Ένοχος για 11 κατηγορίες κρίθηκε από το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Καλαμάτας ένας Ρομά. Όχι μόνο διαπληκτίσθηκε και χτύπησε με τσεκούρι έναν πολίτη, τον οποίο και λήστεψε, αλλά στη συνέχεια έσπασε τα κρατητήρια, έβρισε και χτύπησε αστυνομικούς.
Το δικαστήριο του είχε επιβάλει κάθειρξη 6 ετών και 7 μηνών και χρηματικό πρόστιμο 600 ευρώ. Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων τον έκρινε ένοχο για ληστεία, πρόκληση επικίνδυνης σωματικής βλάβης, οπλοφορία, οπλοχρησία, απλή σωματική βλάβη, εξύβριση, απειλή, διακεκριμένη φθορά, απλή φθορά, αντίσταση κατά της αρχής και διατάραξη λειτουργίας υπηρεσίας, ενώ του επέβαλε τελική ποινή καθείρξεως 6 χρόνια και 9 μήνες.
Με τσεκούρι
Όπως παρουσιάστηκε στην αίθουσα του Εφετείου, η ιστορία ξεκίνησε όταν στη Μεσσήνη ο κατηγορούμενος Ρομά, που επέβαινε σε αυτοκίνητο, κόντεψε να χτυπήσει μηχανάκι που οδηγούσε κάτοικος της περιοχής. Ο Ρομά κατέβηκε από το αυτοκίνητο, επιτέθηκε στον οδηγό της μηχανής και ήρθαν στα χέρια. Τότε πλησίασε το αυτοκίνητό του και πήρε ένα τσεκούρι, με το οποίο χτύπησε τον οδηγό από το μηχανάκι στο χέρι με την πίσω πλευρά. Ο μάρτυρας είπε ότι ο κατηγορούμενος φαινόταν σε άθλια κατάσταση, ενώ αφού τον χτύπησε πήρε ό,τι πράγματα είχε στο μηχανάκι του, μεταξύ αυτών δύο μπιτόνια με καύσιμα και τα γυαλιά ηλίου του, και έφυγε.
Οι αστυνομικοί που ειδοποιήθηκαν τον εντόπισαν σε μια καφετέρια στη Μεσσήνη και τον συνέλαβαν έπειτα από καταδίωξη, αφού προσπάθησε να διαφύγει. Τον οδήγησαν στα κρατητήρια της Αστυνομικής Διεύθυνσης Μεσσηνίας, όμως εκεί ξεκίνησε το δεύτερο μέρος της ιστορίας.
Τα έσπασε
Όπως κατέθεσαν πέντε μάρτυρες αστυνομικοί, εκεί ο κατηγορούμενος Ρομά άρχισε να σπάει ό,τι έβρισκε και να βρίζει. Ειδοποιήθηκαν δε αστυνομικοί της ΟΠΚΕ για να τον ηρεμήσουν. Αυτός, όμως, άρχισε να τους χτυπάει, να τους βρίζει και να εκτοξεύει απειλές κατά της ζωής τους. Μάλιστα, έσπρωξε έναν αστυνομικό και, όπως έπεσε, έκοψε τα δάχτυλά του και χρειάσθηκε να πάει στο νοσοκομείο για ράμματα. Οι αστυνομικοί περιέγραψαν ότι βρισκόταν σε έξαλλη κατάσταση και δεν έμπαινε με τίποτα στο κελί του.
Κατά την απολογία του ο κατηγορούμενος υποστήριξε ότι δε θυμάται τίποτα και προσπάθησε να δικαιολογηθεί λέγοντας ότι λίγες ημέρες πριν είχε πεθάνει η μητέρα του και έπινε πολύ. Δε θυμάται- όπως είπε- κανένα από τα δύο επεισόδια, σημείωσε πως όταν τελείωσε η υπόθεση, μια ημέρα που συνάντησε τους αστυνομικούς, τους ζήτησε συγγνώμη.
Συγγνώμη ζήτησε και από το δικαστήριο, ενώ μετά την έκδοση της απόφασης επέστρεψε στις φυλακές, όπου κρατείται για άλλη αιτία.
Της Βίκυς Βετουλάκη