Ο Έλληνας επιστήμονας, στέλεχος μεγάλης πολυεθνικής φαρμακευτικής εταιρείας στο Λονδίνο, μιλά στο «Θάρρος» για την πορεία ερευνών σε φάρμακα και εμβόλιο που θα αντιμετωπίσουν τον ιό
Μετρώντας ήδη σχεδόν 40 μέρες «καραντίνας», η αβεβαιότητα για την «επόμενη μέρα» είναι αυτή που δημιουργεί μεγάλο προβληματισμό σε κράτη, κυβερνήσεις και, κυρίως, στον απλό κόσμο… Είναι κατανοητό ότι το παγκόσμιο “lock down”, παρά τη μεγάλη του χρησιμότητα (ειδικά στη χώρα μας μπορεί να χαρακτηριστεί και σωτήριο) για να «αποκρούσει» το πρώτο κύμα της πανδημίας, δε γίνεται να συνεχιστεί για πολύ, καθώς θα δημιουργήσει άλλου είδους προβλήματα… Ο σχεδιασμός της «επόμενης» μέρας μετά την «καραντίνα» και ο τρόπος εξόδου απ’ αυτήν είναι η δυσεπίλυτη εξίσωση που πρέπει να λύσουν οι πολιτικοί σε συνεργασία με τους επιστήμονες.
Η λύση σ’ όλα τα παραπάνω θα ήταν, φυσικά, η εξεύρεση ενός αξιόπιστου και αποτελεσματικού εμβολίου, που θα ήταν έτοιμο για μαζική παραγωγή. Πόσο χρόνο χρειαζόμαστε, όμως, για να επιτευχθεί αυτό; Πότε θα μπορούμε να έχουμε, έστω, αποτελεσματικά φάρμακα για την αντιμετώπιση των ασθενών; Απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα ζητήσαμε στη συνέντευξη που ακολουθεί από τον Δρ. Ορέστη Αργυρό, Έλληνα επιστήμονα που εργάζεται ως “Project Manager” σε πολυεθνική φαρμακευτική εταιρεία “κολοσσό” στο Λονδίνο. Αφού ξεκαθαρίσουμε ότι ο ίδιος μας μεταφέρει προσωπικές απόψεις και όχι της εταιρείας, με βάση την πολυετή εμπειρία του στην ανάπτυξη νέων φαρμάκων, ο Δρ. Αργυρός μάς μιλά για το στάδιο που βρίσκονται σήμερα οι έρευνες, για τη «ζωή» ενός εργαζομένου σε φαρμακευτικές εταιρείες αυτή την περίοδο, αλλά και για την πρωτόγνωρη κατάσταση που βιώνει και ο ίδιος ευρισκόμενος στο Λονδίνο:
του Κώστα Γαζούλη
-Από την ημέρα που εμφανίζεται ένας νέος ιός, όπως ο Covid-19, πόσος καιρός χρειάζεται για να ξεκινήσουν οι έρευνες για το κατάλληλο φάρμακο και εμβόλιο;
Αυτή είναι μια ωραία ερώτηση, που βέβαια δεν έχει απλή απάντηση, διότι η έρευνα και παραγωγή φαρμάκων σε επίπεδο βιομηχανίας (όχι ακαδημαϊκό) καθορίζονται από πολλούς παράγοντες με επίκεντρο πάντα τον ασθενή. Η βασική αρχή παραμένει το να μπορούμε να φτιάξουμε φάρμακα που θα βελτιώνουν τη ζωή όσο γίνεται περισσότερων ασθενών με ασφαλή τρόπο, και η εκάστοτε εταιρεία επικεντρώνεται στους τομείς ασθένειας που θεωρεί σημαντικότερους και έχει περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας.
