Μέρος 1
Στο σημείωμα αυτό καταβάλλεται μια προσπάθεια εξέτασης του τι σκέφτονται οι δεξαμενές σκέψης, τώρα που η πανδημία κορωνοϊού φαίνεται να έχει κορυφωθεί σε πολλά μέρη του κόσμου. Το μεγάλο στοίχημα, λοιπόν, στο οποίο οι αναλυτές στρέφουν την προσοχή τους, είναι το πώς μπορούν καλύτερα να αναζωογονηθούν οι οικονομίες από την απότομη και σοβαρή οικονομική ύφεση ως αποτέλεσμα του «μένουμε στο σπίτι» που επιβλήθηκε τους τελευταίους τρεις μήνες.
Μεταξύ των εργαλείων για τη χρηματοδότηση της ανάκαμψης μέσα στην πανδημία είναι η μακροοικονομική πολιτική (μέτρα δαπανών και φορολογίας), η νομισματική πολιτική και η τομεακή υποστήριξη ή κίνητρα. Επίσης, εξετάζουν τον καλύτερο τρόπο αντιμετώπισης των επιπτώσεων της κρίσης, ανάλογα με τον τύπο της σχετικής οικονομίας (ιδίως τις προηγμένες βιομηχανικές ή τις αναδυόμενες οικονομίες της αγοράς).
Στο πλαίσιο αυτό ξεκάθαρη είναι η θέση της δεξαμενής σκέψης Bruegel, που δημοσιεύθηκε αρχές Ιουνίου, όπου, καθώς η Βραζιλία, η Ρωσία, η Ινδία και το Μεξικό καταγράφουν γρήγορη εξάπλωση της μετάδοσης του Covid-19, ένα τρίτο κύμα της πανδημίας φτάνει στον αναδυόμενο κόσμο. Ως αποτέλεσμα το επιχειρηματικό κλίμα έχει μειωθεί το Μάρτιο και τον Απρίλιο στην περιοχή. Επιπλέον, καθώς οι αναδυόμενες οικονομίες κινούνται σταδιακά προς αυστηρότερους περιορισμούς κινητικότητας, η έλλειψη κινητικότητας αναμένεται να επηρεάσει τις οικονομικές προοπτικές.
Στην πραγματικότητα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) αναμένει ότι ο αναδυόμενος κόσμος θα εισέλθει σε ύφεση -1% το 2020, η οποία θα μπορούσε να είναι χειρότερη από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση το 2008. Το ΔΝΤ, μάλιστα, εκτιμά ότι η συνολική ακαθάριστη ανάγκη χρηματοδότησης των αναδυόμενων αγορών θα μπορούσε να φτάσει τα 2,5 τρισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ. Η ίδια δεξαμενή σκέψης θεωρεί ότι ο πιο άμεσος τρόπος για τις αναδυόμενες οικονομίες να προστατευτούν από το εξωτερικό χρηματοδοτικό σοκ είναι να χρησιμοποιήσουν τις εσωτερικές πολιτικές, τόσο νομισματικές όσο και φορολογικές, οι οποίες όμως είναι περιορισμένες.
Μια άλλη δεξαμενή σκέψης (Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Σχέσεων – ECFR) θεωρεί ότι η απάντηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στον κορωνοϊό αντιμετωπίζει τουλάχιστον πέντε θεμελιώδεις προκλήσεις, οι οποίες δημιουργούν σημαντικές ευκαιρίες για την Ευρώπη.
Το πρώτο σημείο που τονίζουμε είναι η ορθή υποστήριξη ότι η Βόρεια Ευρώπη δεν μπορεί να αποχωρήσει από την κρίση ως νικητής εάν τραυματιστεί ο νότος. Αυτό, ας το θυμούνται οι κυβερνώντες που συμμετέχουν στα φόρα διαπραγματεύσεων.
Στην ουσία το επιχείρημα αυτό οφείλει να περιβληθεί από τα πέντε σημεία που αναφέρει η δεξαμενή σκέψης αυτή.
