ήταν περίπου 9.500.000 ευρώ και ανάδοχος εταιρεία ήταν η Ντι-Ες. Η δεύτερη εργολαβία ήταν για τη «Βελτίωση Λιμένος Κυπαρισσίας: Τμήμα επέκτασης προσήνεμου μόλου» συνολικού προϋπολογισμού 5.547.150 ευρώ από το Γ’ ΚΠΣ και κρατικούς πόρους. Η τρίτη εργολαβία είναι αυτή που θα έπρεπε ήδη να έχει ολοκληρωθεί με τίτλο «Επισκευή προσήνεμου μόλου Κυπαρισσίας» και προϋπολογισμό 2.300.000 ευρώ από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Η τέταρτη είναι αυτή που προωθείται να υλοποιηθεί με απευθείας ανάθεση, λόγω «έκτακτης ανάγκης» (!), με τίτλο «Αποκατάσταση ζημιών που προκλήθηκαν από θεομηνίες του παλαιού προσήνεμου μώλου λιμένος Κυπαρισσίας και απομάκρυνση προσχώσεων από λιμενολεκάνη», προϋπολογισμού 2.424.610,63 ευρώ. Και λιμάνι, που να παρέχει ασφάλεια ελλιμενισμού, σημειώστε, ακόμη και μετά από την εκτέλεση εργασιών της τέταρτης εργολαβίας δε θα έχουμε. Γιατι; Διότι, μόνη λύση για την προστασία του λιμανιού της Κυπαρισσίας από τον κυματισμό που μπαίνει μέσα στη λιμενολεκάνη δημιουργώντας πολλά προβλήματα στον ελλιμενισμό βαρκών και σκαφών, είναι η επιμήκυνση του προσήνεμου μόλου τουλάχιστον κατά 100μ. και αυτό επεσήμανε σε δηλώσεις του ο (τότε) Πρύτανης του Ε.Μ.Π., Κωνσταντίνος Μουτζούρης, στις 16 Φεβρουαρίου 2009, στο Εργαστήριο Λιμενικών έργων του ΕΜΠ όπου παρουσιάστηκε το φυσικό προσομοίωμα του Λιμένα Κυπαρισσίας (υφιστάμενη κατάσταση, κλίμακα 1 προς 75, διεύθυνση προσπτώσεως κυμάτων δυτική)! Σημειώνουμε πως, όπως από τότε έχει πει ο κ. Μουτζούρης, για να μπορέσει το λιμάνι να είναι ασφαλές, βιώσιμο και λειτουργικό απαιτούνται, πέραν της επιμήκυνσης του προσήνεμου μόλου, και άλλες δαπανηρές εργασίες, όπως ενίσχυση της εξωτερικής πλευράς του προσήνεμου μόλου καθώς και η αύξηση του ύψους του για να μην τον υπερπηδά ο κυματισμός όπως εμφανέστατα παρουσιάστηκε και στο φυσικό προσομοίωμα. «Το κυρίαρχο θέμα αυτή τη στιγμή στο λιμένα είναι η είσοδος της κυματικής ενέργειας εντός της λιμενολεκάνης διότι δεν παρέχουν οι υφιστάμενοι μόλοι επαρκή προστασία. Βέβαια, πέραν αυτού, πρέπει να πω ότι πρέπει να βρει και ένα ρόλο αυτό το λιμάνι. Έχει γίνει ένα μεγάλο λιμάνι σε μια περιοχή που αυτή τη στιγμή δεν έχει κάποιο ρόλο συγκεκριμένο. Άρα πρέπει να βρεθεί και ένας ρόλος για να πάνε χαλάλι και τα χρήματα που δώσαμε όλοι οι φορολογούμενοι», τόνισε ο κ. Μουτζούρης, προσθέτοντας ότι, «Χρειάζεται σημαντική επιμήκυνση ο προσήνεμος μόλος, πάνω από 100μ, τόνισε προσθέτοντας ότι, εκεί είναι βαθιά τα νερά, αυτό είναι το πρόβλημα, στην είσοδο έχουμε 12μ βάθος και είναι ακριβό έργο η επιμήκυνση. Για να δικαιολογηθούν όλα αυτά τα κόστη που έγιναν και που θα πρέπει να γίνουν, θα πρέπει να γίνουν, θα πρέπει να βρεθεί ένας ρόλος για το λιμάνι. Να αποφασίσουμε ότι το κάνουμε μαρίνα ή να αποφασίσουμε ότι το κάνουμε αλιευτικό ή κάτι άλλο. Πάντως, αυτή τη στιγμή, νομίζω ότι ένας ρόλος που θα μπορούσε να υπάρξει γι αυτό το λιμάνι, δεδομένου ότι υπάρχουν