Η περίπτωση της Covid-19, βέβαια, είναι μοναδική, διότι αποτελεί παγκόσμιο πρόβλημα και απαιτεί γρήγορα λύσεις. Η αντιμετώπισή της γίνεται με 3 τρόπους. Εφαρμογή ήδη διαθέσιμων φαρμάκων με βάση την κλινική εμπειρία και αντιμετώπιση παρενεργειών του ιού (στάδιο που είμαστε τώρα), ανάπτυξη εμβολίου και, τέλος, ανάπτυξη φαρμάκου ειδικού για τον SARS-CoV-2.
Σε όλες τις περιπτώσεις η έρευνα ξεκίνησε άμεσα, αλλά απαίτησε κάποια σημαντικά πρώτα βήματα. Για παράδειγμα, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε το γενετικό κώδικα του ιού (το πέτυχε η ερευνητική κοινότητα στις 11 Ιανουαρίου), να γνωρίζουμε τους μηχανισμούς δράσης του (η τωρινή θεωρία λέει ότι μεγάλο ρόλο παίζει μια πρωτεΐνη στην επιφάνεια των κυττάρων του πνεύμονα, η ACE2), όπως επίσης να ξέρουμε και τη μοριακή δομή του ιού και των πρωτεϊνών του. Και τα τρία αυτά κρίσιμα βήματα έχουν ήδη επιτευχθεί από τις αρχές του 2020 και τώρα είμαστε στη διαδικασία ανάπτυξης στοχευμένων φαρμάκων, αλλά και εμβολίων με αυξητική αριθμητική τάση. Για παράδειγμα, στις 17 Φεβρουάριου υπήρχαν 77 φάρμακα υπό δοκιμή στην κλινική, ενώ ο αριθμός αυτός έχει φτάσει τα 182 με τελευταία ενημέρωση την 15η Απριλίου.
Ταυτόχρονα, υπάρχουν 78 υποψήφια εμβόλια σε διάφορες φάσεις δοκιμών.
Είμαι αισιόδοξος ότι σύντομα θα έχουμε θετικά αποτελέσματα.
-Έχουν ακουστεί όλο αυτό το διάστημα διάφορα για φαρμακευτικές ουσίες, όπως η χλωροκίνη, η κολχικίνη κ.ά. Δεν έλειψαν δε περιστατικά, όπου και στη χώρα μας πολίτες πήγαν σε φαρμακεία και τα ζητούσαν, ενώ υπήρξαν και “τσακωμοί”, όπως στις ΗΠΑ του προέδρου Τραμπ, με τον εκεί επικεφαλής λοιμωξιολόγο. Τι ισχύει για όλα αυτά τα φάρμακα, τελικά, και τι πρέπει να γνωρίζει ο κάθε πολίτης;
Το πρόβλημα οφείλεται στο γεγονός ότι αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει φάρμακο ή εμβόλιο ειδικά σχεδιασμένο που να στοχεύει τον ιό SARS-CoV-2. Οπότε στις αρχικές μέρες της πανδημίας οι γιατροί, κυρίως στην Κίνα, προσπαθούσαν να αντιμετωπίσουν τη λοίμωξη και τις επιπλοκές της βασιζόμενοι στην τεράστια κλινική εμπειρία που έχουν από προηγούμενες λοιμώξεις.
Η περίφημη χλωροκίνη είναι ένα φθηνό φάρμακο, εγκεκριμένο για ανθρώπινη χρήση από το 1955 κυρίως για την αντιμετώπιση της ελονοσίας, ενώ έχει εφαρμογή και σε αυτοάνοσες παθήσεις. Λειτουργεί μερικώς σε διάφορους ιούς (όχι δηλαδή ειδικά στον ιό SARS-CoV-2) με το να τους παγιδεύει στα ανθρώπινα κύτταρα και να εμποδίζει τον περαιτέρω πολλαπλασιασμό τους.
