Οι ήρωες της Επανάστασης ξεχασμένοι και υπό διωγμό
Οι πιο μαύρες σελίδες της ιστορίας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους άρχισαν να γράφονται αμέσως μετά την απελευθέρωση από τον οθωμανικό ζυγό. Αγωνιστές της Επανάστασης, κάποιοι σακατεμένοι από τις μάχες, χήρες και ορφανά γύριζαν στους δρόμους ρακένδυτοι ζητιανεύοντας ένα κομμάτι ψωμί. Αντίθετα, εκλεκτοί του Παλατιού και όσοι είχαν προσβάσεις στο φαύλο πολιτικό σύστημα της εποχής απολάμβαναν παχυλούς μισθούς και συντάξεις.
Ο Νικήτας Σταματελόπουλος, από τη Νέδουσα, που έμεινε στην ιστορία ως Νικηταράς ο Τουρκοφάγος ήταν ένας από αυτούς.
Ο στρατηγός Ιωάννης Μακρυγιάννης περιγράφει, γλαφυρά, στ’ Απομνημονεύματά του αυτή την αθλιότητα σημειώνοντας (Βιβλίο Γ’, Κεφ. 4) μεταξύ άλλων:
«(…) οι αγωνισταί και χήρες των σκοτωμένων κι αρφανά παιδιά τους, κ’ εκείνοι οπού θυσιάσαν το δικόν τους στα δεινά της πατρίδος ας γκεζερούν (= περιπλανώνται άσκοπα) εις τους δρόμους ξυπόλυτοι και ταλαιπωρημένοι κι ας λένε “ψωμάκι”. Οι ακαθαρσίες της Κωσταντινόπολης και της Ευρώπης καρότζες, μπάλους, πολυτέλειες, λούσια (= λούσα) πλήθος. Αυτείνοι αφεντάδες μας κ’ εμείς είλωτές τους»…
Η Ελλάδα, που επιμένει να πληγώνει διαχρονικά ιδίως τα εκλεκτά τέκνα της, του το ανταπέδωσε όπως εκείνη ξέρει. Η Ελλάδα της εξουσίας, ασφαλώς, γιατί ο πάντοτε σεμνός και ανιδιοτελής Νικηταράς, που πέθανε σε απόλυτη ένδεια το 1849, παραμένει στη συνείδηση συναπτών γενεών ανυπέρβλητος ήρωας.
Α.Π.