«Ουσιαστικά αδυνατούμε να πουλήσουμε λάδι και βρώσιμη ελιά ως χώρα. Αυτό οφείλεται στις χρόνιες παθογένειες του ελαιοκομικού κλάδου, στην έλλειψη εθνικής στρατηγικής και έλλειψη συνεταιρισμών, σε σύγκριση με τις ανταγωνίστριες χώρες»
Φέτος, η παραγωγή του εξαιρετικού λαδιού μας είναι πολύ καλή σε ποιότητα και ποσότητα. Οι παραγωγοί πωλούν σε τιμές που δε καλύπτουν καν τα έξοδα παραγωγής, δημιουργώντας συνθήκες ασφυξίας στους παραγωγούς και τις τοπικές οικονομίες. Η Ελλάδα, είναι η τρίτη χώρα παραγωγής ελαιόλαδου στην ΕΕ μετά την Ισπανία και Ιταλία, για το εξαιρετικής ποιότητας ελαιόλαδο. Όμως, τα εξαγόμενα συσκευασμένα ελαιόλαδα καλύπτουν μόλις το 10% της παραγωγής, ενώ συνολικά μόλις το 30% φτάνει στο στάδιο της τυποποίησης. Το υπόλοιπο 70% πωλείται σε χύμα μορφή, κυρίως σε ιταλικές βιομηχανίες για να χρησιμοποιηθεί σε προσμίξεις διαφόρων τύπων ελαιόλαδου και πωλείται σαν ιταλικό!
Ουσιαστικά αδυνατούμε να πουλήσουμε λάδι και βρώσιμη ελιά από μόνοι μας. Αυτό οφείλεται στις χρόνιες παθογένειες του ελαιοκομικού κλάδου, στην έλλειψη εθνικής στρατηγικής και έλλειψη συνεταιρισμών, σε σύγκριση με τις ανταγωνίστριες χώρες.
Το διεθνές τοπίο αλλάζει ραγδαία και οι αλλαγές αυτές φαίνεται να είναι δομικές και βαθιές. Επομένως, ο διαφαινόμενος κίνδυνος είναι η καθήλωση των τιμών να μονιμοποιηθεί, που για τη χώρα μας είναι πολύ σοβαρός. Ο τόπος μας είναι άρρηκτα δεμένος με την ελιά, και η διατήρηση της ζωής στην ύπαιθρο και η κοινωνική συνοχή εξαρτώνται, σε μεγάλο βαθμό, από τη καλλιέργεια της.
Η αδράνεια, η αγνόηση των μηχανισμών διαμόρφωσης της αγοράς, και η ομολογία αδυναμίας την πολιτικής, οδηγούν σε εκτίναξη του προβλήματος χωρίς να δίνουν προοπτική, γεγονός που αυξάνει τη δυσαρέσκεια του παραγωγικού κόσμου. Επιπλέον, η κλιματική αλλαγή φέρνει προβλήματα παραγωγικότητας αλλά και άλλα (δάκος και γλοιοσπόριο), καινοφανή προβλήματα φυτοπροστασίας που έχουν επίπτωση στη ποιότητα και ποσότητα. Από την άλλη, η αλλαγή των κλιματικών συνθηκών, καθιστά νέες περιοχές του πλανήτη δεκτικές να αναπτύξουν την ελαιοκαλλιέργεια. Χρειάζεται λοιπόν, μια ολιστική προσέγγιση.
Οι αιτίες του προβλήματος
1. Ελάχιστα Κοινή Αγροτική Πολιτική: Στη δεκαετία 1960 είχαν καθιερωθεί μέτρα ενίσχυσης αγροτών και παραγωγής, όπως ελάχιστες εγγυημένες τιμές, δασμοί διαφορετικού ύψους στο πλαίσιο της κοινοτικής προτίμησης, επιδοτήσεις στις εξαγωγές και ποσοστώσεις στην παραγωγή. Σταδιακά όμως καταργήθηκαν μετά την ένταξη το 1995 της Ε.Ε. στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (ΠΟΕ). Αποτέλεσμα είναι ότι τα τελευταία 40 χρόνια, οι τιμές παραγωγού μειώθηκαν 50%, τη στιγμή που οι τιμές των τροφίμων στους καταναλωτές σημείωσαν μια μικρή πτώση 7% .
2. Υψηλά αποθέματα: Ισπανία, ως ο μεγαλύτερος παραγωγός παγκοσμίως,: έχει 755.000 και για φέτος εκτιμάται, προς 1.000.000 τόνους, δημιουργούν μία μεγάλη προσφορά, κατεβάζοντας σε χαμηλότατα επίπεδα τις τιμές. Παράδειγμα, η μεγάλη παραγωγή της Ισπανίας πέρυσι άλλαξε διεθνώς τη σχέση προσφοράς-ζήτησης, με συνέπεια οι περυσινές τιμές παραγωγού στην Ελλάδα δεν ανέβηκαν, παρά τη μικρή παραγωγή. Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να προστεθούν οι δασμοί που επέβαλαν οι ΗΠΑ στην Ισπανία, που θεωρήθηκε ευλογία για τους έλληνες παραγωγούς, μετατράπηκε σε κατάρα, λόγω των ισπανικών αποθεμάτων, ενώ εμείς αδυνατούμε να εξάγουμε.