Η κλινική εμπειρία είναι μεγάλη, αλλά η αποτελεσματικότητά της στην Covid-19 είναι δύσκολο να προσδιοριστεί εάν δε γίνουν οργανωμένες κλινικές μελέτες, οι οποίες και έχουν ξεκινήσει. Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό στη σύγχρονη φαρμακολογία, αφού ο καθορισμός αποτελεσματικότητας ενός φαρμάκου βασισμένος σε ανέκδοτες και σποραδικές επιτυχίες είναι ριψοκίνδυνος και μπορεί να κοστίσει σε χρόνο και ανθρώπινες ζωές. Για παράδειγμα, η αρχική ανακοίνωση από την Κίνα και έπειτα από τη Γαλλία, για μια κάποια επιτυχία της χλωροκίνης σε μερικούς ασθενείς, οδήγησε σε μαζικές παραγγελίες της ουσίας αυτής από τα κράτη (όπως οι ΗΠΑ), αλλά δυστυχώς οδήγησε και σε φαινόμενα στα οποία ιδιώτες έσπευσαν στα φαρμακεία να την προμηθευτούν. Αυτό το φαινόμενο, πέρα του ότι είναι ανεύθυνο, είναι κυρίως επικίνδυνο για την υγεία. Η χλωροκίνη είναι ένα πολύ λιπόφιλο φάρμακο, με αποτέλεσμα να διαχέεται στο λιπώδη ιστό και να αποθηκεύεται για μεγάλο διάστημα, με πιθανότητα μακροχρόνιων παρενεργειών, μέχρι και τύφλωσης. Οπότε πρέπει να γίνεται αγωγή υπό ιατρική επίβλεψη και μόνο. Αυτό γίνεται πιο επιτακτικό, όταν αναφέρονται ακραίες περιπτώσεις ατόμων που κατανάλωσαν προληπτικά χλωροκίνη που προοριζόταν για καθαρισμό ενυδρείων και, δυστυχώς, πέθαναν.
Το ίδιο ισχύει και για τα υπόλοιπα προσφάτως διάσημα φάρμακα. Η αζιθρομυκίνη, για παράδειγμα, έχει επιλεκτική ήπια αντι-φλεγμονώδη δράση στους πνεύμονες, η κολχικίνη έχει και καρδιοπροστατευτική δράση (ασθενείς με Covid-19 μπορεί να εμφανίσουν περικαρδίτιδα), αλλά τα φάρμακα αυτά έχουν και παρενέργειες, οπότε επιβάλλεται αγωγή μόνο υπό ιατρική παρακολούθηση.
Όπως προείπα, υπάρχουν 182 φαρμακευτικά σχήματα που δοκιμάζονται αυτή τη στιγμή για Covid-19 και οι πολίτες θα πρέπει να είναι σίγουροι ότι σύντομα θα έχουμε θετικές εξελίξεις. Να διατηρήσουν την ψυχραιμία τους και να ακολουθούν τις οδηγίες των υπευθύνων χωρίς σπασμωδικές κινήσεις.
-«Η πρωτοβουλία του Ηλία Μόσιαλου να συνεργαστούν οι κυβερνήσεις και να αγοράσουν τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας για το μελλοντικό εμβόλιο, με σκοπό να εγγυηθούν τη μαζική παραγωγή του σε παγκόσμια κλίμακα, πρέπει να στηριχθεί»
-Ποιο είναι το ρεαλιστικό χρονικό διάστημα για να μπορεί να υπάρξει ένα εμβόλιο που θα “θωρακίσει” τον πληθυσμό της υφηλίου από τον ιό Covid-19;
Όλα τα εμβόλια λειτουργούν σύμφωνα με την ίδια βασική αρχή. Παρουσιάζουν μέρος ή όλο το παθογόνο στο ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα, συνήθως με τη μορφή ένεσης και σε χαμηλή δόση, για να ωθήσουν το σύστημα να παράγει αντισώματα έναντι του παθογόνου. Η παραδοσιακή πορεία ανάπτυξης εμβολίων (ανακάλυψη έως και έγκριση κυκλοφορίας) διαρκεί κατά μέσο όρο πάνω από 10 χρόνια, οπότε η απάντηση στο ερώτημα του πότε θα υπάρξει εμβόλιο δεν είναι τόσο απλή. Θα πρέπει να ορίσουμε τι εννοούμε με τον όρο “αποτελεσματικό εμβόλιο” για μαζικούς εμβολιασμούς. Και το λέω αυτό, γιατί η εύρεση ενός αποτελεσματικού εμβολίου είναι σίγουρα το πρώτο στάδιο, το οποίο όμως πρέπει να συνδυαστεί με τη δυνατότητα μαζικής παραγωγής του σε μια πρωτοφανή παγκόσμια κλίμακα, όσο δύναται πιο σύντομα και με ασφάλεια.