και άλλοι λιμένες σε όλη την περιοχή αυτή, θα ήταν να γίνει μια μαρίνα καλής ποιότητος γιατί υπάρχει και χερσαίος χώρος αρκετός ώστε να αποθηκεύονται τα σκάφη το χειμώνα». Παράλληλα, εξετάστηκαν και εναλλακτικές λύσεις με δημιουργία στο εσωτερικό της λιμενολεκάκης δύο «μπαστουνιών» ένα στον προσήνεμο μόλο και ένα στον υπήνεμο. Ο κ. Μουτζούρης από τότε επεσήμανε ότι, «έχει γίνει ένα μεγάλο λιμάνι σε μια περιοχή που αυτή τη στιγμή δεν έχει κάποιο ρόλο συγκεκριμένο». Από τότε έχουν περάσει 10 ολόκληρα χρόνια και ρόλος για το λιμάνι Κυπαρισσίας, δεν υπάρχει. Διαχρονικά, ωστόσο, θέση του δήμου Κυπαρισσίας ήταν για το λιμάνι να λειτουργήσει ως σύγχρονη μαρίνα και αλιευτικό καταφύγιο και όχι για επιβλαβείς και επιζήμιες χρήσεις όπως φορτοεκφόρτωσης υγρών καυσίμων, αδρανών υλικών, γενικών φορτίων κ.α. Στις 5 Μαρτίου 2008 είχε επισκεφθεί το λιμάνι Κυπαρισσίας ο λιμενολόγος, Άδελκις Ρογκάν, στο οποίο επρόκειτο να ανατεθεί από την τότε Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Μεσσηνίας η σύνταξη του master plan του λιμανιού και των έργων υποδομής που χρειάζονται για να γίνει το λιμάνι λειτουργικό, με όλες τις υποδομές που χρειάζονται, την αισθητική παρέμβαση στο χώρο και την προστασία της χερσαίας ζώνης καθώς και τη χωροθέτηση δραστηριοτήτων σε όλη τη χερσαία ζώνη. Ο Άδελκις Ρογκάν, είχε δηλώσει, μεταξύ άλλων, ότι, «υπάρχει ένας θαλάσσιος χώρος μεγάλος που αφήνει πολλές δυνατότητες να αναπτυχθεί και υπάρχει και μια ικανοποιητική χερσαία ζώνη. Συνεπώς εάν κατορθωθεί με το προγραμματικό σχέδιο να μπούνε σε ένα σωστό πλαίσιο ανάπτυξης ο χερσαίος χώρος με τη θαλάσσια ανάπτυξη νομίζω ότι τ’ αποτελέσματα θα είναι πάρα πολύ καλά και μέσα από αυτή τη διαδικασία του προγραμματικού σχεδίου θα γίνει και η περιβαλλοντική προμελέτη αναγκαστικά, θα οριστούν όροι δόμησης και επιπλέον θα βγει και μία οικονομοτεχνική μελέτη η οποία θα είναι πάρα πολύ χρήσιμη στο να προσδιορίσει και τις δυνατότητες χρηματοδότησης…» και είχε επισημάνει για το χαρακτήρα του λιμανιού ότι αυτός θα είναι τουριστικός, ως σύγχρονη μαρίνα και με παράλληλη χρήση ως αλιευτικό καταφύγιο. Μετά από αυτά γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι για να «πιάσουν τόπο» τα 20 εκ. ευρώ, και προφανώς και κάποια εκατομμύρια επιπλέον που απαιτούνται, η στόχευση όλων πρέπει να είναι στη δημιουργία και λειτουργία στο λιμάνι Κυπαρισσίας σύγχρονης μαρίνας και αλιευτικού καταφυγίου που να παρέχουν ασφάλεια ελλιμενισμού και υποδομές και βεβαίως η διαμόρφωση – ανάπλαση της τεράστιας χερσαίας ζώνης και οφείλουν όλοι, δήμος Τριφυλίας, Περιφέρεια Πελοποννήσου, Λιμενικό Ταμείο Μεσσηνίας και κράτος – κυβέρνηση, να αντιληφθούν το αυτονόητο και, επίσης, να πράξουν το αυτονόητο ώστε το λιμάνι να λειτουργήσει ως σύγχρονη μαρίνα και αλιευτικό καταφύγιο και όχι για επιβλαβείς και επιζήμιες χρήσεις όπως φορτοεκφόρτωσης υγρών καυσίμων, αδρανών υλικών, γενικών φορτίων κ.α.
Του Ηλία Γιαννόπουλου