3. Δυναμική είσοδος νέων μεγάλων παραγωγών: Πορτογαλία, Τυνήσια, Τουρκία, Συρία, Μαρόκο έχουν ήδη εισέλθει στον διεθνή ανταγωνισμό. Ταυτόχρονα, κράτη, όπως η Αίγυπτος, έχουν χαράξει μεσοπρόθεσμη στρατηγική για δυναμική είσοδο της.
4. Βιομηχανικά καρτέλ: Η μικρή πτώση της φετινής παγκόσμιας παραγωγής, (περίπου 3,1 εκατ. τόνοι), αντί να οδηγήσει στην αύξηση της τιμής παγκοσμίως, επέφερε μείωση, ακόμη και στην Ιταλία (2,8-3,00 €). Από παραγωγούς της Κρήτης καταγγέλλεται ότι ισπανικό και τυνησιακό ελαιόλαδο βαφτίζεται ελληνικό και εξάγεται στις ΗΠΑ ως ελληνικό. Έτσι μένει στα αζήτητα το δικό μας ή παίρνουν μόνο όσο χρειάζονται για το τιμολόγιο, παρουσιάζοντας το ως ελληνικό.
5. Υψηλό κόστος παραγωγής, είναι υψηλότατο σε σχέση με τις ανταγωνίστριες χώρες. Επιπλέον, η μικρή καθετοποίηση, απουσία εκστρατείας προώθησης, έλλειψη μεταποιητικών μονάδων και το υψηλό ποσοστό διακίνησης χύμα ελαιόλαδου. Η τεράστια έλλειψη συνεργατικών σχημάτων, αλλά και όσα υπάρχουν, δυσκολεύονται να προχωρήσουν σε επενδύσεις τυποποίησης.
Προτάσεις προς Πολιτεία και καλλιεργητές
Α. Στήριξη της Πολιτείας
1. Συνδρομή των Επιτροπών Ανταγωνισμού: Το υπουργείο να ζητήσει από τις Επιτροπές Ελλάδας και ΕΕ διερεύνηση για εναρμονισμένες πρακτικές σε ευρωπαϊκό και σε εθνικό επίπεδο.
2. Εντατικοί εργαστηριακοί έλεγχοι προκειμένου να αποκαλυφθούν περιπτώσεις «ελληνοποίησης» και των προσμίξεων με ξένα και της προώθησής του ως ελληνικό.
3. Φορείς προώθησης των ελληνικών συμφερόντων, ενεργοποίηση τους στο εξωτερικό (Γραφεία Οικονομικών-Εμπορικών Υποθέσεων (O.E.Y.), Enterprise Greece, Επιμελητήρια) για την ενίσχυση της αναγνωρισιμότητας, και η ανεύρεση νέων αγορών και προς τις αναδυόμενες οικονομίες.
4. Ενίσχυση επιχειρήσεων, μέσω προγραμμάτων, για την τυποποίησή. καινοτόμων δράσεων εξωστρέφειας, όσο και σε επίπεδο εγκαταστάσεων και μηχανημάτων
5..Χαμηλότοκα δάνεια στους συνεταιρισμούς και επιχειρήσεις τυποποίησης, όπως γίνεται σε άλλες χώρες, προκειμένου να ανταπεξέλθουν στις πρόσφατες δυσκολίες και στον εκσυγχρονισμό τους που θα δώσει ώθηση στην εξωστρέφεια της δραστηριότητάς τους.
6. Ιδιωτική αποθεματοποίηση: ο στόχος είναι να συγκρατηθεί η προσφορά για να ανέβουν οι τιμές, αποκαθιστώντας την ισορροπία στην αγορά ελαιόλαδου. Στην Ελλάδα δυστυχώς απέτυχε, για αυτό απαιτείται παρέμβαση σε ευρωπαϊκό επίπεδο για να γίνει περισσότερο αποτελεσματική. Η αποθεματοποίηση διαρκεί 180 ημέρες, παίρνοντας ένα συγκεκριμένο ποσό ενίσχυσης ανά τόνο ημερησίως. Τα ποσά της ενίσχυσης θα καταβληθούν στο τέλος της περιόδου αποθεματοποίησης..
7. Ενισχύσεις στήριξη ελαιοπαραγωγής: Η κυβέρνησή ΣΥΡΙΖΑ, όπως αποκάλυψε στη Λακωνία ο Αλέξης Τσίπρας, είχε συμφωνήσει με τον τότε Επίτροπο Χόγκαν για τη στήριξη της ελαιοπαραγωγής μας με «ενισχύσεις ήσσονος σημασίας (de minimis)», 60 εκατ.€, για την αποκατάσταση ζημιών που προκαλούνται από δυσμενή φαινόμενα, χωρίς να κινδυνεύουν να χαρακτηριστούν ως Παράνομες Κρατικές Ενισχύσεις. Ο Αλέξης Τσίπρας κάλεσε τη κυβέρνηση της ΝΔ να διεκδικήσει αυτό το ποσό. Επειδή όμως ο κ. Βορίδης τον, ο Σ. Αραχωβίτης, δημοσιοποίησε την απάντηση του κ. Χόγκαν, στον νυν υπουργό στις 27/7/2019, η οποία επαληθεύει τα λεχθέντα από τον πρώην πρωθυπουργό, δικαιώνοντας πανηγυρικά, τις προσπάθειες του ΣΥΡΙΖΑ.