Όσον αφορά στην εύρεση ενός εμβολίου, είναι το στάδιο στο οποίο βρισκόμαστε τώρα. Το πρώτο βήμα έγινε στις 11 Ιανουαρίου με την ανακάλυψη της γενετικής αλληλουχίας του SARS-CoV-2, δηλαδή το γενετικό κώδικα του ιού. Έκτοτε και με τελευταία ενημέρωση, την 8η Απριλίου, έχουν αναφερθεί περίπου 115 υποψήφια εμβόλια, εκ των οποίων έχουμε αξιόπιστες πληροφορίες για τα 78. Από αυτά τα 78, τα 73 βρίσκονται επί του παρόντος σε διερευνητικά ή προκλινικά στάδια, που σημαίνει ότι τα υπόλοιπα 5 βρίσκονται ήδη στην κλινική σε διάφορα στάδια αξιολόγησης και δοκιμάζονται σε ανθρώπους. Σε διάστημα 3 μηνών, δηλαδή, έχουμε ήδη υποψήφια εμβόλια στην κλινική, το οποίο είναι ένα πάρα πολύ σύντομο διάστημα, γεγονός που ενισχύθηκε και από τη σύσταση ενός παγκόσμιου συνασπισμού, του λεγόμενου Coalition for Epidemic Preparedness Innovations (CEPI), ο οποίος και συνεργάζεται με τις παγκόσμιες αρχές υγείας και φαρμακοβιομηχανίες/ακαδημαϊκά κέντρα για να υποστηρίξει την ανάπτυξη εμβολίων κατά του COVID-19.
Οι 5, λοιπόν, πιο προχωρημένες μελέτες για τα εμβόλια είναι το mRNA-1273 από τη Moderna, το Ad5-nCoV από την CanSino Biologicals, το INO-4800 από το Inovio, το LV-SMENP-DC και το ειδικό παθογόνο aAPC από το Shenzhen Geno-Immune Medical Institute.
Ταυτόχρονα, μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες, παγκόσμιοι ηγέτες σε θέματα εμβολίων, συμφωνούν σε συνεργασίες που θα επιταχύνουν την ανακάλυψη, αλλά και παραγωγή εμβολίων, όπως η συνεργασία Pfizer – Johnson and Johnson, αλλά και η πολύ πρόσφατη και υποσχόμενη συνεργασία Sanofi – GSK.
Σύμφωνα με τα χρονοδιαγράμματα και αν όλα πάνε καλά, τότε θα υπάρχει ένα αποτελεσματικό εμβόλιο στο δεύτερο εξάμηνο του 2020, ή αρχές του 2021.
Το επόμενο βήμα που ακολουθεί, αφορά στην έγκριση κυκλοφορίας του εμβολίου από τις ρυθμιστικές αρχές, αλλά και η μαζική κλιμάκωση της παραγωγικής ικανότητας των εταιρειών. Η ανάπτυξη εμβολίων είναι ήδη μια ριψοκίνδυνη υπόθεση, από επιχειρηματικής απόψεως, επειδή τόσο λίγοι υποψήφιοι φτάνουν κοντά στην κλινική.
