Αντίθετες στο Σύνταγμα, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και τον Ευρωπαϊκό Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας χαρακτηρίζει με γνωμοδότησή του, που δημοσιεύει η aftodioikisi.gr, ο συνταγματολόγος Γιώργος Σωτηρέλης σειρά ρυθμίσεων του Νόμου 4623/2019.
Πρόκειται για ρυθμίσεις με τις οποίες η παρούσα κυβέρνηση, λίγο πριν από την ανάληψη των καθηκόντων των νέων αυτοδιοικητικών Αρχών την 1η Σεπτεμβρίου 2019, κατήργησε βασικές προβλέψεις του ν. 4555/2018 («Κλεισθένης Ι»), με βάση τις οποίες διεξήχθησαν οι αυτοδιοικητικές εκλογές και εξελέγησαν τα νέα Περιφερειακά και Δημοτικά Συμβούλια.
«Τα βασικά σημεία στα οποία επικεντρώθηκαν αυτές οι αιφνιδιαστικές νομοθετικές παρεμβάσεις ήταν, πρώτον, η μονομερής αναρρύθμιση των μετεκλογικών συμπράξεων, με επίκεντρο την υποχρεωτική συμμετοχή της παράταξης του νικητή των εκλογών και τις υπέρμετρες δεσμεύσεις των συμμετεχόντων σε αυτές, δεύτερον η μερική υποκατάσταση του Δημοτικού ή του Περιφερειακού Συμβουλίου από έμμεσα συλλογικά όργανα με επιτηδευμένη ανασύνθεση και πρόσθετες αρμοδιότητες, τρίτον ο μονοπαραταξιακός έλεγχος των νομικών προσώπων και, τέταρτον, η κατάργηση της έμμεσης ανάδειξης του προέδρου σε Συμβούλια Κοινότητας με μόνιμο πληθυσμό μεγαλύτερο των τριακοσίων (300) κατοίκων», αναφέρει ο κ. Σωτηρέλης.
Και προσθέτει: «Η επί της ουσίας κριτική στο σύστημα που εγκαθίδρυσε ο νόμος αυτός ήταν βέβαια απολύτως θεμιτή. Κατά την προσωπική μου δε άποψη ήταν και εν πολλοίς βάσιμη, ιδίως σε ό,τι αφορά την αφελή και μάλλον ανεδαφική εμπιστοσύνη που δείχνει στην προοπτική ευρύτερων συνθέσεων και συγκλίσεων των αυτοδιοικητικών παρατάξεων, με παράλληλη αγνόηση μιας σημαντικότατης παραμέτρου: της συναλλαγής και της τοπικής διαπλοκής. Ωστόσο, όλα αυτά εντάσσονται στο πεδίο μιας ευρύτερης πολιτικής προσέγγισης του θέματος και δε νοείται να αποτελούν κριτήριο για τη νομική αποτίμηση των ως άνω νομοθετικών παρεμβάσεων της σημερινής κυβέρνησης. Και τούτο, διότι, όποια και αν είναι η πολιτική αιτιολόγησή τους, είναι φανερό ότι οι παρεμβάσεις αυτές προσκρούουν, ως εκ του χρόνου και του τρόπου της εκδήλωσής τους, σε θεμελιώδεις αρχές, οι οποίες κατοχυρώνονται τόσο στο Σύνταγμα όσο και στις υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Ευρωπαϊκού Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας».
