Να ξαναβρούμε το νόημα των λέξεων


Το μεταναστευτικό/προσφυγικό είναι ένα μεγάλο παγκόσμιο πρόβλημα. Άρα χρειάζονται παγκόσμιες λύσεις στο πλαίσιο του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ). Ταυτόχρονα είναι και ευρωπαϊκό πρόβλημα. Άρα, χρειάζονται ευρωπαϊκές λύσεις, που θα κινούνται στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΟΗΕ. Αλλά είναι και ελληνικό πρόβλημα. Άρα, χρειάζονται και ελληνικές λύσεις, που θα κινούνται στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όμως, εμείς οι Έλληνες, 200 χρόνια από την εθνική απελευθέρωση, δεν κατορθώσαμε να φτιάξουμε ένα σύγχρονο και αποτελεσματικό κράτος. Επιπλέον, επειδή δεν μπορούμε να δούμε πέρα από τη μύτη μας, δεν προλαμβάνουμε τα προβλήματα (αυτό θα ήταν το καλύτερο και θα είχε μικρότερο κόστος), αλλά τρέχουμε εκ των υστέρων ασθμαίνοντας, χωρίς οργάνωση και πρόγραμμα να μπαλώσουμε την κατάσταση.
Και όλοι μας, δεξιοί, αριστεροί και λοιποί σκούζουμε, ρίχνοντας τις ευθύνες είτε στους κακούς ξένους (θεωρίες συνωμοσίας) είτε στους εκάστοτε κυβερνώντες. Και εμείς που σκούζουμε δεν έχουμε καμιά ευθύνη για τα συμβαίνοντα. Ούτε γι’ αυτούς που εκλέγουμε να μας κυβερνήσουν ούτε για τα πεζοδρόμια που ξηλώνουμε, αντιδρώντας σε κάθε μέτρο που θίγει τα μικροσυμφέροντά μας.
Η ίδια διαχρονική ανευθυνότητα μας χαρακτηρίζει και στο μείζον πρόβλημα του μεταναστευτικού/προσφυγικού. Έτσι, αντί να μιλούμε με βάση την πραγματικότητα, τα πραγματικά στοιχεία, σκούζουμε εκφέροντας τις ιδεολογικές μας ή ιδεοληπτικές μας θέσεις. Έτσι, ανεξάρτητα από τα πραγματικά στοιχεία, πολλοί χαρακτηρίζουν το πρόβλημα «μεταναστευτικό» ή «προσφυγικό». Και ο χαρακτηρισμός του προβλήματος έχει σημασία, γιατί άλλοι κανόνες του διεθνούς δικαίου ισχύουν για τους μετανάστες και άλλοι για τους πρόσφυγες.
Το υπουργείο μάς λέει, αν δεν κάνω λάθος, ότι επτά στους δέκα που έρχονται στην Ελλάδα, είτε μέσω θάλασσας είτε μέσω ξηράς, είναι οικονομικοί μετανάστες, κυρίως από την Ασία και την Αφρική. Επομένως, το πρόβλημα είναι συγχρόνως «μεταναστευτικό και προσφυγικό», αλλά προεχόντως μεταναστευτικό, αφού οι επτά στους δέκα είναι οικονομικοί μετανάστες.
Kι όμως, κάποιοι ιδεοληπτικοί και φανατικοί (δε γίνεται λόγος γι’ αυτούς που δε γνωρίζουν) χαρακτηρίζουν το πρόβλημα είτε μεταναστευτικό είτε προσφυγικό. Γιατί έτσι θέλουν να είναι και όχι γιατί έτσι είναι. Με άλλα λόγια, θέλουν να προσαρμόσουν την πραγματικότητα στην ιδεοληψία τους και όχι να προσαρμοστούν αυτοί στην πραγματικότητα.
Δηλαδή, οι ιδεοληπτικοί και οι φανατικοί διαστρεβλώνουν το νόημα των λέξεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, σχετιζόμενο με τα παραπάνω, αποτελεί η λέξη «λαθρομετανάστης». Η λέξη υπάρχει στο ελληνικό λεξιλόγιο και χρησιμοποιείται γι’ αυτούς που λάθρα, δηλαδή παράνομα, προβαίνουν σε μια ενέργεια. Έτσι, γίνεται λόγος για λαθρο-κυνηγό, για λαθρ-έμπορο, για λαθρ-επιβάτη, για λαθρ-αναγνώστη κ.τ.λ. Η λέξη «λάθρα» χαρακτηρίζει την ενέργεια και όχι τον άνθρωπο.
Ασφαλώς, όλοι οι άνθρωποι της γης έχουν την ίδια αξία και χρειάζονται την ίδια προστασία. Και οι έχοντες αγαθά και ασφάλεια οφείλουν να βοηθήσουν αυτούς που δεν τα έχουν. Αυτό επιτάσσει η ανθρώπινη αλληλεγγύη. Όμως, όπως αναφέρθηκε, το μεταναστευτικό/προσφυγικό είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα και δεν μπορεί να το λύσει η Ελλάδα. Αυτό που μπορεί είναι να φέρεται ανθρώπινα σε όλους τους μετανάστες και πρόσφυγες.
Με την ίδια λογική της διαστρέβλωσης κάποιοι βάφτιζαν τις αυξήσεις μισθών ως άγρια λιτότητα, την αριστερή δημαγωγία ως προοδευτική πολιτική, την κομματικοποίηση ως αξιοκρατία κ.τ.λ.
Αυτοί που διαστρεβλώνουν το νόημα των λέξεων επιδιώκουν να επιβάλλουν την ιδεολογία τους στους άλλους. Γι’ αυτό, όταν η πραγματικότητα είναι αντίθετη, δε φροντίζουν να προσαρμόσουν την ιδεολογία τους στην πραγματικότητα, αλλά επιδιώκουν να προσαρμόσουν την πραγματικότητα στην ιδεολογία τους.
Βέβαια, υπάρχει και άλλη κατηγορία ανθρώπων που διαστρεβλώνει το νόημα των λέξεων. Είναι αυτοί, που το κάνουν για να υπηρετήσουν τα διάφορα μικροσυμφέροντά τους.
Πάντως, σε κάθε περίπτωση, η διαστρέβλωση του νοήματος των λέξεων δημιουργεί πρόβλημα επικοινωνίας (δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε) είτε στις προσωπικές και κοινωνικές μας σχέσεις, είτε ως κοινωνία.
Χρειάζεται, λοιπόν, να ξαναβρούμε το πραγματικό νόημα των λέξεων και να συμφωνήσουμε σε αυτό το νόημα. Να συμφωνήσουμε ότι η «αλήθεια» είναι αλήθεια και το «ψέμα» είναι ψέμα. Να συμφωνήσουμε ότι η «αξιοκρατία» είναι αξιοκρατία και οι «πελατειακές σχέσεις» είναι πελατειακές σχέσεις κ.τ.λ.
Η ελληνική γλώσσα με το πλούσιο λεξιλόγιό της μας βοηθάει να ορίσουμε με θαυμαστή ακρίβεια το νόημα των λέξεων. Αρκεί να το θέλουμε. Γι’ αυτό το κύριο ερώτημα είναι αν το θέλουμε.
 
Παύλος Μάραντος 
marantosp@gmail.com