ΠΥΡΚΑΓΙΑ
* Το 1861, μια μεγάλη πυρκαγιά συνέβη στον τόπο μας.
Είναι γνωστό ότι, ανέκαθεν η φωτιά υπήρξε ένας καλός φίλος του ανθρώπου που τον εξυπηρετεί σε όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Όμως, αλίμονο όταν ξεφύγει από τον έλεγχό του.
Έτσι, στις 26 Οκτωβρίου του 1861, στις 4.00 τα ξημερώματα, ξέσπασε μια μεγάλη πυρκαγιά πλησίον των Αγια-ποστόλων, στην αγορά.
Έκαψε 25 καταστήματα και άλλα τόσα έπαθαν ζημιές στα κτήρια και τα εμπορεύματα.
Δυστυχώς, τα καταστήματα τα χρόνια εκείνα ήταν φτιαγμένα από ξύλα και καλάμια, που αποτελούσαν εύφλεκτο υλικό.
Η φωτιά ξεκίνησε από το κατάστημα ενός Ανδρέα Μπουρμπουχάκη, του οποίου καταστράφηκε το μαγαζί μαζί με τα εμπορεύματα, όπως επίσης καταστράφηκε ο ιδιοκτήτης και παντοπώλης Μιχάλης Φάβας, του οποίου κάηκαν τέσσερα μαγαζιά με όλα τους τα εμπορεύματα. Σημειωτέον ότι, σ’ ένα από αυτά, έμενε η οικογένειά του.
Για να σβήσει η φωτιά, η οποία κράτησε 3 ημερόνυχτα, χρειάστηκε να στρέψουν το ρεύμα του ποταμού Νέδοντα και να φέρουν τα νερά του στον τόπο της φωτιάς.
Οι φλόγες της φωτιάς φαίνονταν από πολλά μέρη του Νομού.
Χρειάστηκε να μεταφερθούν και να χρησιμοποιηθούν η υδραντλία του Δήμου, που είχε αγοραστεί πρόσφατα από τη Γαλλία, καθώς και η υδραντλία του εργοστασίου μεταξοβιομηχανίας «Φελς και Σίας». Να σημειώσουμε ότι οι υδραντλίες τότε ήταν χειροκίνητες!
Μεγάλη υπήρξε η βοήθεια του προσωπικού του εργοστασίου «Φελς», καθώς και η συνεχής παρουσία εκεί του τότε Μητροπολίτη Προκόπιου Γεωργιάδη.
Μεγάλη βοήθεια ακόμη πρόσφεραν στην κατάσβεση: ο γραμματέας της Νομαρχίας Κ. Παμπλούκης, ο μοίραρχος Κ. Παβασκώλ, ο πλοίαρχος Γεώργιος Στεμιτζιώτης από τις Σπέτσες, ο δημαρχών μαζί με τον αστυνόμο, ο ανθυπομοίραρχος Κ. Δόντης μαζί με στρατιώτες εθελοντές, ο φρούραρχος και οι ενωμοτάρχες με τους χωροφύλακες και πολλοί πολίτες των οποίων τα ονόματα παρέμειναν άγνωστα.
Οι ζημιές τότε υπολογίστηκαν στο ιλιγγιώδες ποσόν των 500.000 δραχμών.
Η πυρκαγιά της Καλαμάτας απασχόλησε και τη Βουλή των Ελλήνων.
Ο βουλευτής και συγχρόνως δήμαρχος της Καλαμάτας Θ.Ι. Κυριακός, ζήτησε ν’ αποζημιωθούν οι πληγέντες, γιατί επηρεάζει ολόκληρη την οικονομία της Καλαματιανής κοινωνίας.
Τελικά η Βουλή ενέκρινε το ποσόν των 300.000 δραχμών, καθώς και την προμήθεια μιας ακόμη υδραντλίας και την αποστολή πέντε μονίμων ειδικευμένων πυροσβεστών.
MONOMAXIA
*Το 1910, έγινε μια μονομαχία στην πόλη μας.
Μέχρι τον 18ο αιώνα, οι διαφορές μεταξύ των ανθρώπων λύνονταν με αιματηρό τρόπο.
Γίνονταν μονομαχίες με σπαθιά ή με πιστόλια, παρουσία μαρτύρων και γιατρών και ήταν θέμα τύχης ποιος θα επιζούσε από τους δύο.
Ιστορική έμεινε το 1904 η μονομαχία με πιστόλια μεταξύ δύο βουλευτών. Ο Κοκός Χατζηπέτρος πρόσβαλε λεκτικά την οικογένεια του Στάη. Το θύμα υπήρξε ο Χατζηπέτρος, ο οποίος ήταν μύωψ.
Μία παρόμοια λοιπόν μονομαχία έγινε και στην πόλη μας με πιστόλια.
Ο Παν. Τσιμπιδάρος και ο Λυκούργος Φλέσσας, λόγω πολιτικής αντιπαράθεσης, σε σημείο εξύβρισης.
Ορίστηκε το σημείο της μονομαχίας στο Σύνταγμα, κοντά στο παρεκκλήσι του Αγίου Κωνσταντίνου, που τότε ήταν ερημική τοποθεσία.
Τους αντίδικους εκπροσωπούσαν οι μάρτυρες: Ευστάθιος Λιναρδόπουλος, Δημ. Πληβούρης, Παν. Σπηλιώτης και Ηλίας Λιναρδόπουλος.
Σχηματίστηκε το σχετικό πρωτόκολλο από τους μάρτυρες, με τους όρους της μονομαχίας, το είδος των στρατιωτικών όπλων, πόσες οι βολές και άλλες λεπτομέρειες.
Ο Πληβούρης, ως μεγαλύτερος, ορίστηκε να διευθύνει τη μονομαχία και να δώσει το παράγγελμα.
Οι δύο αντίπαλοι πήραν θέσεις, καθώς και η απόσταση μεταξύ των αντιπάλων.
Η ώρα ήταν 12.30 όταν ο Πληβούρης άρχισε να μετρά… ένα… δύο… τρία… πυρ.
Οι αντίπαλοι αστόχησαν και οι μάρτυρες ξαναγέμισαν τα όπλα.
Ακολούθησε και πάλι το μέτρημα… πυρ… αλλά αστόχησαν και πάλι.
Τότε η ευγένεια της ελληνικής ψυχής κυριάρχησε και οι δύο αντίπαλοι αγκαλιάστηκαν και η μονομαχία έληξε αναίμακτη.
Για την ιστορική έρευνα
Βασίλης Ι. Μανιάτης