Σύμφωνα με τον γνωστό συνταγματολόγο: «Πράγματι, με βάση την ισχύουσα έννομη τάξη, όπως αυτή εξειδικεύεται με σαφήνεια και πληρότητα από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, δε νοείται μια αιφνιδιαστική εκ των υστέρων ανατροπή των όρων πολιτικής αντιπροσώπευσης –πολλώ δε μάλλον λίγες ημέρες πριν από την εγκατάσταση των αυτοδιοικητικών αρχών–, διότι αυτό συνιστά προφανή παραβίαση της ελεύθερης και ανόθευτης εκδήλωσης της λαϊκής βούλησης, την οποία επιτάσσουν, με παρεμφερείς διατάξεις, το άρθρο 52 του Συντάγματος και το άρθρο 3 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
Επιπλέον δε, όταν οι εν λόγω παρεμβάσεις αλλάζουν τόσο απροκάλυπτα, όπως εν προκειμένω τα δεδομένα που είχαν υπ’ όψιν τους οι εκλογείς και οι εκλεγέντες, τότε προσβάλλεται συνακόλουθα, εκτός από τη θεμελιώδη αρχή της ελευθερίας των εκλογών, και η αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, για όλους τους ασκούντες τα πολιτικά τους δικαιώματα (εκλέγειν και εκλέγεσθαι) στις συγκεκριμένες εκλογές.
Και καταλήγει: «Η αντίθεση δε αυτή καθίσταται ακόμη εντονότερη, αν αναλογισθεί κανείς ότι οι συγκεκριμένες νομοθετικές παρεμβάσεις της κυβέρνησης σηματοδοτούν, εν τέλει, μια συνολική ανατροπή, που βάλλει ευθέως κατά του σκληρού πυρήνα της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, όπως την ορίζει ο Ευρωπαϊκός Χάρτης Τοπικής Αυτονομίας (που είναι επίσης υπερνομοθετικής ισχύος).
Πράγματι αυτό που αποτελεί, σύμφωνα με το Χάρτη, την πεμπτουσία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης είναι η αρχή σύμφωνα με την οποία «το δικαίωμα των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης να διαχειρίζονται τις τοπικές υποθέσεις ασκείται από συμβούλια ή συνελεύσεις που αποτελούνται από μέλη εκλεγόμενα με ελεύθερη, μυστική, ίση, άμεση και καθολική ψηφοφορία και που μπορούν να έχουν υπεύθυνα ενώπιόν τους εκτελεστικά όργανα».
Όταν, λοιπόν, όλες οι κινήσεις που έγιναν αποβλέπουν, άμεσα ή έμμεσα, στο να αναδείξουν τον προέχοντα ρόλο των δημάρχων και των περιφερειαρχών έναντι των Συμβουλίων –και μάλιστα ανεξαρτήτως της πραγματικής επιρροής των παρατάξεών τους– και όταν αυτό συνοδεύεται από θεσμικές επιλογές που αποδυναμώνουν πολλαπλώς αυτά τα Συμβούλια, είτε ευθέως είτε με αθέμιτες υποκαταστάσεις, τότε δεν πρόκειται απλώς για υφαρπαγή αρμοδιοτήτων. Πρόκειται για νομικά διάτρητες νομοθετικές παρεμβάσεις, που στοιχειοθετούν γενικότερα μεν μια αντιδημοκρατική στρέβλωση και υποβάθμιση του θεσμού, ειδικότερα δε μια εμφανή παρεκτροπή από το ευρωπαϊκό αυτοδιοικητικό κεκτημένο».
Υπενθυμίζεται ότι, όπως έχει αποκαλύψει η aftodioikisi.gr, αιρετοί που πρόσκεινται, κυρίως, στο ΚΙΝΑΛ, αλλά και στον ΣΥΡΙΖΑ, ετοιμάζονται για δικαστικές προσφυγές κατά εκτελεστικών αποφάσεων Δήμων που θα βασίζονται σε διατάξεις του νόμου 4623/2019, τόσο σε κατά τόπους Πρωτοδικεία όσο και στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Πρόκειται, κυρίως, για επικεφαλής της μείζονος αντιπολίτευσης, ορισμένοι, μάλιστα, εκ των οποίων εξελέγησαν στην πρώτη θέση στον α΄ γύρο των δημοτικών εκλογών της 26ης Μαΐου και στη συνέχεια ηττήθηκαν στον β΄.