Ο σεισμολόγος Γεράσιμος Παπαδόπουλος αναλύει τη έντονη σεισμική δραστηριότητα των τελευταίων ημερών.
Η αρχή έγινε με το σεισμό των 6,1 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ στις 27 Νοεμβρίου, μία μόλις ημέρα μετά το φονικό σεισμό στην Αλβανία, μεγέθους 6,4 βαθμών. «Τότε εκτίμησα δημοσίως ότι η αθροιστική επίδραση των δύο σεισμών ίσως αποσταθεροποιήσει το σύστημα ρηγμάτων στην περιοχή μας», σημειώνει ο σεισμολόγος και επιστημονικός συνεργάτης της ΕΕ και της UNESCO.
Όπως επισημαίνει με άρθρο του στην εφημερίδα «Νέα» ο δρ. Παπαδόπουλος, μερικές ημέρες αργότερα εξελίχθηκε σεισμική δραστηριότητα στα νοτιοδυτικά της Κρήτης, με περίπου 100 σεισμούς μεγέθους από 2 έως 4,5 βαθμών της Κλίμακας Ρίχτερ.
Το βράδυ της περασμένης Τρίτης «η δράση μετατοπίστηκε στα ανατολικά της Κρήτης με μέτριο μέγεθος 5,3 και με επίσης σημαντικό εστιακό βάθος». Λίγες ώρες αργότερα έγινε κι άλλος σεισμός βάθους περίπου 140 χιλιομέτρων και μεγέθους 4,1 Ρίχτερ στο θαλάσσιο χώρο της Κέας.
Στις 5.00 τα ξημερώματα σήμερα (σ.σ. χθες) ένας ακόμα σεισμός 4,7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ σημειώθηκε ανατολικά της Κρήτης. «Η γένεση σειράς σεισμών βάθους στην ευρύτερη περιοχή της Κρήτης και του ΝΔ Αιγαίου μάλλον δεν είναι τυχαία», εκτιμά τώρα ο καθηγητής.
Σύμφωνα με τον Γεράσιμο Παπαδόπουλο, «δεν υπάρχει αμφιβολία» ότι με το σεισμό στις 27 Νοεμβρίου, μεγέθους 6,1 Ρίχτερ, η αφρικανική λιθοσφαιρική πλάκα προέλασε από τη Μεσόγειο προς τα βορειοανατολικά και προχώρησε κατά μερικά εκατοστά κάτω από την περιοχή της Δυτικής Κρήτης- Αντικυθήρων.
«Είναι αρκετά πιθανό ότι αυτή η μετακίνηση αύξησε την πίεση κατά μήκος του ελληνικού σεισμικού τόξου. Η πίεση αυτή προκαλεί τη σεισμική δράση που παρατηρείται μετά τον ισχυρό σεισμό στις 27 Νοεμβρίου».
Όπως σχολιάζει ο ίδιος, «τους σεισμούς δεν πρέπει να τους βλέπουμε ως στατικά φαινόμενα αλλά με τη ματιά που η δυναμική των ίδιων των φαινομένων επιβάλλει. Θα ήταν ίσως επιπόλαιο να υποθέσουμε ότι η παρούσα φάση της σεισμικής έξαρσης έληξε. Το ενδεχόμενο και άλλων σεισμών, έστω και μετρίου μεγέθους, είναι ανοιχτό. Συνεπώς από την επιστημονική κοινότητα απαιτείται πολύ προσεκτική παρακολούθηση και αξιολόγηση της εξελισσόμενης σεισμικής δράσης».
Το σεισμικό τόξο ξεκινά από τα νησιά του Ιονίου, περνά από τη νοτιοδυτική Πελοπόννησο, διέρχεται νότια της Κρήτης, της Κάσου, της Καρπάθου και της Ρόδου και καταλήγει στη νοτιοδυτική Τουρκία.
Η τιτάνια σύγκρουση αυτών των δύο πλακών ευθύνεται για σεισμούς ακόμη και μεγαλύτερους των 7 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ.
Καταλήγοντας, ο κ. Παπαδόπουλος συνιστά να αποφεύγονται οι κινδυνολογίες και να μη «θυσιάζεται» η επιστημονική ακρίβεια.