Οι εγκαταστάσεις παραγωγής τείνουν να είναι προσαρμοσμένες σε συγκεκριμένα εμβόλια και η κλιμάκωσή τους, όταν δε γνωρίζουν ακόμη εάν το προϊόν της κάθε εταιρείας θα πετύχει, δεν είναι εμπορικά εφικτή. Η CEPI και παρόμοιοι οργανισμοί υπάρχουν για να αναλάβουν κάποιο μέρος του κινδύνου, διατηρώντας κίνητρα στις εταιρείες να αναπτύξουν τα πολύ απαραίτητα εμβόλια.
Στην περίπτωση του SARS-CoV-2, οι εταιρείες ήδη προετοιμάζονται για τη δυνατότητα μαζικής παραγωγής του εμβολίου, όταν αυτό θα έχει επιτύχει στην κλινική, για να κερδηθεί χρόνος. Οι αυξανόμενες συνεργασίες των διαφόρων εταιρειών που προείπα είναι πολύ σημαντικές, διότι τα παγκόσμια προβλήματα απαιτούν παγκόσμιες συνεργασίες.
Αυτή τη στιγμή, ο εκτιμώμενος χρόνος μαζικής διαθεσιμότητας του αποτελεσματικού εμβολίου υπολογίζεται στο δεύτερο μισό προς τέλος του 2021. Ξανατονίζω τη σημασία να ξεχωρίσουμε το ερώτημα «πότε θα έχουμε εμβόλιο», με το «πότε θα έχουμε εμβόλιο για όλο τον πλανήτη».
Ένα τελευταίο και κρίσιμο ερώτημα που δεν έχει απαντηθεί ακόμα, αφορά στην ιδιοκτησία για τα πνευματικά δικαιώματα του εμβολίου. Σε αυτήν την κατεύθυνση βρήκα πολύ σημαντική και σωστή την πρωτοβουλία του Ηλία Μόσιαλου, που υποστηρίζει ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να συνεργαστούν για να αγοράσουν τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας για το μελλοντικό εμβόλιο και να εγγυηθούν τη μαζική παραγωγή του σε παγκόσμια κλίμακα. Η πρωτοβουλία έχει στηριχθεί από τον Έλληνα πρωθυπουργό και ελπίζω να γίνει αποδεκτή και σε ευρωπαϊκό ή και παγκόσμιο επίπεδο.
-Η πανδημία, όπως φαίνεται, «αιφνιδίασε» τις κυβερνήσεις ολόκληρου του πλανήτη… Ισχύει το ίδιο και για τις φαρμακευτικές εταιρείες ή ανέμεναν την εμφάνιση μιας τέτοια πανδημίας;
Σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να πούμε ότι κάποιος ήταν έτοιμος για αυτή την πανδημία. Ωστόσο, είναι γεγονός ότι επιστημονικές μελέτες για το ενδεχόμενο μιας πανδημίας, και κατά πόσο ο κόσμος και τα κράτη είναι ικανά να αντεπεξέλθουν σε αυτήν, είχαν γίνει καιρό πριν, και θα γίνονται και στο μέλλον. Αυτό βασίζεται στην ανάγκη να κατανοήσουμε καλύτερα το πώς εξελίσσονται οι διάφορες επιδημίες και ιδιαίτερα έπειτα από τις σχετικά πρόσφατες επιδημίες του πρώτου SARS το 2003 και του ιού H1N1 το 2009. Οι φαρμακευτικές, ωστόσο, μπορούν να προσαρμόσουν την έρευνά τους και τις γραμμές παραγωγής πιθανού εμβολίου κατ’ ανάγκη, σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα.
