Μικρός ο αριθμός σε σχέση με άλλες περιοχές, αλλά μεγάλη η προσέλευση για διεκπεραίωση της διαδικασίας
Η Χρυσή Βίζα, δεν έχει τονώσει ακόμα τη Μεσσηνία, όσο θα ήθελε
Μπορεί ακόμα η Μεσσηνία να μην κατατάσσεται στις πρώτες θέσεις της λίστας για την απόκτηση ακινήτων που θα οδηγήσουν πολίτες τρίτων χωρών, να αποκτήσουν την πολυπόθητη «χρυσή βίζα», ωστόσο στην αρμόδια υπηρεσία του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής στη Μεσσηνία, παρατηρείται τον τελευταίο καιρό συνωστισμός αλλοδαπών επενδυτών από άλλες περιοχές της Ελλάδας και κυρίως της Αθήνας.
Ωστόσο και η Μεσσηνία, αρχίζει να αποκτά το δικό της ρεύμα σε αυτό τον τομέα, αφού σύμφωνα με τα στοιχεία που τηρούνται, μέχρι τέλος Νοεμβρίου για το νομό μας είχαν ενεργοποιηθεί 10 χρυσές βίζες.
Η χρυσή βίζα είναι το δικαίωμα που δίνεται σε πολίτες από τρίτες χώρες να προχωρήσουν στην απόκτηση ακινήτων αξίας άνω των 250.000 ευρώ, προκειμένου να αποκτήσουν άδεια διαμονής στην Ελλάδα και ελεύθερη πρόσβαση σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ουσιαστικά, η χρυσή βίζα είναι ένα προνόμιο διαμονής και όχι υποχρέωση διαμονής του ξένου αγοραστή.
Παρότι η χρυσή βίζα χορηγούνταν αρχικά για πέντε έτη, πλέον η νομοθεσία προβλέπει ότι διατηρεί την ισχύ της όσο ο δικαιούχος κατέχει το ακίνητο. Μετά από μερικά χρόνια, μάλιστα, ο ιδιοκτήτης λαμβάνει αυτόματα την υπηκοότητα για τον ίδιο και την οικογένειά του, γεγονός που του εξασφαλίζει το «ευρωπαϊκό» διαβατήριο –ένα δέλεαρ που συγκινεί ιδιαίτερα τους Κινέζους.
Η χρυσή βίζα στη Μεσσηνία
Και στη Μεσσηνία, το ενδιαφέρον από Κινέζους είναι μεγαλύτερο των υπολοίπων. Οι Κινέζοι αγοραστές ακινήτων πρωτοστατούν μεταξύ των επενδυτών ακινήτων στο πλαίσιο του προγράμματος χορήγησης αδειών παραμονής. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον ωστόσο δείχνουν Ρώσοι, Τούρκοι, Άραβες, Λιβανέζοι και Αιγύπτιοι.
Οι πρώτες άδειες διαμονής μόνιμου επενδυτή που δόθηκαν στη Μεσσηνία, ήταν σε Ουκρανική οικογένεια, ενώ το 2014 δόθηκε χρυσή βίζα σε υπήκοο Χονγκ Κογκ.
Το 2015 χορηγήθηκαν άδειες διαμονής μόνιμου επενδυτή σε έναν υπήκοο Κίνας, έναν υπήκοο Ρωσίας και μέλη Ουκρανικής οικογένειας.
Το 2016 και το 2017 χρυσή βίζα απέκτησαν υπήκοος Αμερικής, υπήκοος Κίνας, υπήκοος Νότιας Αφρικής, υπήκοος Χονγκ Κογκ, υπήκοος Ρωσίας και μέλη Ουκρανικής οικογένειας.
Το 2018 και το 2019, μέχρι τον Οκτώβριο, χρυσή βίζα απέκτησαν μία γυναίκα από την Κίνα, ένας άντρας από το Λίβανο, μία γυναίκα από την Αμερική, ένας άντρας από τη Νότιο Αφρική, ένας άντρας από την Κίνα, άλλος ένας άντρας από το Χονγκ Κογκ, ένας άντρας από την Αμερική, ένας άντρας από την Ουκρανία και άλλος ένας από τη Ρωσία.
Μέσα στο Νοέμβριο φέτος για τη Μεσσηνία καταγράφηκαν άλλες 4 χρυσές βίζες. Τριών γυναικών από την Κίνα, ηλικίας οι δύο από 30-39 ετών και η τρίτη 40-49 ετών και μιας γυναίκας από την Αμερική, ηλικίας 40-49 ετών.
Μπλόκαρε η Αθήνα
Ωστόσο, τον τελευταίο καιρό έχει παρατηρηθεί το φαινόμενο δικηγόροι «αγκαζέ» με τους επενδυτές και τις δίγραμμες επιταγές των 250.000 ευρώ, από άλλες περιοχές της Ελλάδας και κυρίως της Αθήνας, να καταφτάνουν στη Μεσσηνία και στην αρμόδια υπηρεσία, προκειμένου να διεκπεραιώσουν τη διαδικασία για την απόκτηση της χρυσής βίζας.
Οι αρμόδιες υπηρεσίες της Αθήνας, έχουν μπλοκάρει από τα αιτήματα για τη συγκεκριμένη διαδικασία, με αποτέλεσμα, σε ορισμένες περιπτώσεις, το ανάλογο ραντεβού να κλείνεται 2-3 χρόνια μετά.
Έτσι, έχουν αρχίσει και επιλέγονται οι περιφερειακές υπηρεσίες, ώστε να αποκτούν πιο γρήγορα τη συγκεκριμένη άδεια διαμονής. Στη Μεσσηνία, σύμφωνα με πληροφορίες, η αναμονή αυτή δεν ξεπερνάει τους 2 με 3 μήνες.
Πάντως, το υπουργείο Ανάπτυξης σχεδιάζει αλλαγές σε ότι αφορά το ελάχιστο ποσό που απαιτείται για την απόκτηση «χρυσής βίζας» από αλλοδαπούς, σε μια προσπάθεια να επεκταθεί η τόνωση της εγχώριας αγοράς ακινήτων σε ευρύτερες γεωγραφικές περιοχές της χώρας.
Το σχέδιο που δρομολογεί ο υπουργός Ανάπτυξης είναι να μην υπάρχει ένα σταθερό ποσό που να υποχρεώνονται να επενδύσουν σε ακίνητα, όσοι αλλοδαποί επιθυμούν να αποκτήσουν την ελληνική «χρυσή βίζα», αλλά αυτό να διαφοροποιείται ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή που θα βρίσκεται το ακίνητο.
Είναι πιθανόν, το ελάχιστο αυτό ποσό να αυξηθεί σε περιοχές υψηλής ζήτησης ακινήτων και ενδεχομένως να μειωθεί σε άλλες, όπου μέχρι σήμερα η τοπική αγορά ακινήτων δεν έχει ανακάμψει.
Της Βίκυς Βετουλάκη