Για την Ευρώπη του σοσιαλισμού και του ανθρώπου
Η αρχική αντίδραση των θεσμών της Ε.Ε. απέναντι στις μεγάλες απειλές που εγκυμονεί η οικονομική κρίση για μια σειρά χώρες, ήταν η απόφαση για νέα δάνεια. «Νέα δάνεια σε ήδη υπερχρεωμένες χώρες, που δεν ήταν σε θέση να αποπληρώσουν τα παλιά, πριν ακόμα η σημερινή κρίση χτυπήσει τις οικονομίες τους».
Όσο, όμως, περνούν οι μέρες, φαίνεται κάποιοι- τουλάχιστον- από αυτούς τους κύκλους να αντιλαμβάνονται ότι τα δανεικά δεν είναι η λύση και γίνονται σκέψεις και εισηγήσεις για αύξηση των επιχορηγήσεων. Το ζήτημα, όμως, είναι αν μπορέσουν τελικά αυτές οι εισηγήσεις να γίνουν πολιτική των θεσμών. Και ακόμα πιο σημαντικό ζήτημα αναδεικνύεται το γιατί όλα τα χρόνια πριν από το κραχ του 2008, αλλά και έπειτα από αυτό, η πολιτική που ακολούθησαν οι θεσμοί απέναντι στις χτυπημένες από την κρίση χώρες ήταν αυτή του δανεισμού.
Η πολιτική της ανακύκλωσης πλεονασμάτων παρέμεινε στα αζήτητα. Η πολιτική αυτή, όμως, αποτελεί μια από τις πιο σημαντικές κληρονομιές της αστικής οικονομικής επιστήμης.
Ο John Maynard Keynes, ο δοξασμένος από το παγκόσμιο σύστημα οικονομολόγος πριν από την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού, είχε, πριν ακόμα το τέλος του Μεγάλου Πολέμου, προτείνει πολιτικές που, όπως πίστευε, θα απέτρεπαν μελλοντικές κρίσεις. Πολιτικές που θα υποχρέωναν τις πλεονασματικές χώρες, αυτές δηλαδή που κερδίζουν από το διεθνές εμπόριο, να επενδύουν, όχι να δανείζουν, στις ελλειμματικές, αυτές δηλαδή που έχαναν από το διεθνές εμπόριο.
Παρόλο που η πρότασή του απορρίφτηκε τότε από τους Αμερικανούς, αυτό ήταν που έγινε με το αμερικανικό Marshall Plan, που αποτελεί αναλογικά τη μεγαλύτερη επιχορήγηση στην ιστορία. Δε δάνεισαν οι Αμερικανοί την καταστραμμένη Ευρώπη, αλλά επένδυσαν σε αυτή, κάτι που θα έκαναν και για χρόνια μετά. Επένδυσαν μαζικά και διέγραψαν ταυτόχρονα περισσότερο από το 50% των χρεών της Γερμανίας, οδηγώντας στη χωρίς προηγούμενο μεταπολεμική ανάπτυξη.
Ανακύκλωση πλεονασμάτων ήταν η πολιτική που ακολούθησαν οι ΗΠΑ και στην ομοσπονδία τους. Δε δάνειζαν τις ελλειμματικές πολιτείες αλλά επένδυαν σε αυτές.
Υπό ένα τέτοιο σύστημα θα μπορούσαν οι θεσμοί της Ε.Ε. να διοχετεύουν τα γερμανικά πλεονάσματα στις χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, δημιουργώντας θέσεις εργασίας και εισοδήματα, κάτι που θα είχε ευεργετικά αποτελέσματα και για τις γερμανικές εξαγωγές.
Αντί μιας τέτοιας πολιτικής, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί ακολούθησαν πολιτική που, πολύ πετυχημένα, ο Βαρουφάκης ονόμασε «ανακύκλωση του γλυκού νερού».
«Οι τραπεζίτες των πλεονασματικών χωρών… δανείζουν μεγάλο μέρος… των λιμναζόντων κεφαλαίων στις ελλειμματικές χώρες…».
Τις δανείζουν, δεν επενδύουν σε αυτές. Τις δανείζουν, μάλιστα, με όρους που αποτρέπουν την αύξηση των παραγωγικών δυνατοτήτων των χωρών. Τις δανείζουν «για να «επενδύσουν» σε σπίτια, γραφεία, μετοχές κλπ. στη δική τους χώρα…». «Αυτό αυξάνει την αξία των περιουσιακών στοιχείων στις ελλειμματικές χώρες δίνοντας στους κατοίκους την ψευδαίσθηση ότι πλούτισαν. Έτσι ανοίγονται σε νέα δάνεια…».
«Όμως, αυτή η πρακτική “γιγαντώνει” τα ελλείμματα των ελλειμματικών και, ταυτόχρονα, τα πλεονάσματα των πλεονασματικών χωρών…». Ένα κραχ γίνεται τελικά αναπόφευκτο.
Δανεισμός ήταν και τώρα η αρχική στόχευση. Με επιδοτήσεις προσπαθούν να τον συμπληρώσουν. Κάτι που ενώ είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, δεν μπορεί να αλλάξει μακρόχρονα την εικόνα των οικονομικών αδιεξόδων στην ευρωπαϊκή περιφέρεια, αν οι επιδοτήσεις δε μεταφραστούν σε παραγωγικές επενδύσεις και αν δεν κουρευτούν δάνεια των υπερχρεωμένων χωρών.
Αν μπορούμε να συμπεράνουμε κάτι πια με ασφάλεια από την ίδια την πετυχημένη μεταπολεμική πορεία του καπιταλισμού, αλλά και την αποτυχία του νεοφιλελευθερισμού και των μνημονίων, είναι ότι δεν υπάρχει ανάπτυξη χωρίς ανακύκλωση πλεονασμάτων, χωρίς επενδύσεις. Τέτοια πολιτική πρέπει να απαιτηθεί από το αριστερό κίνημα. Αν αυτό είναι αρκετό, θα φανεί στην πορεία, που θα αναδείξει όλα τα άλλα που είναι απαραίτητα.
Του Σωτήρη Βλάχου