Ο κ. Βορίδης, όμως δήλωσε ανερυθρίαστα ότι δε θα κάνει τίποτα για τους ελαιοπαραγωγούς, παρά τον δρόμο που ανοίξαμε και το “πράσινο φως” από την ΕΕ.
8. Φοροελαφρύνσεις- μείωση κόστους: Η κυβέρνηση της ΝΔ μείωσε τον εισαγωγικό φορολογικό συντελεστή σε 9% έως τις 10.000 ευρώ. Όμως, οι κατ΄ επάγγελμα αγρότες έχουν ήδη αφορολόγητο μέχρι 9.500 ευρώ από τον ΣΥΡΙΖΑ. Από τη ρύθμιση όμως της ΝΔ ωφελείται μόνο το 6% των μικρομεσαίων αγροτών, το 94% έχουν αφορολόγητο, καθώς και τη κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος στους συνεταιρισμένους αγρότες.
Επιπλέον, η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είχε εξαγγείλει επιπρόσθετη έκπτωση φόρου για τους συνεταιρισμένους αγρότες αλλά και επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο αγροτικό πετρέλαιο. Η ΝΔ τα ξέχασε αυτά, μαζί με την 13η σύνταξη! Οι προεκλογικές υποσχέσεις της περί έκπτωσης στο αγροτικό πετρέλαιο ξεχάστηκαν, ενώ, αντίθετα προχώρησε σε οριζόντιες αυξήσεις στα τιμολόγια του ρεύματος, εξανεμίζοντας τη μείωση του ΦΠΑ (και του αγροτικού τιμολογίου) από τον ΣΥΡΙΖΑ.
9. Σύσταση Εθνικού Συμβουλίου για τον Ελαιοκομικό τομέα, αναγκαιότητα συγκρότησης του με χάραξη στρατηγικής για τη δομική ανασύνταξη του με θεσμικές παρεμβάσεις, αλλά και διαρκή διαθεσιμότητα πόρων για την στήριξή του.
Β. Προτάσεις προς καλλιεργητές
1. Ποιοτική αναβάθμιση του λαδιού: Οι παραγωγοί, σε μια εποχή αδυσώπητου ανταγωνισμού οφείλουν να αναβαθμίσουν ποιοτικά το προϊόν τους. Να στραφούν, ει δυνατόν συλλογικά, προς βιολογικά ελαιόλαδα, και να προχωρήσουν σε ενέργειες ανάδειξης σε Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη και σε Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης. Σε κάθε περίπτωση, επειδή όλα ανιχνεύονται, πρέπει να λαμβάνουν πρόνοια για μη χρήση φυτοφαρμάκων, χρησιμοποιώντας νέες μεθόδους, που προνοούν την αποφυγή επιβλαβών υλικών.
2. Η αναγκαιότητα του συνεργατισμού: Τα συνεργατικά σχήματα, Συνεταιρισμοί-Ομάδες Παραγωγών, έχουν απαξιωθεί, λόγω της διαφθοράς και των πελατειακών σχέσεων με κόμματα, ιδιαίτερα, σε περιοχές, όπως η Ηλεία. Η αναγκαιότητα τους όμως παραμένει ζωτικής σημασίας. Όμως, αν δεν πάρουν οι ίδιοι οι παραγωγοί στα χέρια τους το συνεταιριστικό κίνημα θα παραμείνουν έρμαιο της αγοράς και των μεσαζόντων. Για παράδειγμα, υπάρχουν συνεργατικά σχήματα που αντέχουν στα παιχνίδια που οδηγούν στη καθήλωση των τιμών, όπως η Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών Λέσβου, ο Αγροτικός Ελαιουργικός Συνεταιρισμός Στυλίδας, ο συνεταιρισμός Αγίων Αποστόλων στην Λακωνία, που πέτυχαν τιμές γύρω στα 3 ευρώ.
Συμπέρασμα: Είναι γεγονός ότι η χώρα έχασε πολύτιμο χρόνο τις προηγούμενες δεκαετίες. Χρόνος, πόροι σπαταλήθηκαν, ιδέες του συνεργατισμού ευτελίστηκαν, χωρίς τη δημιουργία εργαλείων για την ανάδειξη του ελληνικού ελαιόλαδου και βρώσιμης ελιάς στη θέση που τους αρμόζει παγκοσμίως. Η αδράνεια αυτή, πολύ περισσότερο η επίκληση στην ανεξέλεγκτη λειτουργία της αγοράς (Βορίδης) για την επίλυση των προβλημάτων, σήμερα ισοδυναμεί με έγκλημα.
Του Μάκη Μπαλαούρα