Το πρώτο αφορά ότι η κρίση είναι παγκόσμια, άρα και η απάντηση πρέπει να είναι παγκόσμια. Το δεύτερο αφορά στην αναγκαιότητα να χορηγήσει η Ευρώπη ό,τι απαιτείται για την αντιμετώπιση της κρίσης – και να το πράξει με οποιονδήποτε απαραίτητο τρόπο. Οι Ευρωπαίοι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής συμφωνούν ότι θα πρέπει να διατεθούν μεγάλα χρηματικά ποσά στις ευρωπαϊκές οικονομίες για την αντιμετώπιση της πανδημίας και τη σταθεροποίηση της κατάστασης. Ωστόσο, από την πρώτη στιγμή έχουν διαφωνήσει σχετικά με τη μορφή με την οποία πρέπει να χρησιμοποιήσουν αυτά τα χρήματα. Το επιχείρημα επικεντρώνεται στο κατά πόσον τα κεφάλαια πρέπει να εκταμιευθούν μέσω δανείων ή μέσω επιδοτήσεων. Οι λαοί ελπίζουν ότι θα επικρατήσουν ώριμες σκέψεις και οι επιδοτήσεις θα υπερβαίνουν τις δανειοδοτήσεις.
Το τρίτο σημείο συνδέεται με το απαραίτητο θεσμικό άλμα προς τα εμπρός που έλαβε χώρα (οι αναγνώστες μας γνωρίζουν το θέμα από προηγούμενες αναφορές μας) που φάνηκε από την απόφαση του Γερμανικού Συνταγματικού Δικαστηρίου για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) στις αρχές Μαΐου, όταν έθεσε ένα σύνθετο αίνιγμα για την Ε.Ε. Υπενθυμίζουμε ότι το Δικαστήριο της Ε.Ε. έβαλε στη θέση του το γερμανικό συνταγματικό δικαστήριο. Οι εθνικές κυβερνήσεις πρέπει να αποφασίσουν εάν η Ε.Ε. πρέπει να ακολουθήσει πολιτικές πολυδιάστατης ολοκλήρωσης ή να παραιτηθεί από συνεχείς νομικές και πολιτικές τριβές. Η πρώτη επιλογή μπορεί να οδηγήσει σε μια ισχυρή, ευημερούσα ένωση.
Τέταρτον, η στρατηγική αυτονομία είναι το κλειδί. Η πρώτη φάση της πανδημίας έδειξε ότι η Ευρώπη πρέπει να προστατεύσει την εσωτερική της αγορά. Αυτό σημαίνει ότι η Ε.Ε. πρέπει να δράσει κατά των επιθετικών εξαγορών και των στρεβλώσεων της αγοράς από ασιατικές εταιρείες που λαμβάνουν κρατική ενίσχυση. Αυτά τα φαινόμενα είναι επιζήμια για τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες και μπορεί να οδηγήσουν σε περαιτέρω μεταφορά βιομηχανικής δραστηριότητας στην Ασία. Απειλούν, επίσης, να κάνουν την Ευρώπη πιο εξαρτημένη από άλλες αγορές, ακόμη και για ανάγκες όπως φάρμακα ή ιατρικό και προστατευτικό εξοπλισμό. Επομένως, η Ευρώπη πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη τη βιομηχανική της πολιτική δημιουργώντας ένα πλαίσιο δημόσιων κανόνων και περιορισμών που προστατεύουν τις ευρωπαϊκές βιομηχανίες, βοηθώντας την να γίνει αυτόνομη ή, τουλάχιστον, λιγότερο εξαρτημένη από την Κίνα.
Τέλος, η Ευρώπη πρέπει να προετοιμάσει μια ισχυρή εξωτερική πολιτική για την αχαλίνωτη μέρα μετά. Οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται σε γεωπολιτική υποχώρηση, ενώ η Κίνα επιτίθεται. Η πανδημία είναι πιθανό να επιφέρει σημαντικές γεωπολιτικές αλλαγές σε πολλές περιοχές, συμπεριλαμβανομένης της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής. Για παράδειγμα, θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια νέα κρίση μετανάστευσης. Κατά συνέπεια, η Ε.Ε. θα πρέπει να προετοιμαστεί για αυτήν τη δυνατότητα καθώς ενημερώνει και ενοποιεί την εξωτερική της πολιτική, την άμυνα και τη μεταναστευτική της πολιτική. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες πρέπει όχι μόνο να εφαρμόσουν βραχυπρόθεσμα μέτρα για την αντιμετώπιση του ιού, αλλά να συντάξουν ένα συνεκτικό σχέδιο για τη δημιουργία μιας ισχυρής και παγκόσμιας εμπλοκής της Ε.Ε., ώστε να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο στην παγκόσμια πολιτική στην εποχή μετά τον κορωνοϊό.
Του Γιώργου Μαρκατάτου