-Η ζωή ενός εργαζομένου σε φαρμακοβιομηχανία έχει αλλάξει τις ημέρες της πανδημίας; Πώς βιώνουν οι εταιρείες την όλη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί;
Η ζωή σίγουρα έχει επηρεαστεί και η οδηγία είναι να δουλεύει ο κόσμος από το σπίτι, όταν και όπου αυτό είναι εφικτό, με τη χρήση της τεχνολογίας και τηλεδιασκέψεων. Προσαρμοζόμαστε κι εμείς στις οδηγίες της εκάστοτε κυβέρνησης, ωστόσο οι φαρμακευτικές θεωρούνται από τη φύση τους κρίσιμος τομέας στο χώρο της υγείας. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι γραμμές παραγωγής των φαρμάκων δεν έχουν σταματήσει σε καμία στιγμή, αλλά ούτε και η κλινική έρευνα για νέα φάρμακα που δοκιμάζονται για διάφορες ασθένειες.
Έχουν ακουστεί, επίσης, διάφορες περιπτώσεις φαρμακευτικών οι οποίες προσάρμοσαν τις γραμμές παραγωγής τους για να συνθέσουν/παράγουν αντισηπτικά, αλλά και υποσχόμενες φαρμακευτικές ουσίες, όπως οι γνωστές μας χλωροκίνη και ρεμντεσιβίρη, με σκοπό να υπερκαλυφθούν οι ανάγκες για τον πληθυσμό.
–Κλείνοντας, πείτε μας πόσο έχει αλλάξει η ζωή στο Λονδίνο… Πότε εκτιμάτε ότι θα ομαλοποιηθεί η κατάσταση; Τελικά, πιστεύετε πως η βρετανική ακολούθησε εσφαλμένη τακτική;
Η ζωή στο Λονδίνο θα έλεγα ότι έχει γίνει πρωτόγνωρη. Όπως και σε όλη την Ευρώπη, τα περισσότερα μαγαζιά είναι κλειστά και ο κόσμος κάθεται σπίτι. Πολυσύχναστοι δρόμοι και τουριστικά κέντρα, όπως η Oxford Street, το Picadilli, το Covent Garden, το Big Ben, είναι πλέον σχεδόν ερημωμένα.
Ο κόσμος θεωρεί ότι ο πρωθυπουργός αρχικά ακολούθησε λανθασμένη τακτική με βάση την ανοσία αγέλης, η οποία εγκαταλείφθηκε τάχιστα, εφόσον λοιμωξιολογικές μελέτες από κορυφαία πανεπιστήμια (όπως το Imperial College του Λονδίνου) προέβλεψαν μεγάλο αριθμό θυμάτων σε μικρό χρονικό διάστημα. Συνεπώς, τα μέτρα που εφαρμόζονται και στην υπόλοιπη Ευρώπη με την κοινωνική απόσταση και το κλείσιμο των περισσότερων μαγαζιών εφαρμόστηκαν και στο Λονδίνο, αλλά σίγουρα καθυστερημένα. Για την ώρα ευτυχώς, το εθνικό σύστημα υγείας τους (το περίφημο NHS) φαίνεται να αντέχει, αλλά όλοι ελπίζουν να ομαλοποιηθεί η κατάσταση σύντομα. Η ακριβής ημερομηνία ομαλοποίησης δεν είναι γνωστή, αλλά υπολογίζεται μέσα στο Μάιο.
*Ο Ορέστης Αργυρός σπούδασε Μοριακή Βιολογία στο Πανεπιστήμιο του Αμπερντίν στη Σκωτία και έπειτα συνέχισε για διδακτορικές σπουδές στη γονιδιακή θεραπεία στο Imperial College του Λονδίνου. Εργάστηκε για πολλά χρόνια στην Αθήνα και το ΙΙΒΕΑΑ στο Τμήμα Φαρμακολογίας πάνω σε φάρμακα και έρευνα για τον καρκίνο. Τα τελευταία χρόνια ζει και εργάζεται στο Λονδίνο για λογαριασμό μεγάλης φαρμακευτικής εταιρείας ως Project Manager σε φάρμακα επόμενης γενιάς.